Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιωάννου Άνθιμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιωάννου Άνθιμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 2 Μαρτίου 2019

ΑΝΟΙΞΗΣ ΝΥΧΤΕΣ / ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ


γέμισε η νύκτα μυρωδιές
και χίλιες αναμνήσεις
μνήμες που δεν κατάφερες
στο χρόνο να 
νικήσεις
μνήμες που γεννηθήκανε
θύμησες που γεννιούνται
την άνοιξη που τα πουλιά
το γυρισμό θυμούνται
άνοιξης νύκτες θεϊκές
νύκτες μου μυρωμένες
με του έρωτα τ αρώματα
γλυκά πλημμυρισμένες
μια φαντασίωση γλυκιά
γεμίζει την ψυχή σου
του έρωτα τα χρώματα
γεμίζουν την ζωή σου
άνοιξης νύκτες θεϊκές
γεμάτες αναμνήσεις
στιγμές γεμάτες χρώματα
γεμάτες συγκινήσεις

Τετάρτη 2 Μαΐου 2018

ΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΓΕΥΣΕΙΣ / Ιωάννου Άνθιμος


Τι γεύση έχει η χαρά
η ξεγνοιασιά, η ανεμελιά
τι χρώμα έχει η ζωή
πως νάναι η λεύτερη ψυχή
τι γεύση έχει ένα φιλί
σαν αγαπάς, και σ αγαπούν
πως νοιώθει τάχα μου κανείς
το σ αγαπώ, όταν του πούν
φτάνει στ αλήθεια,εκεί ψηλά
στον ουρανό στ αστέρια
κει που οι αγγέλοι στήσανε
τα θεικά λημέρια
νοιώθει στα χείλια όπως λεν
νέκταρ και αμβροσία
και με τη λέξη σ αγαπώ
κερδίζει αθανασία
τι γεύση έχει ο έρωτας
η αγκαλιά, το πάθος
όταν τον νοιώθεις δυνατά
απ της ψυχής το βάθος
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Τετάρτη 28 Μαρτίου 2018

ΧΑΜΕΝΟΣ / Ιωάννου Άνθιμος


Σε άγνωστους κόσμους ταξιδεύω,
σε άγνωστα μέρη και τοπία,
όλα πρωτόγνωρα και ξένα,
που να είναι τάχα η ευτυχία,
κι έτσι χαμένος σ αυτούς τους δρόμους,
σαν ταξιδιώτης δίχως πυξίδα,
σαν ναυαγός που έχει ξεμείνει,
σε άγονη ξένη, μικρή νησίδα,
γυρεύω να βρω την ευτυχία,
όμως που να είναι, που θα την βρω,
είναι πιστεύω μια ουτοπία,
είναι ένας δρόμος που δεν θα βρω,
κι έτσι χαμένος, σ άγνωστους δρόμους,
σαν ταξιδιώτης χωρίς πυξίδα,
σαν στρατιώτης, μέσα σε μάχη,
που έχει χάσει, πια την ελπίδα,
γυρεύω στράτες του γυρισμού,
μες στου μυαλού μου τα μονοπάτια,
και στης ψυχής μου τις λεωφόρους,
με οδηγό μου τα δυο μου μάτια,
σε άγνωστους δρόμους, ψυχή μου τράβα,
να βρεις το ένα, το ιδανικό,
να νοιώσεις ίσως, την ευτυχία,
αυτό που θα είναι μοναδικό.
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

ΔΩΣΕ ΟΥΡΑΝΕ / Ιωάννου Άνθιμος


σήκωσα ψηλά τα χέρια
για να πιάσω ουρανό
λίγο από το γαλάζιο
ν’ ακουμπήσω να χαρώ
ουρανέ μου που σκεπάζεις
ότι υπάρχει στον ντουνιά
δόσε μου κι’ εμένα λίγο
απ’ το μπλε σου που φοράς
σεντονάκι να της φτιάξω
το κορμί της να τυλίγει
να την κάνω εγώ δική μου
όσο ζω ποτέ μην φύγει
δόσε μου ουρανέ το μπλε σου
για να βάψω τ’ όνειρο μου
το κορίτσι π’ αγαπάω
να γινεί τώρα δικό μου
σεντονάκι θα της φτιάξω
σαν μιά θάλασσα πλατειά
κι’ αν το θέλει τότε θάμαι
δίπλα της παντοτεινά
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Τρίτη 15 Αυγούστου 2017

Η ΕΥΤΥΧΙΑ / ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ


Μια νύχτα φεγγαρόλουστη,
και αστροφωτισμένη,
νύχτα με χίλια αρώματα,
των λουλουδιών λουσμένη,
σε γνώρισα, και έζησα,
όλα τα όνειρα μου,
είδα στα μάτια σου τα δυο,
βαθειά μες στην καρδιά μου,
κι ένοιωσα πως μου δόθηκε,
αυτό που ονειρευομουν,
ότι ποθούσα στη ζωή,
με σένα το γευόμουν,
αγάπη κι έρωτας μαζί,
χαρά και ευτυχία,
ήρθαν μαζί σου αγάπη μου,
και δόσανε αξία,
σε μια ζωή, δίχως σκοπό,
χωρίς καμιά ουσία,
φέραν αλήθεια, μα και φως,
φέραν την ευτυχία.


Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

ΔΥΣΗ ΜΟΥ ΚΙ ΑΝΑΤΟΛΗ


Δύση μου, κι ανατολή μου,
φίλησε με,
ήλιε μου και φεγγάρι μου,
αγάπησε με,
κάτω απ το φως του φεγγαριού,
αγκάλιασε με,
αγάπη δος μου, μάτια μου,
και ζάλισε με,
να γίνουν ένα τα κορμιά,
φωτιές να σβύσουν,
στη γη χυμούς ερωτικούς,
γλυκούς να αφήσουν,
δύση μου κι ανατολή μου,
ανάστησε με,
ήλιε μου και φεγγάρι μου,
αγάπησε με,
δος μου φιλιά, γλυκά φιλιά
και μέλωσε με,
σφίξε με μες στην αγκαλιά,
και θέωσε με
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Σάββατο 1 Απριλίου 2017

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΠΑΡΚΟ


Πρώτο ταξίδι, στα δεκαενιά, ήμουν ένα μικρό αγόρι
Αβάνα , ο προορισμός, εκει θα πάει το βαπόρι
ήταν πρωί, και έκαιγε, ο ήλιος, είχε ζέστη
κι εγώ στην πρύμνη, έβαφα, μαζί με τον Ανέστη,
το κλίμα είναι τροπικό, είχε πολλή υγρασία
αν θες ν΄ αντέξεις, ξέχνα το, μην δίνεις σημασία
τελειώσαμε την βάρδια,και τρέξαμε για μπάνιο
κι ύστερα εις στον πλοίαρχο, για να μας δόσει δάνειο
αργότερα, χαρούμενοι,φύγαμε για Χαβάνα,
ο οδηγός, μασούλαγε...έτρωγε μια μπανάνα,
που πάτε ρε καλόπαιδα, στα ελληνικά ρωτούσε,
φαινότανε, με ναυτικούς, πως κάθε μέρα ζούσε,
κορίτσια θέλετε, παιδιά, ρώτησε μ υποψία
δεν μοιάζετε για αδελφές, ειπε με μιά κακία
κοιτάζαμε , αμήχανοι, χάσαμε την μιλιά μας
τι λέει τούτος ο τρελλός, βγήκαμε απ τα νερά μας
κάποια στιγμή, σταμάτησε, έξω από ένα πάρκο
εδώ θα πάτε, αν θέλετε, κι έβγαλε ένα πάκο
χιλιάδες πέσος ήτανε, μας κοιταξε με τρόπο
αν έχετε συνάλαγμα, δίνω μεγάλο τόκο
στην τράπεζα, δολλάρια, τα παίρνουν ένα πέντε
εγώ σας δίνω μετρητά, το ένα για εικοσιπέντε
μας άρεσε η συναλλαγή, κι αλλάξαμε καμπόσα
από εκατό ο ένας μας, το σύνολον διακόσια
μπάτε στο πάρκο, κάτσετε, θα δείτε τις κοπέλες
μην περιμένετε να ρθούν, δεν έχουνε ταμπέλες
παίξτε το μάτι, ξέρετε, δυό λέξεις να τους πείτε
βάμος α κάζα, το πιό απλό, κι αντίδραση θα δείτε
πήγαμε οι δυό και κάτσαμε, σένα μικρό παγκάκι
έτρεμε η καρδούλα μας, χάθηκε το υφάκι
δύο κοπέλλες ζύγωσαν, και κάτι μας ρωτήσαν
μιλούσανε ισπανικά, χαμόγελα χαρίσαν
ο φίλος μου, πιό τολμηρός, σήκωσε το κεφάλι
βάμος α κάζα, ρώτησε, και τόσκυψε και πάλι
αυτές, γέλασαν δυνατά, μας πιάσαν απ το χέρι
βάμος μας ειπαν...... γρήγορα, να γίνει νταραβέρι
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

Άνθιμος Ιωάννου (μικρή αναφορά)

O Άνθιμος Ιωάννου γεννήθηκε το 1953 στη Λεμεσό. Την ενασχόλησή του με την ποίηση την ξεκίνησε στην Γ΄ Γυμνασίου, ύστερα και από παρότρυνση των καθηγητών του που είχαν διακρίνει την έφεση στην δημιουργία στιχουργημάτων με ρίμα. Εργάστηκε ως ναυτικός και έζησε δέκα χρόνια στη Γερμανία. Μέχρι και σήμερα δεν έχει εκδώσει κάποια ποιητική συλλογή και ως εκ τούτου υπάρχει τεράστιο ανέκδοτο υλικό κυρίως στο πεδίο της ποίησης. Ασχολείται και με την συγγραφή μυθιστορημάτων. Ποιήματά του μπορείτε να αναγνώσετε στον προσωπικό του λογαριασμό στο FB αλλά και σε ποιητικά ιστολόγια. 

Άνθιμος Ιωάννου: Δύο (2) Ποιήματα

                   ΤΟ ΠΟΣΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟ

Στο δρόμο άνθρωποι πολλοι, κοντοί ψηλοί...και γέροι,
Νέοι, γεμάτοι ομορφιά, που πάνε;;; ποιός να ξέρει,

Σε μιά γωνιά ένας καστανάς, στην άλλη ένας ζητιάνος,
Κόσμος περνά αδιάφορα, πιό κάτω κι’ ένας νάνος....

Στο καφενείο παίζουνε, τάβλι και δεν τους νοιάζει,
Αν ο ζητιάνος πείναγε, κι’ ο καστανάς...φωνάζει,

Πιό κάτω ένα κυριλέ...μπαράκι για πλουσίους,
Πίνουν καφέδες με ποτά....Ιταλικούς και κρύους,

Γελούν , φωνάζουν, δεν κοιτούν, τριγύρω...δεν τους μέλλει,
Ας πρόσεχαν οι άμοιροι, ο ήλιος ανατέλλει,

Μόνο γι΄αυτούς που έχουνε, να φάνε και να πιούνε,
Αυτούς που μες΄τα πλούτη τους, τους άλλους αγνοούνε,

Κάποια στιγμή περαστικός, φωνάζει...για κοιτάτε,
Τούτος εδώ...απόθανε....η τάχα μου κοιμάται,

Κι΄έδειξε με το δάκτυλο, τον άμοιρο ζητιάνο,
Που είχε πέσει κατά γης, σ΄ένα χαρτόνι επάνω,

Κανένας  δεν κουνήθηκε...να πάει να βοηθήσει,
Ο καστανάς πολέμαγε...την θράκα να μην σβύσει,

Στο καφενείο δεν σήκωσαν, οι παίχτες το κεφάλι,
Ούτε οι θαμώνες νοιάστηκαν, συνέχισαν και πάλι,

να λέν τις ιστορίες τους, να πίνουνε ουζάκι,
και να ζητούν κάθε φορά...ωραίο μεζεδάκι,

στο μπαρ εκεί το κυριλέ, ζούνε σ΄άλλο πλανήτη,
δεν έχουν σχέση με αυτόν, που έλεγαν...αλήτη,

πίνανε την σαμπάνια τους, και τρώγανε χαβιάρι,
κι ο κάπελας τους έφερνε κρασί απ΄το κελλάρι,

σε λίγο έφτασε εκεί, ένα ασθενοφόρο,
δυό διασώστες κι΄ο γιατρός, κάναν τον αχθοφόρο,

πάει κι’ αυτός μουρμούριζαν....κι’ έκαναν τον σταυρό τους,
συνήθισαν να βλέπουνε, τέτοια στ΄οκτάωρο τους,

και η ζωή συνέχισε, δεν άλλαξε μια στάλα,
πιό κάτω κάμποσα παιδιά, παίζανε όλα μπάλα,

στη μιά γωνιά ο καστανάς,στην άλλη ...άλλος ζητιάνος,
ήρθε στο πόστο το καλό...και τόπιασε ο νάνος...


***


  ΑΔΕΛΦΙΑ ΣΙΑΜΑΙΑ


Έπεσε η νύχτα, κι η σκηνή,
Έριξε  την αυλαία,
Η μοναξιά κι η σιωπή,
Αδέλφια σιαμαία,

Σκοτάδι έπεσε πυκνό,
Κι’ η νύχτα το σεντόνι,
Το στρώνει ως τον ορίζοντα,
Κι εσύ κοιμάσαι μόνη,

Τ΄αστέρια σκεπαστήκανε,
Χάθηκε το φεγγάρι,
Κι η μουσική βουβάθηκε,
Δεν σούκανε την χάρη,

Και κολυμπάς στην μοναξιά,
Κι’ η σιωπή σκεπάζει,
Αισθήματα αληθινά,
Κα την ζωή ρημάζει,

Η μοναξιά και η σιωπή,
Αδέλφια σιαμαία,
Χάθηκαν τ’ αστρα τ΄ουρανού,
Έπεσε η αυλαία.



Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2017

Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ / Ιωάννου Άνθιμος


είδα στα μάτια της την λάμψη,
στο πρόσωπο της το φεγγάρι,
είχε ψυχή γεμάτη αγάπη,
και το κορμί της όλο χάρη,
είναι γυναίκα με καρδιά,
που ήξερε να αγαπά,
ήτανε πλάσμα...αλλοτινό,
από έναν τόπο αλαργινό,
ειν η γυναίκα που αγαπώ,
που γέννησαν τα όνειρα μου,
είναι για μένα ο άνθρωπος μου,
αυτή που έχω στην καρδιά μου,
ειναι αυτή που μ΄αγαπάει,
και στο καλό και στο κακό....
γιατί έτσι έμαθε να ζει
να στέκει πάντοτε εκεί,
θέλω δυό λόγια να της πω....
πως πάντα θα την αγαπώ....
πιό πάνω κι΄από τη ζωη μου,
γιατ ειναι μέρος της ψυχής μου,
κι΄ότι δεν θέλω να σκεφτώ,
ζωή χωρίς αυτήν να ζήσω,
καλύτερα πρώτος εγώ....
τον μάταιο κόσμο να αφήσω.....
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2016

ΕΛΠΙΔΑ ΖΗΤΑ


μάτια πρισμένα,απο το κλάμα,
δάκρυα κι αίμα, μαζί ένα κράμα,
χέρια που τρέμουν, σώμα σκυφτό,
καρδιά μην σπάσεις, απ τον καυμό,
ελπίδα ζήτα, να σου δοθεί,
να ζήση τ όνειρο, να μην χαθεί,
γιατί ο πόνος, πάντα περνά,
κι όταν μεγάλες πίκρες κερνά,
κι έρχεται η ώρα, που ξημερώνει,
κι ο ήλιος βγαίνει, και μας μελώνει,
στέλνει το φως του, να μας φωτίσει,
κι απ την ζωή μας, πίκρες να σβύσει,
ελπίδα ζήτα
να σου δοθεί,
νάρθει η λύτρωση,
μες στη ψυχή,
με λέξεις φράσεις,
σαν προσευχή
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

ΝΑΥΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ


Βγήκαμε Λάγος κι είπαμε, να πάμε στα μπαράκια,
να βρούμε καμιά γκόμενα, να πιούμε δυό ποτάκια,
στην πύλη μας της έστησαν πεντέξι νταβατζήδες,
γυναίκα....ττέλεις ρώταγαν, όλους μας οι νταήδες,
το χρήμα το παιρναν μπροστά, πριν πάρεις το κορίτσι,
και πριν ακόμα πιάσουμε μ΄αυτές το πίτσι-πίτσι,
ήταν σκληροί δεν άφηναν, να βγούνε απ΄το μπαράκι,
αν ήθελες το κάτι τις....είχε ένα καμαράκι.....
κι αυτοί στεκόντουσαν εκεί μην χάσουν την πραμάτεια,
πολλές φορές ερχόντουσαν, ίσαμε τα κρεββάτια,
να δουν μήπως την έψηνες, για νάρθει στο βαπόρι,
η τάχα μου της πούλαγες, κάποια στιγμή...λαβστόρι.....
κάποιοι τα κατάφερανε και πήγανε στη ζουλα....
την νύχτα στην καμπίνα τους....κι έγινε αναμπουμπούλα,
ήρθαν οι μάγκες γρήγορα...τραβήξανε πιστόλια,
κι αρπάξανε τις γκόμενες, μες από τα βαπόρια,
έτσι περνούσε ο καιρός σε τούτα ταλιμάνια,
μέρα τη μέρα μάθαμε και γίναμε τζιμάνια,
δεν φεύγαμε από μπροστά, παίρναμε μια φελούκα,
και βγαίναμε στον μαχαλλά, έτσι κρυφά στη ζούλα.....
κα τις νυχτιές πηγαίναμε κρυφά μες στο καράβι,
χωρίς ποτέ ο νταβατζής, αυτό να καταλάβει
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

ΦΙΓΟΥΡΕΣ.....ΣΤΑ ΣΥΝΝΕΦΑ


Στον ουρανό τα σύννεφα,
σχημάτισαν φιγούρες,
μοιάζουν με ζώα, διάφορα,
μα και μ΄ανθρώπων μούρες,
κι αν θες να δεις ότι αγαπάς,
με λίγη φαντασία,
κλείσε τα μάτια μια στιγμή,
και μπες στην ουτοπία,
θα δεις ανθρώπους πού φυγαν,
μέρη πού χεις ξεχάσει,
αγάπες που περάσανε,
Θεό πού χεις δοξάσει,
κι ύστερα με τον άνεμο,
τα σχήματα αλλάζουν,
σαν σχέδια κινούμενα,
που κάποιοι τα διατάζουν,
αν πάλι κάνεις προσευχή,
θα δεις τον άγιο σου,
κι ύστερα στην συνέχεια,
θα δεις και τον Θεό σου,
γιαυτό κοίτα τα σύννεφα,
και φτιάξε ιστορίες,
κι άσε τους άλλους να γελούν,
και να σου λεν κακίες.
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Κυριακή 7 Αυγούστου 2016

Η ΘΕΑ


Είναι ένα πλάσμα αέρινο,
σαν άγγελος μου μοιάζει,
όταν την βλέπω να περνά,
σε πειρασμό με βάζει
σαν τη Θεά του έρωτα,
σαν μία ανεράδα,
σαν οπτασία που έρχεται,
κάτω απ΄την φεγγαράδα,
μάτια γαλάζια, όμορφα,
κορμί αγαλματένιο,
δυό χείλια κατακόκκινα,
δέρμα σαν φιλτισένιο,
είναι ένα πλάσμα Θεικό,
γέννημα του μυαλού μου,
λες κι είναι ένα παιχνίδισμα,
του μαγεμένου νου μου,
νόμιζα πως κοιμόμουνα,
κι έβλεπα στ΄όνειρο μου,
αυτό το πλάσμα να περνά,
να παίρνει το μυαλό μου,
μα είναι Θεέ μου αληθινή,
τη βλέπω, την μυρίζω,
γυρνά και μου χαμογελά,
και μ΄έρωτα ανθίζω......
ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ


Ένοιωσα ρίγος να περνά,
Την ραχοκοκκαλιά μου,
Όταν σε πήρα αγάπη μου,
Μέσα στην αγκαλιά μου,


Ήταν η πρώτη μου φορά,
Που άγγιζα το κορμί σου,
Ήταν στιγμή ονειρική,
Σαν πήρα το φιλί σου,


Πέταξα ως τον ουρανό,
Φτερά είχα στην πλάτη,
Για νάβρω του παράδεισου,
Τ΄ωραίο μονοπάτι....


Πρώτη φορά σε φίλησα,
Κι΄ένοιωσα ευτυχία,
Πρώτη φορά σ΄αγκάλιασα,
Και είδα πόση αξία,


Έχει η αγάπη στην ζωή,
Και πόσο σου γεμίζει,
Καρδιά ψυχή μα και μυαλό,
Και πόσα σου χαρίζει,


Πρώτη φορά αγάπησα,
Και δεν το μετανοιώνω,
Μα ο έρωτας με έκανε,
Σαν το κερί να λειώνω.


ΑΝΘΙΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

ΕΙΔΑ Τ ΑΣΤΕΡΙΑ ΝΑ ΓΕΛΟΥΝ


Σήκωσα τα χερια μου ψηλά,
Να φτάσω το φεγγάρι,
Κι΄ένοιωσα μέσα στην ψυχή,
Πως ήρθε να με πάρει,

Ο έρωτας ο φτερωτός,
Που μ΄έχει σαιτέψει,
Και νοιώθω ότι καίγομαι,
Αφού μ΄έχει μαγέψει,

Κι΄είδα τ΄αστέρια να γελούν,
Και να με κοροιδεύουν,
Να λένε πως την πάτησα,
Θαρρώ πως με ζηλεύουν...

Ζηλεύουν την αγάπη μου,
Τον έρωτα που νοιώθω,
Γιατί αυτά δεν το μπορούν,
Να νοιώσουνε τον πόθο,

Στέκουν εκεί ακινητα,
Και φως μόνο χαρίζουν,
Μα στις ψυχές μας δεν μπορούν,
Δεν φτάνουν να αγγίζουν. 

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

ΦΩΤΙΕΣ


Γύρω ανάβουνε φωτιές,
Στο κάθε πέρασμα σου,
Οι φλόγες έρχονται θαρρώ,
Απ΄την καυτή ματιά σου,
Κι΄εγώ να καίγομαι χωρίς,
Καρδιά μου ν΄αντιδράσω,
Μ΄αρέσει και αποζητώ,
Την φλόγα να δαμάσω,
Μες΄απ΄τις στάχτες μάτια μου,
Θα γεννηθή η αγάπη,
Αυτή που νοιώθουμε κι΄οι δυό,
Που ειν της ζωής τ΄αλάτι,
Κι΄αν δεν μπορέσω αγάπη μου,
Την φλόγα να σου σβύσω,
Τα χείλη σου αχόρταγα,
Θάρθω και θα τρυγήσω,
Να δυναμώσει πιό πολύ,
Και νάρθει να θεριέψει,
Η πυρκαγιά μες το κορμί,
Καρδιές για να μαγέψει.