Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημητρίου Ναδίνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Δημητρίου Ναδίνα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου 2017

Δημητρίου Ναδίνα (μικρό βιογραφικό)

Γεννήθηκε στη Λευκωσία.
Ασχολήθηκε με την ποίηση και με το Διήγημα.
Διατέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου.

Έξέδωσε τις παρακάτω ποιητικές συλλογές:

- Αναζητήσεις Ι
- Αναζητήσεις ΙΙ

Μή φύγης / Ναδίνα Δημητρίου

Μή φύγης.
βρέχει πολύ
σαπίζουν τα φύλλα στη γή
τρικλίζουν τα βήματα
σε άχρωμους κήπους,
τα νιογέννητα φτεροκοπούν
σε άγουρες αγκαλιές,
οι ανταύγειες περαστικές
πίσω απ' τα τζάμια.
Λυσσομανούν τα δέντρα
στου δρόμου τις άκριες
δακρύζουνε οι φανοστάτες.
Μή φύγης.
Σε ακροούρανα και σε σκοτάδια
η γη φωλιάζει δίχως παλμό
μόνο εσύ είσαι ζωντανός.
Μή φύγης.
Φόβητρα ορθώνονται τα πρισματικά βουνά
Και των ζωδίων οι δείχτες
ηχούνε στ' αυτιά μας σα δήμιοι.
Μή φύγης.
Του ήλιου το φίλημα οπτασίας αγνάντεμα.
Μή φύγης.

ΕΦΙΑΛΤΙΚΟ / Ναδίνα Δημητρίου



Ήρθαν και μας πήραν
οροσειρά κάμπους και ακρογιάλι
τρικάταρτες γαλέρες
φορτωμένες πειρατές

Ξεφόρτωναν και άδειαζαν
και γιόμιζαν και φεύγανε
και πίσω κάποιοι πάντα μένανε
με χίλιους τρόπους να θυμίζουνε
πως χτυπάνε τ' αστροπελέκια
πως τα μνημόσυνα πληθαίνουν σε μια χώρα

Και το βίος τους με τον τόπο χρονοδέναν

Ήρθαν και μας πήραν
στο ακρόχειλο της σκέψης
στην παραζάλη τον χαμένου
στις απαλάμες τους
κρατώντας τις καρδιές μας
να τις ρίξουνε βολές
στο ατίθασο το ρέμα
σαν κατηφόριζε κι αυτό

Ήρθαν και μας πήραν τα κεφάλια
να χτίσουν τείχη δυνατά
ενάντια στον αγέρα
που τυχόν θα έφερε
σμύρνα, λιβάνι και χρυσό

Και εκεί έμεναν
κι επέμεναν να μας κοιτάζουν
να τραβάμε για το όπου
κουβαλώντας στη ράχη την ψυχή

Να μας κοιτάζουν
όπως τα νήπια
που περιεργάζονται μυρμήγκια
σαν κοπάσει η καταιγίδα
ή σαν κουκουνάρια
που πέσαν απ' τα πεύκα
ύστερα απ' το σκλήρισμα της ξηρασίας

Κι έμειναν να μας ορίζουν
να τρέχουμε σε χώματα ανορίζοντα
ρωτώντας όλοι τα ίδια

Ποιος δρόμος οδηγεί στην Πύλη;
Ποιος είναι εκείνος που έχει τόξα επιστροφής;
Πώς έκλεισε η φυλακή;
με σιδερένιο συρτή χρυσή αλυσίδα ή κλειδί;
Ποιος θα μπορεί να την ανοίξει;

ΜΟΜΕΝΤΟ / Ναδίνα Δημητρίου



Μια μέρα πλάϊ στους κρίνους της άμμου
τα καλάμια της καλύβας σκεβρωμένα,
τ' άλλα σπίτια είχαν κουφάνει
η θάλασσα πηγαινοερχόταν
κάλεσμα Αρμίδας.

Ποια ηλικία να είχα

Βγαίναμε από μια εποχή
πίνακα αναχρονιστικό
σ' άλλο για να μπούμε.
Σ' εκείνου το βλέμμα
η, Αργοναυτική εκστρατεία
Σ' εκείνης φως αυγινό
το χρυσόμαλλο δέρας.

Τι να έγραφε το φανταχτερό
στον τοίχο ημερολόγιο;

Κι όταν όλα και όλοι φώναξαν μεμιάς
«φως που λειώνεις φτερά,
πέτρες λυτρώνεις από ύπαρξη μουγγή,
θρέφεσαι με τ' ανερμήνευτο,
κοιμάσαι με τη μαγιόλογη σιωπή ,
έλα εδω που σε προσμένουμε
αιωνιοχτίστη!»

Οι χρονολογίες είχαν ξεχαστή.

ΠΑΤΡΙΔΕΣ / Ναδίνα Δημητρίου




Γυρεύαμε πατρίδες
και πατρίδες πρόβαλλαν
ανεμόδαρτες, ουρανοτυλιγμένες
Πατρίδες με τα ερείπια σάλπιγγες
να ξυπνούνε τους ανθρώπους
σε μέρα ατέλειωτη καμαροφρύδα.

Με ήλιους γλυκομίλητους
αγριελιές και άγονο χώμα
με κορφοβράχια μνήμες
μυθοχάραχτες σπηλιές.

Γυρεύαμε πατρίδες
και πατρίδες σε αργοφέξιμο
Πατρίδες όπου το καλωσόρισμα
μέδουσες, θαλασσοπούλια, πρόσφυγες
φτερανεβάσματα στ' ορίζοντα τη χάση
καραβόπανα σ' αχτές
μας φούχτας ανθρώπων η αγάπη.

Γυρεύαμε πατρίδες
Και πατρίδες τραγουδούσαν
όπου οι άνεμοι
ακρογιάλια γλωσσοσκόρπιζαν
κι όπου από σπόρους τής καρδιας
τόποι γαλανοί βλασταίναν
κι εκεί - αράγματα αγναντεύαμε
εκεί - οι ευχές μας μακροημέρευση.

Αποσπάσματα από το Ποιητικό Έργο της Ναδίνα Δημητρίου

v Συλλογική ενοχή σκόρπισε τ΄ άστρα
σκόνη στους τέσσερις ανέμους.

v Όσα συγκολλά ο φόβος
κι  ο χρόνος δέχεται να επιζήσουν

v Κι οι προφητείες να πλησιάσουν
αποδεσμεύοντας,
διαγράφοντας,
αναγεννώντας.

v Ο ύπνος του χαράδρα βαθειά.

v Έτσι κάποιο δείλι
έκλεισε το βιβλίο
κι έπαψε να διαβάζει.

v Η ώρα, όμως, δεν διπλώνεται.


v Ο θόρυβος βηματίζει.

[Έρπουνε οι ανάσες ...] / Ναδίνα Δημητρίου

Έρπουνε οι ανάσες ...
φωνασκούνε τα περασμένα, 
ανημερώνονται τα χρόνια.....
κι ανοίγει η ώρα βυθούς και φώτα
σ΄ όλα τα στρώματα. 

Μικρές Αναζητήσεις / Ναδίνα Δημητρίου




Μαρίνα Αφρολούλουδο
ονείρεμα που ροβολάει
πλάι σε κύμα σιγαλό.
Μαρίνα γνώριμη φωνή
που καλεί απ΄ τα βάθη
ξεχασμένο καλοκαίρι
-λιγνόκορμο αγόρι-
κάτω απ΄ του ήλιου τη χρυσή μπόρα
στάχυα αθέριστα
αγάπης χέρι. 

Μαρίνα μη φεύγεις

τα πελάγη ανθίζουν και πάλι. 
Πασχαλινές καμπάνες 
καλούνε ένας φως, ξημέρωμα.
Μαρίνα ακούς πως αντηχούνε;

Αναζητήσεις

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

[Και αυτά όλα...] / Ναδίνα Δημητρίου

Και αυτά όλα 
ενώ κάπου κοντά, 
η μοίρα μοίραζε, 
διαρκώς πολλαπλασίαζε, διαιρούσε, 
τόσο σπάνια μετρούσε
μ΄ ακρίβεια κι΄ αντιστοιχία. 

Κυριακή 16 Μαρτίου 2014

ΩΡΑ 7 - 9 π.μ. / Ναδίνα Δημητρίου



Α
Φθάνουν τα πρωινά,
λιποθυμισμένες εικόνες.

Ασβεστωμένα πρόσωπα, επίμονοι ρυθμοί
άλαλα λουλούδια, βρεγμένα γρασίδια
πουλιών φτεροκοπήματα, δείχτες ανέμων.

Σκληροτράχηλα χτίρια,
που δεν εννοούν να πεθάνουν.
Χτίρια,
Πεταλούδες, σαλιγκάρια, κολόμπες,
στους κήπους ζιζάνια.
Από ψηλά κρανία-ψωλιές
σταθμοί εκτοξεύσεων
θόλοι λόγων και αντίλογων
κάτω από το πέταγμα ματιού
μια στάλα σοφίας.

Σ' αγέρα πλατύχωρο βραχνιασμένες μηχανές
γοργοφτερώνουν το χρόνο
σπαθίζουν τα όνειρα.



-----------------------------

Β
Σιγή ξεφεύγει από τα διακριτικά έπιπλα
συρίζει ανεπαίσθητα
έρπει στα δάση της ακοής
γεννά το μονοπάτι της διάθεσης.
Μυρωδιά αλεσμένου καφέ που ψήνεται
κυνηγά το ξύπνημα από πάροδο σε πάροδο
- απροσδιόριστη αυτοπεποίθηση.

Το τρελλό στροβίλισμα των ήχων
στο βυθό της οχλοβοής σπαργώνει τη ζωντάνια.
Μια πινελιά, υποκαθιστά το ʼφθαστο
Κι άλλη την Ένταση.

Φιλιά της αγάπης, φιλιά της έχθρας
πάνω από τις αόρατες μάχες
πάνω από τα πεδία
με τους σκελετωμένους και τους σκελετούς
διασταυρώνονται μαχαίρια, σπαθιά.

Πλανιούνται οι συννεφιές.

--------------------------------------

Δ
Από τις στοές έρχονται εμβατήρια
ξετυλίγονται παρελάσεις, διαμαρτυρίες
θύματα της έξαρσης, της οκνηρίας
με μάτια ακρέμαστα
στόματα τόξα
θολώνουν τις αντηλιές·
τις αντηλιές π' απλώθηκαν
να νικήσουν το άγχος
να ημερέψουν το κρύο
να στήσουν τα χρώματα που τριγκλίζουν στον ίλιγγο
τη γη που γλιστρώντας μας παίρνει.

........

Από μιας μελαχροινής το στόμα
λόγια ξεφεύγουν
κι απλώνονται στον ουρανό
θλιμμένοι ορίζοντες τ' Οχτώβρη.

---------------------------------------

Θ
Κήποι, σκαλοπάτια, σπίτια
ανάμεσα σε βελόνες, κλωστές, ψαλίδια, υπνοβατούν.
Τροχοί, σχοινιά, τετράποδα, αναθυμιάσεις
αναποδογυρίζουν.
Συγκοινωνίας μέσα, αλυσίδες περιστρέφουν
πετρόχτιστα με χαραγμένες ημερομηνίες
προεξέχουν, ανεβοκατεβαίνουν
λεηλατούν την όραση από τα οράματα
προσφέροντας ένα ρολόι που φωσφορίζει
υπολογίσιμο αντάλλαγμα στο πέρασμα.

Φθάνουν τα πρωινά… Πολύφυλλη σκέψη το ξύπνημα.

Διασχίζουμε ουρανούς, συνοικίες
περιοχές π' ανασαίνουν δυόσμη, ρήγανη κι ανθούς
και άλλες με κόκκινες γλώσσες
γεύονται τον αγέρα.

..........
Βασιλικός στη γλάστρα
τα χρόνια κισσός
της ελιάς η θωριά, ορόσημο.

Πετριές της σκέψης, στα νερά της ψυχής.

Περιμένουμε απάντηση / Ναδίνα Δημητρίου

Αρνήθηκες ν' ακολουθήσης
κι έμεινες πίσω.

Πίσω από τ' ανοιχτό όμως παράθυρο
είδες τα πρόβατα
απ το απέναντι χωράφι
να φεύγουν ένα-ένα, κι όλα
για τις σφαγές του Πάσχα.
Μεγάλη Εβδομάδα
και σε συνεχεια ο, τι έγινε
στο τελευταίο σου γράμμα
έγραφες.

Κι εμείς τώρα φευγάτοι
φυγόδικοι ή γυφτομάτες
δίχως ειδήσεις σου, στερνά
το κόκκινο ρέμα αν σου πήρε την καρδίά
εκεί, κάπου, αν ξεχάστηκες σαν πόνος
αν σκάλωσες στα φρύγανα
ή και σέ σύναξη βατράχων
σέ τέλμα επι τέλους
αποτελμάτωση αν σέ βρήκε
- αναρωτιομαστε -

Στη διεύθυνση «Ανελπίδων 3, εν Κινήσει»
Γράψε...

1972