"- Τη σκλαβιά τη βαρέθηκα,
Μάνα, κλέφτης θα γίνω.
Της σκλαβιάς δηλητήριο,
Μάνα, ως πότε θα πίνω;"
~
Κι αφού πρώτα εφίλησα
τη γλυκειά μου μανούλα,
τον ανήφορο τράβηξα
στου βουνού την κορφούλα.
~
Κι εκεί πάνω σαν βρέθηκα,
με χαρά στην καρδιά,
με λαχτάρα εφώναξα:
"-Σκλάβος δεν είμαι πια!"