γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας
Τον γνωρίσαμε στον χώρο των γραμμάτων
το 2011, μέσα από την Ποιητική συλλογή «Για μια στιγμή και μια αιωνιότητα» η οποία
απέσπασε και το Α΄ βραβείο στον 4ο Διεθνή Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Ελληνικού
Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων Ελλάδος. Η ποίησή του διακρίνεται από ένα ποταμό συναισθημάτων
και από μια διαρκή προσπάθεια να εξάγει από τα βάθη της ψυχής όλα εκείνα τα σπουδαία,
τα υπέροχα της ανθρώπινης ύπαρξης και να τα κάνει στίχους, ποίηση. Το 2013 μαζί με την κα Μαρία Δαπόλα επιχειρούν μία κοινή
έκδοση, ουσιαστικά μια συλλογή Αποφθεγματικής
Ποίησης με τίτλο: «Όλα αυτά που θα ’θελα να ξέρεις». «Τα άνθη του Φωτός» αποτελούν
ένα σταθμό σ΄ ένα ταξίδι, όπου «….η ποίηση
βρίσκει αντίκρισμα, καθώς αγγίζει αυτά που
νιώθουμε, καθώς γίνεται πραγματικά δική μας μέσα απ΄ τον κάθε στίχο» όπως αναφέρει
κάποια στιγμή ο ίδιος.
· Κύριε Τιμοθέου καλησπέρα σας: Σαν αφορμή
για να σας ζητήσω αυτή την συνέντευξη ήταν η παρουσίαση της 3ης σας Ποιητικής
συλλογής: Τα άνθη του φωτός, πριν από λίγο χρονικό διάστημα. Σε αυτή την
ποιητική σας συλλογή, θεωρώ ότι οι προβληματισμοί σας για τη ζωή και τον θάνατο
αλλά και πιο συγκεκριμένες ανησυχίες πάνω στην αδικία, την δικαιοσύνη
γιγαντώνονται. Θα θέλαμε να αναφερθείτε στα ποιήματα που συνθέτουν «τα άνθη του
φωτός»
Καλησπέρα και σας ευχαριστώ πολύ για τη
συνέντευξη. Η ποιητική συλλογή «Τα Άνθη του Φωτός» εκδόθηκε φέτος σε συνεργασία
με τον εκδοτικό οίκο Αρμίδα και παρουσιάστηκε στην Πύλη Αμμοχώστου και στη
Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Λάρνακας από ξεχωριστούς συντελεστές, τους οποίους
και πάντα θα ευχαριστώ από καρδιάς για την εμπιστοσύνη και την αγάπη που μου
έδειξαν. Τα Άνθη του Φωτός χωρίζονται σε πέντε ενότητες-θεματικές: «Στίγματα
φωτός», «Στο φως της αγάπης μας», «Πορτρέτα», «Η Αυλαία του Έρωτα» και «Νέα
Γη». Αναφορικά με τα ποιήματα που συνθέτουν τη συλλογή, πραγματεύονται διάφορα
θέματα, μα κυρίως θα μπορούσα να πω, πως όλα περιστρέφονται γύρω από τη ζωή και
το θάνατο. Πιστεύω πως η ζωή και ο
θάνατος είναι τα βασικότερα θέματα που απασχολούν την τέχνη καθώς είναι θέματα
συνδεδεμένα απόλυτα με το ανθρώπινο στοιχείο. Ζωή είναι ο έρωτας, η αγάπη, η
φιλία, η φύση, η επαφή με το Θείο, οι μεγάλες ιδέες, η κάθε δημιουργία που τιμά
την τέχνη, ό,τι μας περιβάλει και ό,τι νιώθουμε... Θάνατος, πέραν απ’ τον
βιολογικό που μας πληγώνει, είναι η κάθε είδους ασχημία, η μοναξιά και ο αγώνας
που κάνει ο καθένας για να την ξεπεράσει, οι πόλεμοι, οι αδικίες, τα
αποσαθρωμένα συστήματα και η κάθε είδους εκμετάλλευση. Τον ίδιο το θάνατο
μεταφέρουν οι άνθρωποι που δεν αγάπησαν και δεν αγαπήθηκαν. Θάνατος είναι ο
κενός χρόνος, οι αδειανές ψυχές, η φιλαυτία που μας εκκενώνει σιγά-σιγά κάθε
ανάγκη να πλησιάσουμε τους άλλους, για να τους γνωρίσουμε και μέσα από αυτούς
να γνωρίσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς…
· Διαβάζουμε ότι η συλλογή αφιερώνεται «Στη
γιαγιά μου Κατερίνα, για το φως της χαράς που μου πρόσφερε, για τα σημάδια που
άφησε στην ψυχή μου χαραγμένα με ευλάβεια και αστείρευτη αγάπη.» Θα πρέπει να
ήταν πολύ δυνατή η σχέση που είχατε με την γιαγιά σας και πολύ αξιόλογος
άνθρωπος.
Έχετε
δίκιο, η σχέση ήταν πολύ δυνατή, ήταν σχέση ζωής και ένωσης ψυχών. Στη γιαγιά
μου χρωστώ πολλά μα κυρίως την καθοδήγησή της στην αναζήτηση της αλήθειας, της
υπέρβασης και της ομορφιάς. Είμαι απ’ τους ανθρώπους που πιστεύουν πως η
ομορφιά διδάσκεται, και η γιαγιά μου, κέντησε μέσα μου την ομορφιά με ευλάβεια.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο όσο ζω θα την έχω μαζί μου, γιατί ανάμνησή της είναι κάθε
εικόνα ομορφιάς που συναντώ και θα ’θελα να τη ζήσω μαζί της. Στο πρόσωπό της
γιαγιάς καθρεφτιζόταν η δύναμη της ανιδιοτελούς αγάπης, αυτής της συγκλονιστικής
εμπειρία αγάπης που τόσο δύσκολα συναντάμε και αν αυτό γίνει μια φορά στη ζωή
μας, πρέπει να είμαστε ευγνώμονες για όλη την υπόλοιπη. Η χαρισματική της
υπόσταση έμελλε να γίνει βίωμα και τρόπος ζωής που θα καθόριζε τη δική μου
πορεία. Η γιαγιά μου υπήρξε ο άνθρωπος που μου έδωσε εκείνα τα εφόδια, ώστε να
μην αποδεχθώ πολλές πτυχές της μοίρας μου και να ψάξω για το πεπρωμένο μου.
Αποφάσισα να της αφιερώσω αυτό το βιβλίο, γιατί πέραν απ’ το γεγονός ότι υπήρξε
η βασικότερη πηγή έμπνευσής μου, είχα έντονη την επιθυμία να επενδύσω στην
μνήμη αυτής της γυναίκας, γιατί για όσο αυτό το βιβλίο θα αντέχει στο χρόνο, η
αγάπη μας θα ζει κι ας μην είναι κανείς απ’ τους δυο μας εδώ για να τ’
αποδείξει… Να γιατί γράφω. Γιατί η ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία
λέξη δεν την έχει ο θάνατος, γράφει ο μεγάλος Ελύτης.
· Το 2013 εκδίδεται η ποιητική συλλογή «Όλα αυτά που θα
θελα να ξέρεις» σε συνεργασία με την ποιήτρια Μαρία Δαπόλα. Προσωπικά αυτού του
είδους τις συνεργασίες δυσκολεύομαι να τις κατανοήσω, επειδή μου είναι ακόμα
πιο δύσκολο να ξεχωρίσω ποιος έγραψε τι, αλλά κυρίως το ύφος του κάθε ποιητή. Το
λέω αυτό ανεξάρτητα από την αξία τόσο των ποιημάτων, όσο και των ποιητών/τριών.
Πως προέκυψε εκείνο το βιβλίο, η συνεργασία. Ποια ανάγκη το δημιούργησε;
Μπορώ να καταλάβω τον προβληματισμό σας, ο οποίος και σε
μένα τον ίδιο θα γεννιόταν αν είχα απέναντί μου ένα τέτοιου είδους βιβλίο.
Μάλιστα ήταν και από τις συχνότερες ερωτήσεις που δεχθήκαμε από τον κόσμο που
βρέθηκε στις παρουσιάσεις του βιβλίου και όχι μόνο. Το εγχείρημα μου φαντάζει
εξαιρετικά δύσκολο με οποιονδήποτε άλλο εκ των υστέρων, γι’ αυτό και
καταλαβαίνω τον ουσιαστικό ρόλο της χημείας αλλά και της όμορφης φιλίας που
έχουμε με τη Μαρία για τη δημιουργία αυτού του βιβλίου. Η συνεργασία προέκυψε έπειτα
από πρόταση της Μαρίας, όταν είχε πάθει κάποιο ατύχημα και καθηλώθηκε για
κάποιο διάστημα στο κρεβάτι. Για την ίδια ήταν ένας τρόπος να διατηρήσει την
ζωντάνια που την χαρακτηρίζει αλλά και για μένα μια φοβερή ευκαιρία να γνωρίσω
έναν άνθρωπο, που έμελε να γίνει φίλη ζωής. Μέχρι τότε γνώριζα μονάχα το σύζυγό
της, φίλο και καθηγητή μου κ. Παύλο Δαπόλα, ο οποίος είχε αναλάβει τη
φιλολογική επιμέλεια της πρώτης μου συλλογής και έπειτα των υπολοίπων. Η συγγραφή της συλλογής κράτησε όσο και η
αποκατάσταση της Μαρίας, περίπου ενάμισι χρόνο. Συναντιόμασταν πάντα στο σπίτι
της και γράφαμε, μας προβλημάτιζαν τα ίδια πράγματα μα και όσες φορές
παρουσίαζε ο καθένας μας κάτι διαφορετικό, αποτελούσε για τον άλλο μια πρόκληση
να σκεφτεί και να νιώσει μαζί με τον άλλο ένα μέρος του κόσμου του. Στον
πρόλογο του βιβλίου γράφουμε: «Το βιβλίο αυτό ήταν η πραγματοποίηση ενός κοινού ονείρου. Η
παράλληλη συγγραφή του προέκυψε από την ανάγκη να μοιραστούμε μαζί σου πράγματα
που ακούσαμε, διαβάσαμε, ζήσαμε και μάθαμε μιας και είχαν τη δύναμη ν’ αλλάξουν
ένα κομμάτι της ζωής μας, να μας κάνουν να δούμε κάπως αλλιώς τα πράγματα
και ν’ ανοίξουν δρόμους για το μέλλον. Πρόκληση αποτέλεσε η απόδοση αυτών
των μηνυμάτων με μια λογοτεχνική θωριά για τα όσα συμβαίνουν στις ζωές μας.
Οι λέξεις πήραν μορφή απ’ τις ψυχές μας και προσπαθήσαμε να εκφράσουμε κάτι όμορφο
κι αληθινό…». Υπήρξε μια εξαιρετική συνεργασία την οποία πάντα θα θυμάμαι με
αγάπη. Η Μαρία πλέον είναι μέρος της ζωής μου και από τους πιο δικούς μου
ανθρώπους.
·
Είστε ένας νέος ποιητής της μεγαλονήσου.
Έχετε αποσπάσει διακρίσεις για την ποίησή σας. Πόσο ικανοποιητικά μπορείτε να
διαχειριστείτε την επιτυχία στον χώρο των γραμμάτων;
Οι διακρίσεις που έχω αποσπάσει υπήρξαν και ένα κίνητρο για να προχωρήσω
στην έκδοση της ποίησής μου, σχετικά νωρίς ηλικιακά. Λειτούργησαν για μένα όπως
ακριβώς και η γνωριμία μου με ποιητές του νησιού και της Ελλάδας, που διάβασαν
την ποίησή μου και με συμβούλευσαν με ξεχωριστή αγάπη, τους οποίους και
ευχαριστώ. Δεν θα μπορούσα να μιλήσω για επιτυχία, αλλά για το ξετύλιγμα της
ποιητικής μου ταυτότητας που έτυχε αποδοχής και αυτό ναι, μου δίνει μεγάλη χαρά
και ικανοποίηση. Άλλωστε δεν νομίζω να μπορούμε να μιλάμε για «επιτυχία» με
τους σημερινούς της όρους, όταν μιλάμε για ποίηση. Η ποίηση για μένα ήταν η
μεγαλύτερη στιγμή της συνάντησής μου με το πεπρωμένο μου. Τη ζω καθημερινά με
το πρώτο χάραγμα της μέρας, στα μελαγχολικά μου απογεύματα, στα βράδια που δεν
μ’ αφήνουν οι στίχοι ήσυχο, στα δάκρυα που χαρίζω στη μνήμη της γιαγιάς μου κάθε
που τη θυμάμαι, στους ρυθμούς της ζωής, στους έρωτες, στις φιλίες, στις αγάπες,
στις αποφάσεις μου. Καταβάλλω βέβαια το τίμημα για το χάρισμα που αξιώθηκα,
αγωνίζομαι για την ψυχή μου, και όσο αγωνίζομαι τόσο πιο αυθεντικά γράφω,
προσπαθώντας να ανακαλύψω τον κόσμο μου. Δεν είναι εύκολος ο δρόμος και δεν θα
σας πω πως τον διάλεξα από θάρρος. Τον διάλεξα γιατί δεν είχα άλλη επιλογή, τον
διάλεξα διότι είχα ανάγκη να τον επιλέξω. Ήταν θέμα επιβίωσης. Αυτό είναι για
μένα η ποίηση. Ζήτημα ζωής και θανάτου.
·
Πως ξεκινήσατε την ενασχόλησή σας με την
ποίηση. Τι στάθηκε ως αφορμή;
Πιστεύω πως ο ποιητής γεννιέται μέσα από μια βασική πληγή
που τον συγκλονίζει, ώστε να ’ρθει αντιμέτωπος με το χάρισμά του και από εκείνη
τη στιγμή βλέπει τον κόσμο με άλλα μάτια, όπως γράφω και σ’ ένα μου ποίημα. Για
μένα η πληγή που δημιούργησε ο φόβος της απώλειάς της γιαγιάς μου στα δεκατρία
μου χρόνια, γέννησε ένα διαφορετικό κόσμο μέσα μου, ένα κόσμο στον οποίο η
ποίηση ήταν απαραίτητη. Αυτή η πληγή, ήταν αυτή που με έκανε ποιητή και έτσι η
γιαγιά μου υπήρξε η αρχή της ποίησης μέσα μου. Η αγάπη της ήταν η πρώτη ύλη για
το πνευματικό μου ταξίδι.
· Ο ποιητής γεννιέται με κάποιο θείο χάρισμα
ή μπορεί να δημιουργηθεί μέσα από σκληρή δουλειά; Ποια η άποψή σας;
Κάθε
είδους δημιουργία, κάθε είδους τέχνη προϋποθέτει το θείο χάρισμα. Βέβαια η
σκληρή δουλειά είναι αυτή που έρχεται να το αναδείξει όπως του αξίζει και να το
μεταφέρει στο χρόνο. Και τα δύο είναι απαραίτητα για τη δημιουργία. Το χάρισμα
εξαντλείται χωρίς σκληρή δουλειά, αλλά και η σκληρή δουλειά από μόνη της δεν
σου δίνει το χάρισμα. Και οι δύο αυτές καταστάσεις σε οδηγούν σε αποτελέσματα
μετριότητας.
· Στον χώρο της ποίησης η Κύπρος έχει να
επιδείξει σπουδαίους δημιουργούς, τόσο στα περασμένα χρόνια αλλά και στους
τωρινούς χρόνους. Θεωρώ όμως ότι οι παρακαταθήκες που μας άφησαν οι προκάτοχοι
ποιητές, περιέχουν ασήκωτα φορτία πνευματικής αξίας. Με τι δυνάμεις θα
αντέξουμε; Πως θα ανταπεξέλθουμε και πως θα συνεχίσουμε;
Ξέρετε, πιστεύω
πως αυτή σας η ερώτηση θα μπορούσε να διατυπωθεί και σε ένα άλλο νέο ποιητή,
έπειτα από εκατό χρόνια προβάλλοντας τις ίδιες ανησυχίες, και το λέω αυτό γιατί
είναι μέσα στη φύση των δημιουργών να ανησυχούν για το παρόν και κυρίως το
μέλλον. Θα αντέξουμε και θα συνεχίσουμε, όπως άντεξαν και συνέχισαν τόσες και
τόσες γενεές, καταστάσεις που τοποθετημένες σε ιστορικό πλαίσιο υπήρξαν και
πολύ πιο δύσκολες από τις σημερινές. Σίγουρα μας βαραίνει η παρακαταθήκη των
προηγούμενων δημιουργών και είμαστε ευγνώμονες γι’ αυτήν, μα η ποίηση που δεν
είναι άλλη απ’ την ίδια τη ζωή έχει πάντα τον τρόπο της να επιβιώνει. Δανείζομαι
το λόγια του ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη, που διατύπωσε όταν κλήθηκε να παραλάβει το Νόμπελ
Λογοτεχνίας: «Ναι, η συμπεριφορά
του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως
νιώθει πάντα την ανάγκη ν’ ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε
ποίηση. Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης
και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να ’βρει καταφύγιο· απαρνημένη,
έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι' αυτή
δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασίλειό της είναι στις
καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν' αποφεύγει πάντα τη συνήθεια,
αυτή τη βιομηχανία».
·
Ο ποιητής εμπνέεται για να γράψει. Εσείς
από πού αντλείτε την έμπνευσή σας;
Όπως έχω προαναφέρει θεωρώ πως ο ποιητής βλέπει μ’ άλλα
μάτια από εκείνα του κόσμου. Αυτά τα μάτια αρνούνται κάθε ασχημία και
διακρίνουν την ομορφιά μέσα στα απλά και καθημερινά πράγματα που πολλές φορές
περνούν απαρατήρητα. Για τον ποιητή υπάρχουν ερεθίσματα παντού, που μιλούν στην
ψυχή του και τον καλούν να γράψει. Ο ποιητής για μένα ανήκει στον κόσμο, είναι
ένα επαναστατημένο πολιτικό ον που προσπαθεί να μείνει ασυμβίβαστο μέσα στην
δύνη των χρόνων που ζει, οραματιζόμενος έναν καλύτερο κόσμο, έναν κόσμο που θα
τον χαρακτηρίζει η ισορροπία με το Θείο, τον συνάνθρωπο και τη φύση. Μέσα από
την άρνηση στο δεδομένο και στην μορφή του πρόσκαιρου που ζούμε, προκύπτει η
έμπνευση. Για μένα βασικά θέματα της έμπνευσής μου υπήρξαν η ζωή και ο θάνατος
όπως τα ανέλυσα προηγουμένως και από αυτά πιστεύω πως θα συνεχίσω να αντλώ και
στη συνέχεια.
·
Και να η κοινή ερώτηση. Τελικά τι ορισμό θα
δίνατε στην ποίηση; Τι είναι ποίηση για εσάς;
Μια κοινή ερώτηση, που δεν θα λάβει ποτέ μια κοινή απάντηση
ακόμα κι αν ερωτάτε το ίδιο άτομο σε διαφορετικούς χρόνους. Κάπου είχα διαβάσει
πως ο ορισμός της ποίησης θα δοθεί όταν θα γραφτεί το τελευταίο ποίημα και μου
άρεσε. Τόλμησα να δώσω έναν ορισμό στην πρώτη μου συλλογή και θα τον μοιραστώ
μαζί σας: «Μέσα απ’ τη μουσική της ψυχής του ανθρώπου
γράφει κανείς ποίηση. Η ποίηση είναι στιγμές πλημμυρισμένες από συναίσθημα που
η ψυχή προστάζει να πάρουν μορφή, μια μορφή που αντιπροσωπεύει κάτι ξεχωριστό,
μια μορφή δημιουργημένη πότε με απερίγραπτη χαρά και χαμόγελο και πότε με δάκρυ
και πόνο. Η ποίηση βρίσκει αντίκρισμα καθώς αγγίζει αυτά που νιώθουμε, καθώς
γίνεται πραγματικά δική μας μέσα απ’ τον κάθε στίχο. Η ποίηση χαμογελά σαν
καταφέρει ν’ αγκαλιάσει τις ψυχές μας με αγάπη και μας κρατήσει συντροφιά για όσο
εμείς αποφασίσουμε να τη φιλοξενήσουμε». Αυτό είναι για μένα ποίηση, η τέχνη μέσα από
την οποία αντλούμε όλοι μας, η τέχνη για την οποία καλείσαι να καταβάλεις
τίμημα για να την ακολουθήσεις είτε ως αναγνώστης είτε ως δημιουργός.
·
Παρ’ όλο που είστε νεότατος θα υποστήριζα
ότι οι νέοι της εποχής μας, δεν ασχολούνται ούτε με την ποιητική τέχνη ούτε
(ακόμα χειρότερα) με την ανάγνωση της ποίησης. Ποια η άποψή σας. Σε τι
οφείλεται αυτό;
Θεωρώ πως το κοινό της ποίησης ήταν πάντα λίγο, γιατί όπως
είπα και πιο πάνω έχει το τίμημά της η ποίηση. Γενικά ο πνευματικός αγώνας του
καθενός είναι προσωπική υπόθεση στην οποία καμία επέμβαση δεν μπορεί να γίνει
πέρα από μια ουσιαστική καθοδήγηση, που θεωρώ πως θα έπρεπε να είναι και η
σημαντικότερη επιδίωξη της παιδείας μας. Η ποίηση, οι τέχνες, όπως και κάθε τι
το αληθινό σε καλεί ελεύθερα να το ζήσεις αν σε εκφράζει. Την τελευταία περίοδο
συνάντησα πολλούς ανθρώπους που κάνουν φοβερές προσπάθειες για να δημιουργήσουν
και να παρουσιάσουν κάτι καλό σε άλλους τομείς της τέχνης. Άλλοι πάλι
ασχολούνται με την ποίηση, αλλά δεν έχουν το θάρρος να προχωρήσουν στην έκδοση
της δουλειάς τους. Οι δύσκολες εποχές που διανύουμε έδωσαν τροφή στους
ανθρώπους με καλλιτεχνικές ανησυχίες γι’ αυτό και είμαι αισιόδοξος για τη
συνέχεια.
·
Τελειώνοντας θα ήθελα να σας ρωτήσω για το
πρόβλημα κατοχής της Κύπρου και την σχέση του με την ποίηση. Επηρέασε και
γράφτηκαν ορισμένα από τα σπουδαιότερα ποιήματα της Κυπριακής Ποίησης. Εσάς σας
έχει εμπνεύσει;
Πράγματι, αυτή η πληγή γέννησε
σπουδαίους στίχους και σπουδαίους ποιητές που έγραφαν από αληθινό πόνο για
εκείνη την τραγική περίοδο αλλά και για τη δύσκολη συνέχεια. Καθώς προέρχομαι
από οικογένεια προσφύγων, άκουσα και γνώρισα πολλά για εκείνη την περίοδο στα
παιδικά και εφηβικά μου χρόνια. Μεγάλωσα με τη νοσταλγία της γιαγιάς και του
παππού να μου γνωρίσουν τους τόπους τους, πράγμα το οποίο και έγινε, κάτω από συνθήκες
που μας επιτράπηκε. Το γεγονός αυτό με έκανε να γράψω για όσα με προβλημάτιζαν
γύρω από την τραγωδία του νησιού και στην πρώτη και στην τρίτη μου συλλογή.
Εύχομαι η ποίησή μας τα επόμενα χρόνια, να αντλεί τα θέματά της από την
επανένωση και την λύτρωση τούτου του τόπου.
· Ευχαριστούμε από καρδιάς κύριε Τιμοθέου για
την παραχώρηση αυτής της συνέντευξης ……………………
Δεν έχω παρά να σας ευχαριστήσω και εγώ για την τιμή που μου κάνατε, για
τον χρόνο που μου δώσατε και για τις τόσο εύστοχες ερωτήσεις που με βοήθησαν να
ξετυλίξω τις σκέψεις μου. Σας εύχομαι καλή συνέχεια και πάντα να έχετε την ίδια
αγάπη για την ποίηση και τους ποιητές του τόπου.
Η ποίηση είναι στιγμές πλημμυρισμένες από συναίσθημα που η ψυχή προστάζει να πάρουν μορφή, μια μορφή που αντιπροσωπεύει κάτι ξεχωριστό, μια μορφή δημιουργημένη πότε με απερίγραπτη χαρά και χαμόγελο και πότε με δάκρυ και πόνο. Η ποίηση βρίσκει αντίκρισμα καθώς αγγίζει αυτά που νιώθουμε, καθώς γίνεται πραγματικά δική μας μέσα απ’ τον κάθε στίχο. Η ποίηση χαμογελά σαν καταφέρει ν’ αγκαλιάσει τις ψυχές μας με αγάπη και μας κρατήσει συντροφιά για όσο εμείς αποφασίσουμε να τη φιλοξενήσουμε». Σας συγχέρω αυτή σας η παράγραφος με εκφράζει απολύτα συνεχίστε το έργο σας με αγάπη.
ΑπάντησηΔιαγραφή