Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Πέντε [5] Ποιήτριες της Κύπρου - πέντε[5] ποιήματα

 





Άτιτλο / Αλεξία Βίκτωρος

Δεν είμαι εγώ,
είμαι μόνο μια αγιογραφία στο Rijnsburg
του 17ου αιώνα
με ρινίσματα στους πνεύμονες
και μια εξαίσια
βιασύνη
να ισχυρίζομαι
πως επιθυμώ
ό,τι μου διαφεύγει.

**

ΕΞΩ ΑΠ' ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ / Ειρήνη Ανδρέου
Δεν μ'ενδιέφεραν ποτέ
περγαμηνές και διακρίσεις
και ειδικά του κράτους.
Δεν ζω εις βάρος
του φτωχού με φόρους
και με μίζες, με τα βρώμικα
λεφτά τους.
Δικός τους δεν θα γίνω
του Μεσαίωνα
να εκπαιδεύω δουλικούς
εις τα σχολεία.
Απέναντι τους θα με βρίσκουν
με την πένα μου
χωρίς τα πουλημένα τους
βραβεία.
"ΕΞΩ ΑΠ' ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ
μα απ' την χύτρα της ψυχής"
τ' άδικο με πάθος θα φωνάζω.
"Τί σόι θα 'μαι ποιητής
αν για τα τέρατα της γης
το " ξίφος" δεν αρπάζω;

**

Είναι μια ψυχή / Cléopâtre Robinet

Είναι μια ψυχή ακατοίκητη
που πάντα προχωρεί
κρεμμασμένη στους νεκρούς της
Ταξιδεύει πάνω σε σαπισμένα καράβια
από κάβο σε κάβο, από νησί σε νησί
μα η σκέψη της κρατά στη παλάμη της την Σμύρνη...
Είναι ωραία ψυχή
με το χαμόγελο του ανέμου και της βροχής
κι ένα συστατικό πίκρας στα χείλη ...
Την έβλεπες στη αγκαλιά της μάνα της
στριμωγμένες σʹενα σαπιοκάραβο
που τις έφερνε στην Κερύνεια το 22
Το κουτί με γάλα που πρόλαβε νʹάρπάξει
η μάνα μέσα από τις φωτιές στη Σμύρνη
της έσωσε τη ζωή.
Στην Κερύνεια ο άλiκος ιδρώτας
και το πικρό ψωμί
της έμαθαν να χαμηλώνει τα μάτια
νʹαποθηκεύει την θλίψη
στη καρδιά της ...
Ύστερα κατέφυγε στην Λεμεσό σʹενα χαμόσπιτο
Την έφερε η άλλη καταστροφή του 74
στην δεύτερη της Πατρίδα ...
Τι κι αν η λαίλαπα της προσφυγιάς
ξήλωνε τη ζωή της
Τι κι αν χρόνια τώρα ζούσε την κανονικότητα
ενός μακροχρόνιου ακρωτηριασμού !
Αυτή ύφαινε τα όνειρα της από λιμάνι σε λιμάνι
για να ζει.
Τι λέγανε Μαρία και ήταν από το Αϊβαλί.
Τώρα πια ποιος την θυμάται;

**
ΣΥΝΟΡΑ / Αγγέλα Καιμακλιώτη
Για όνομα του Θεού
αν υπάρχει Θεός
βήματα παιδικά
χαρτογραφούν με αίμα
την Ευρώπη.
Σύνορα είναι
τα παγωμένα χέρια
τα παγωμένα μάτια
για όνομα του Ανθρώπου
αν υπάρχει Άνθρωπος.

**
ΠΑΡΑΙΣΘΗΣΗ / Μαίρη Θεοδοσίου Νικολάου
Μερικές φορές διαρρηγνύω
το θολό μου περίγραμμα
το εξαφανίζω ως δια μαγείας.
Χωρίς διαχωριστικά σύνορα
απροστάτευτη
δίχως άμυνες
διαχέομαι στους γύρω.
Ανεξήγητο πραγματικά.
Μπορεί όμως να είναι
και ποίηση.

Νυχτερινή Έξοδος στη Λευκωσία / Μολέσκης Γιώργος

Πόλεμος και Ειρήνη / ΠΟΥΛΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 


Το μεταξύ δύο Πολέμων διάστημα λέγεται και Ειρήνη.
Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για Ειρήνη∙
είναι προετοιμασία για Πόλεμο!
Γι αυτό και ο Πόλεμος την Ειρήνη την ονομάζει ‘’συμβία’’ του.
‘’Αν δεν υπήρχε κι αυτή ‘’ λέει,’’ πώς θα μπορούσα
ν’ ανακτήσω τις δυνάμεις μου, να ξαναβρεθώ στο μέτωπο;
Η Ειρήνη μού δίνει ζωή, με ξανασπρώχνει μπροστά∙
γι αυτό και την  λέω συντρόφισσα εν όπλοις και εν ζωή’’
Το μεταξύ δύο Πολέμων διάστημα λέγεται και πάλι Πόλεμος,
γιατί ο Πόλεμος ενσωματώνει την Ειρήνη χρησιμοποιώντας την
ως άλλοθι, να καταδείξει την αναγκαιότητα του.
‘’Εγώ τουλάχιστον δεν κρύβομαι πίσω από τις λέξεις ‘’ λέει∙
‘’αν είναι να πολεμήσω καλώ τον άλλο ανοιχτά σε σύγκρουση∙
δεν τον υποσκάπτω καταφεύγοντας σε μεθόδους χαρτοκλέπτη∙
γι αυτό και η Ειρήνη γρήγορα κλίνει προς το μέρος μου’’
‘’Είν αλήθεια’’  λέει η Ειρήνη, ‘’αυτός δεν παίζει με τα παιγνιόχαρτα∙
αν είναι να μπει στο παιχνίδι μπαίνει με το πιστόλι στο χέρι
και δίνει τέλος στο παιχνίδι με το πιστόλι στο χέρι!’’
 
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ‘’ ΜΙΚΡΑ ΔΟΚΙΜΙΑ Ή ΚΑΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ‘’

Τρίτη 8 Μαρτίου 2022

Μεγάλη Πέμπτη / Χριστοδουλίδης Γιώργος


Λυγίζω στην όχθη της λίμνης
μετά από ένα μεγάλο πόλεμο
και παρηγορητικά κύματα βρέχουν τα πόδια μου.
Τα κύματα της λίμνης ξέρουν να αγαπούν
δεν έχουν τίποτα να αποδείξουν
οι νεκροί τους είναι λίγοι
τυφλοί δύτες τούς ανασύρουν προσεκτικά
στα κρεβάτια του ουρανού.
Λυγίζω στην όχθη της λίμνης και είμαι πια βέβαιος
ότι το γλυκό νερό είχε πάντα δίκιο·
κάποιος ρωμαλέος τα ’χει κάνει όλα καλύτερα
με διακριτική ψυχρότητα
και δάκρυα κρυστάλλινα σαν σταλακτίτες:
ο ξυλοκόπος που χτυπάει χειροδύναμα το δέντρο στην καρδιά
ο ψαράς που χαϊδεύοντας
βγάζει τα μάτια του ψαριού η ηχώ που μου επιστρέφει
ουρλιαχτά τρομαχτικότερα απ’ εκείνα που της έδωσα..."
"Μυστικοί Άνθρωποι" εκδ. ΚΥΜΑ, 2019

Ταυτότητα / Τέμβριου Αθηνά


Το όνομά μου είναι γυναίκα.
Ανήκω στα τραγούδια
Δεν έχω τραγουδήσει ποτέ,
με λόγια που ποτέ δεν είπα,
στα όνειρα που σώζονται σε κόκκινα και λευκά κουτιά·
τα γυαλιστερά, στα πάνω ράφια
στα μαγαζιά του never land
στα μέσα Φεβρουαρίου
όταν η στοργή τρέχει μέσα από τεταμένες φλέβες
και τα μπουμπούκια ανθίζουν πριν την ανατολή.
Το όνομά μου είναι γυναίκα.
Το σώμα μου κουβαλάει το άγιο άρωμα
της δενδρολίβανου,
τα μάτια μου καθρεφτίζουν το μυαλό μιας μάγισσας
τις χειμωνιάτικες νύχτες.
Με βλέπεις να τρέχω με τους λύκους
ως τα ανήσυχα βλέφαρά μου
να χαρίσω αυτό που δεν μπορούν να κρύψουν τα πόδια μου;
Την αυγή, λατρεύω το μουρμούρισμα της θάλασσας
καλωσορίζοντας τους ατέλειωτους ψίθυρους της αιωνιότητας.
Το όνομά μου είναι γυναίκα.
Τα μυστικά μου κυλούν σαν σύννεφα στο μυαλό κάποιου,
οι δυνάμεις μου έχουν γλιστρήσει μέσα από τους δεσμούς του Χρόνου,
Ταπεινά γονατίζω όταν η αγάπη αντέχει την αλήθεια,
πλέκω την περηφάνια μου για να γευτώ ζεστασιά.
Αν τολμώ; Τολμάω να στέκομαι μόνος απόμακρη;
Μπορεί να είμαι φωτιά, αέρας και νερό,
βαδίζοντας πάνω στη γη των ανθρώπων
μόνο όταν νιώθω ελεύθερος.
Αν τολμώ; Τολμώ να αναδημιουργήσω παλιούς μύθους;

ΕΝΑ ΦΕΓΓΑΡΙ / Ξύστρας Δημήτρης


Ένα φεγγάρι απρόθυμο
στον ουρανό χαράζει,
σαν βρέφος
μες τα σπάργανα
στα σύννεφα πλαγιάζει.
Ένα φεγγάρι πελιδνό
στον ουρανό που ψάχνει
τον κύρη του
στη μια πλευρά,
τη μάνα του στην άλλη.
Μες τις νεφέλες χάνεται
δεν θέλει να κοιτάζει
στα καταφύγια κρύβεται
το πνίγει το μαράζι
Ένα φεγγάρι πάγωσε
με του Μαρτιού
τ’ αγιάζι, ανήξερο
από θάνατο
τον πόλεμο τρομάζει.

Α Ι Τ Η Σ Η Α Υ Τ Ο Ε Ξ Α Ι Ρ Ε Σ Η Σ / Βοσκαρίδης Πάμπος


.
Ομφαλοσκόπε ποιητή σε ερωτώ
είδες τι γίνεται στη Χώρα
άκουσες τι παίζεται στον λόφο
συνειδητοποιείς πως η γραφίδα σου
μελάνι πια δε βγάζει
παρά μονάχα μετάξι εκθαμβωτικό
παλλόμενο από τα χειροκροτήματα
των φίλων και ομότεχνών σου
που μαζί μ’ αυτά καταλαγιάζει
ως μεταξωτή εγκλείστρα
γι’ απόλυτα συστημικό
τον, δίκην μεταξοσκώληκος, εγκλωβισμό σου
Γνώθι, ομφαλοσκόπε ποιητή
η αίτηση αυτοεξαίρεσης
πως άλλοθι δεν είναι

Και πού τα χείρας σου θα νίψεις ; / Ανδρέου Ειρήνη


Ο κόσμος πάει ολοταχώς για να τελειώσει
και πού τας χείρας σου Πιλάτε θα τας νίψεις ;
Πού όχλε που αναφωνούσες για να σώσεις
ληστές και ψεύτες την αλήθεια να σταυρώσεις ;
Πού Φαρισαίε που μιλούσες για Θεό
την όψη σου μονάχα για να νίψεις
και πού τελώνη δολοφόνε των φτωχών
που όλο το μέσα σας βρωμούσε απ’ την σήψη;
Κι εσύ που όλη την γη την ήθελες δική σου
κι αφάνιζες ανθρώπους, κράτη αδιαφορώντας,
παιδιά που δεν προλάβανε τον έρωτα να ζήσουν
μα την νεκρή μανούλα τους βυζαίναν ξεψυχώντας ….
Άμα την μάνα γη εσύ την κάνεις στάχτη
κι’ ούτε πια δέντρο, ούτε στάρι θα φυτρώνει ,
νεκρά τα ψάρια στην στεριά φωτιά κι ο μπάτης
κι ούτε πουλί για να λαλεί, νεκρό και τ’ αηδόνι,
Λίγο στοχάσου στον πλανήτη τούτο δω
έχεις κι εσύ παιδί και μάνα και δικό σου.
Φάε το χρήμα σου και πιες το μαύρο τον χρυσό
και νίψε και τας χείρας σου στο αίμα των παιδιών σου.

Γυναίκα / Τζιαμπουρή Σωτηρούλα

Μάνα

Ζωή
Πόνος, αγωνιστρια, θυσία
Ελπιδα
Προσμονή, Υπομονή
Επιθυμία
Ηλιαχτίδα
Γυναίκα εσύ.....Κραυγή !!
Γυναίκα εγω ...Ζωή, Ελπιδα, Άγγελος!!

Σάββατο 5 Μαρτίου 2022

ΛΕΞΕΙΣ ΑΠΟ ΑΤΣΑΛΙ / Ζορπίδου Ευδοκία



Οι λέξεις κρατούσαν σφιχτά στις συλλαβές τους
ένα στιλέτο
Πίσω από την παύλα
που ανηλεώς τις χώριζε
κρυβόταν επιμελώς ένα μαχαίρι.
Και αυτό έστριβε την οδοντωτή του λεπίδα στην πληγή
που ολοένα μάτωνε
και πλήγωνε με τα αλλεπάλληλα χτυπήματά του
τους δέκτες.
Κι ακόμα δεν έχει πει την τελευταία του λέξη
που μετανιωμένη
αργοπεθαίνει τώρα
από ακατάσχετη φλυαρία!

ΕΞΗΓΗΣΕΙΣ / Ζορπίδου Ευδοκία


.
Μου το ’λεγες, κάποτε
ο λόγος μου
αφτιασίδωτος να μένει
Μα οι λέξεις που με επισκέπτονταν
-οι απαστράπτουσες-
δεν απεκδύονται έτσι απλά
τους λαμπερούς μανδύες
Άσε, λοιπόν
με λίγη χρυσόσκονη
να πασπαλίσω
τον κοινό, ανούσιο
φόβο του θανάτου
Έτσι
φοβάμαι λιγότερο.

ΣΧΕΔΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΛΒΟ / Ιωσηφίδης Ιωσήφ


,
στον Λεύκιο Ζαφειρίου
,
Γιατί επιμένετε να με ζωγραφίσετε;¹
Στοιχεία θα βρείτε, μα τα βλέπω αλλιώς:²
Μάτια καστανά, σαν την άνυδρη γη μας,
μαλλιά μαύρα, σαν νέφη βαριάς σκλαβιάς,
γένια μαύρα, σαν τη στάχτη του Διάκου,
στόμα μέτριο, κρύβει λέξεις Κρυφού Σκολειού,
μύτη λίγο χοντρή, σαν κλαρίνο των αρματολών,
μέτωπο γυμνό, ράχη του Σουλίου, των Ψαρών,
,
μα χροιά φυσική, της ωραίας και μόνης Ζακύνθου³,
ανάστημα μέτριο να θυμίζει το Μέτρο,
πιγούνι στρογγυλό, τροχός της ελευθερίας,
πρόσωπο ωοειδές, αυγό της Παλιγγενεσίας.
,
Πώς να ζωγραφίσετε τη σπίθα της ματιάς μου;
Άναψε τις Ωδές μου, και κρύβεται στο σεντούκι.
,
,
1. Φανταστικά σκίτσα του A. Κάλβου από τον Σεφέρη (1941) και τον Ελύτη (1991).
,
2. Το διαβατήριό του Ανδρέα Κάλβου εκδόθηκε στις 24 Ιουνίου 1826, από το βρετανικό προξενείο της Μασσαλίας που ανέγραφε τα εξής χαρακτηριστικά του: Ανάστημα 5 πόδια και 6 ίντσες, μαλλιά μαύρα, μύτη λίγο χοντρή, μέτωπο απογυμνωμένο, φρύδια μαύρα, στόμα μέτριο, γένια μαύρα, πιγούνι στρογγυλό, πρόσωπο ωοειδές, χροιά φυσική.
,
3. Από την Ωδὴ Πρώτη. «Ο Φιλόπατρις».
,
Από την υπό έκδοση ποιητική συλλογή «ΣΕ ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ»
,