Εραστής της ανυπαρξίας το κενό
σαν παιδιά τους αγκάλιασε.
Από τον Φαέθοντα κατέβασε
το χρυσό προσωπείο
πως ήταν γιος του ήλιου.
Αφαιρώντας από τον Ίκαρο
αυτό που δεν ήταν
και τα φτερά που τον σκεπάζανε μανδύας ……
***
Στην κόψη του πεπρωμένου
τα βλέμματα τους έτρεξαν σαν αύρες
και συναντήθηκαν στο άπειρο.
ο θάνατος μιλούσε
με τα στοιχειά της φύσης
***
Θέρος είναι και ο θάνατος δροσίζεται
κάτω από τους ίσκιους του
φυλάγοντας στη σαρκοφάγο το τρόπαιό του
η κιβωτός που διασώθηκε
περιέχει την νικημένη ζωή
**
Η Δήλος
Η Δήλος με τις σπασμένες πέτρες
οστεοφυλάκιο των αγαλμάτων.
Αγγίξαμε τρυφερά τις υγρές τους κόγχες
που τυφλωθήκαν από το απολιθωμένο φως.
Ανάμεσα του ο έρωτας φαίνεται να κοιμάται
τον ύπνο της πρώτης παιδικής ηλικίας
Όμως η ψυχή του
και με τον σβησμένο πυρσό της
βρίσκεται στην αγρύπνια.
***
Ταφική Απομόνωση
Καμιά εκπλήρωση
δεν μπορούσε ν’ αναχαιτίσει
τα μάτια μας που έπλεαν
και χάθηκαν μακριά.
Κάτω από την επιφάνεια της λίμνης
γλιστρούσαν οι χελώνες
σχημάτιζαν ερωτική πομπή
και χόρευαν στο υδάτινο μισόφωτο.
Εκεί που τα γλυκά νερά της αλμύριζαν
πρόβαλε το φάντασμα της αρχαίας θάλασσας
με τα κύματα των άπειρων υποσχέσεών της.
Βγήκαν φεγγάρια
που καταδύθηκαν για το λουτρό τους
και ξανάνιωσαν
κεφάλια Νηρηίδων
στήθη που τέμνουν το πέλαγος.
Το πόδι του χρόνου κρινόταν
στους βραχίονες μιας ζυγαριάς
χωρίς αντίβαρο.
Ταλαντεύτηκε μπροστά μας η θέα
και το φάντασμα της αρχαίας θάλασσας
αναδιπλώθηκε να διαλυθεί
στο σάβανο της ομίχλης.
Οι χελώνες άκουγαν κραδασμούς
που δεν τους εννοούσαμε
μας οδηγούσαν
τα πηδάλια των ποδιών τους
εκεί που μετατοπίσθηκαν όλα
στην αρχική θέση τους.
Όπως άνοιξαν
έκλεισαν οι πύλες του τοπίου
ενταφιάζοντας απομεινάρια
μιας ακινητοποιημένης ζωής.
Έρμαιο στη ναυτία των αιώνων
εκείνος π’ αφήνει
την αρχαία θάλασσα ν’ αναπαύεται
μέσα στην ψυχή του.