Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κρανιδιώτης Νίκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κρανιδιώτης Νίκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Θα σταθούμε στη γη που μας γέννησε / Νίκος Κρανιδιώτης

θα σταθούμε στη γη που μας γέννησε
σαν τα δέντρα που μάχεται ο άνεμος
που τα δέρνουν οι μπόρες μα ασάλευτα
τον καρπό ετοιμάζουν στα κλώνια

Θα σταθούμε στη γη που μας γέννησε
με τη μνήμη εκείνων που διάβηκαν
την αγάπη για κείνους που θα ‘ρθουνε
και τη θεία γαλήνη στα σπλάχνα



το ακούτε: https://www.youtube.com/watch?v=6kB08x9AZXY

Το Λιμάνι / Νίκος Κρανιδιώτης

Έφυγαν τα καράβια με τα γκρίζα
τ’ ακάθαρτα πανιά, και με τους ναύτες,
που βρίζαν και λερώναν το λιμάνι,
που βρίζαν και λερώναν το λιμάνι, οι ναύτες.

Έφυγαν τα καράβια, κι ιριδένιο
το φως με χρυσαχτίδες πλημμυρίζει
τον πράσινο βυθό και τ’ άσπρο κύμα,
τον πράσινο βυθό και τ’ άσπρο κύμα πλημμυρίζει.

Κι είν’ ήσυχοι όλοι οι μόλοι και καθάριοι
κι οι άδειες αποβάθρες νανουρίζουν,
κι οι άδειες αποβάθρες νανουρίζουν
τον ίσκιο τους στα χάδια των κυμάτων.

Και το λιμάνι έχει πια μεγαλώσει,
μα τα καράβια φεύγοντας, μαζί τους
πήρανε την ψυχή που του `χαν δώσει,
πήρανε την ψυχή που του `χαν δώσει, μαζί τους.

Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

Επιστροφή: Ποιητική Συλλογή του Νίκου Κρανιδιώτη εκδοθείσα το έτος 1974 από τις εκδόσεις Εστία

Χαιρεκράτης Αντιφώντος Σαλαμίνιος



Κάθε πρωί σηκώνω αυτή την πλάκα…
Ψάχνω τις ρόδινες φλέβες της,
αγγίζω τον απαλό κυματισμό της…

«Χαιρεκράτης Αντιφώντος Σαλαμίνιος».

Πιο κάτω,
λίγα σπασμένα βάζα,
υδρίες και αμφορίσκοι
κι ασήμαντα ίχνη οστών…
Ύστερα, ο υγρός νότιος άνεμος

να σβουρίζει* τα χώματα
και να σφυρίζει στα κοιλώματα της πέτρας…

Ένα συνηθισμένο φθινοπωρινό πρωινό
στη βυθισμένη μες στην άμμο Σαλαμίνα…

Πέρα, ο ήλιος ανεβαίνει ατάραχος,
κι οι λιγοστοί διαβάτες
πορεύονται ανύποπτοι
στο ερειπωμένο αρχαίο κοιμητήριο,
σηκώνοντας τη μοίρα εκατόν αιώνων…


***

Το τραγούδι της Μαριάννας


Μαριάννα!
Έξω σταμάτησε η βροχή
κι η ευδία άνοιξε τους γαλάζιους ουρανούς
πάνω απ’ την κόκκινη στέγη σου.

Το φεγγάρι κατεβαίνει μ’ ασημένιες κλωστές
στο ανοιχτό παραθύρι σου,
και δυο λαμπρά αστεράκια
αντιφεγγίζουν τη λάμψη τους στα μεγάλα σου μάτια.

Στον κήπο σου φύτρωσαν δυο ανθισμένες λεμονιές
και μια κερασιά αναδεύει τους καρπούς της στα χείλια σου.

Το Φθινόπωρο σού φέρνει καινούρια μηνύματα.
Όμως, μη στέκεις στο κατώφλι της αγωνίας
με τα δυο σου μάτια να κοιτάν ανυπόμονα
την προσδοκία της αυγής.

Κι η μέρα αυτή θα ξημερώσει για σένα,
θα ξημερώσει με χρυσούς ήλιους στα μαλλιά σου,
κι η πλήξη του κατεστημένου
θα φύγει στην άκρη του σύννεφου
που ετοιμάζεται να διαβεί τη γαλάζια θάλασσα.

Είσαι μια ερωτική παρουσία
στον ανθισμένο κάμπο της γνώσης.
Είσαι μια σοφή ανάταση
στον γαλάζιο ουρανό της ελπίδας.

Μαριάννα!
Έξω σταμάτησε η βροχή,
και μόνο τα μάτια σου
στάζουν ψιχαλιστά ακόμη την αγάπη.



Κρανιδιώτη Νίκος (βιογραφικά στοιχεία)

Κρανιδιώτης, Νίκος ( Γεννήθηκε στη Κερύνεια Κύπρου 1911 και απεβίωσε το 1996). Διατέλεσε διπλωμάτης, λογοτέχνης και ιστορικός. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε με σπουδές διεθνών σχέσεων στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των ΗΠΑ. Σταδιοδρόμησε αρχικά ως καθηγητής σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Κύπρου, στη συνέχεια ως γραμματέας και σύμβουλος της Εθναρχίας (1953-60) και τέλος, ως πρεσβευτής της Κύπρου στην Ελλάδα (1960-77). Παράλληλα ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και την ιστορία. Υπήρξε ιδρυτής του περιοδικού Ελληνική Κύπρος, εκδότης και διευθυντής του περιοδικού Κυπριακά Γράμματα και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (1977). 

Πεζογραφήματα


• Χρονικά (διηγήματα). Λευκωσία, 1945.
• Μορφές του μύθου. Λευκωσία, 1954.
• Διηγήματα. Λευκωσία, Έκδοση Πολιτιστικών Υπηρεσιών Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου, 1994 (στη σειρά Ελληνική Λογοτεχνία Κύπρου).


Ποιητικές Συλλογές

• Σπουδές. Λευκωσία, 1951.
• Επιστροφή. Αθήνα, Εστία, 1974.
• Ποιήματα. Αθήνα, 1974.
• Ταξίδι στο νησί του νότου. Αθήνα, Θεμέλιο, 1983.
• Ο μικρός μας κόσμος. Αθήνα, 1986.
• Ποίηση (1951-1986). Αθήνα, Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου – Ίκαρος, 1988. 
• Η μεγάλη άνοιξη. 
• Γενέθλια γη· Ποιήματα. Αθήνα, Ίδρυμα Α.Γ.Λεβέντη, 1988.
• ΠοίησηΒ’ (1987-1995). Αθήνα, 1995.



Μελέτες   και Δοκίμια


• Το νεοελληνικό θέατρο. Λευκωσία, 1950.
• Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης. Λευκωσία, 1955.
• Η Κύπρος εις τον αγώνα της ελευθερίας. Αθήνα, 1958.
• Ο εθνικός χαρακτήρ της κυπριακής λογοτεχνίας. Αθήνα, 1958.
• Εισαγωγή στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. Αθήνα, 1964.
• Κύπρος - Ελλάς. Θεσσαλονίκη, 1966.
• Η κυπριακή ποίηση. Αθήνα, 1969.
• Τα κυπριακά γράμματα. Αθήνα, 1970.
• Οι προτεινόμενες λύσεις και η έννοια του ανεξαρτήτου και κυρίαρχου κυπριακού κράτους. Αθήνα, 1975.
• The Cyprus problem. Αθήνα, 1975.
• Ακανθώδης πορεία - Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ’. Λευκωσία, 1978.
• Δύσκολα χρόνια - Κύπρος 1950-1960. Αθήνα, Εστία, 1982.
• Οι διεθνείς διαστάσεις του κυπριακού. Αθήνα, Θεμέλιο, 1983.
• Ανοχύρωτη πολιτεία - Κύπρος 1960 – 1974Α’-Β’. Αθήνα, Εστία, 1985.
• Δύο κρίσιμες φάσεις του Κυπριακού. Αθήνα, 1986.
• Οι διαπραγματεύσεις Μακαρίου Χάρντιγκ 1955 - 1956. Αθήνα, Ολκός, 1987.
• Ο αυριανός κόσμος· Δοκίμια. 
• Δοκίμια· Προβληματισμοί, σκέψεις και μελέτες γύρω από την πολιτική και πνευματική ζωή της Κύπρου. Αθήνα, Σύλλογος προς διάδοση ωφελίμων βιβλίων, 1994.

Το χώμα / Κρανιδιώτης Νίκος


Κρατήσαμε το χώμα που μας γέννησε.



Γεμάτοι Ελλάδα οι αιώνες πίσω μας.

Γιομάτα αγάπη τα έτη μέσα μας.

Γιομάτοι μόχτο οι μήνες γύρω μας.

Οι μέρες μας ευτυχισμένες μες στα σπίτια μας.

Ευτυχισμένοι οι άνθρωποι τριγύρω μας.



Ύστερα ήρθανε οι βάρβαροι.

Ήρθαν μ' αστροπελέκια και καμμένο σίδερο

και σκόρπισαν παντού τον πόνο και το θάνατο.



Όμως στα κάστρα, στα οδοφράγματα,

στέκουν ασάλευτοι, βγαλμένοι από τα σπλάχνα της,

οι νέοι Διγενήδες κι οι Αντρόνικοι.

Στέκουν όλοι μαζί σαν ένας άνθρωπος,

στέκουν και μάχονται γι' αυτή τη γη που τους ανάστησε,

στέκουν και πέφτουνε ορθοί στον τόπο που τους γέννησε.



Κρατάνε ακόμη, όσοι μείνανε,

το χώμα στη σπασμένην απαλάμη τους,

το χώμα τ' ακριβό που τους ανάστησε.



Οι μέρες τρέχουνε, οι αιώνες φεύγουνε.

Όμως το χώμα μένει πάντα αθάνατο,

και μια καινούργια φύτρα αρχίζει μέσα του.

Μια φύτρα, που βαθιές οι ρίζες της

θ' αντέξουν την αντάρα και τη θύελλα,

ώσπου, μ' ένα καράβι, θα' ρθει κάποτε

ο νέος Θησέας να πνίξει το Μινώταυρο.

θα σταθούμε στη γη που μας γέννησε / Κρανιδιώτης Νίκος

θα σταθούμε στη γη που μας γέννησε
σαν τα δέντρα που μάχεται ο άνεμος
που τα δέρνουν οι μπόρες μα ασάλευτα
τον καρπό ετοιμάζουν στα κλώνια

Θα σταθούμε στη γη που μας γέννησε

με τη μνήμη εκείνων που διάβηκαν
την αγάπη για κείνους που θα ‘ρθουνε
και τη θεία γαλήνη στα σπλάχνα

Μνήμη Κερύνειας / Κρανιδιώτης Νίκος




Συλλογιέμαι τα χρόνια που πέρασαν,
τη μικρή πολιτεία,
που ακουμπημένη στη θάλασσα λαμποκοπούσε στον ήλιο,
τη γιαγιά Ελένη
που κατέβαζε το Θεό στο σπίτι της
και τον φίλευε κόλλυβα και μέλι.


Τις μεγάλες καλοκαιριάτικες μέρες,
που κρατούσαν ακίνητο τον ήλιο στη θάλασσα,
την ταραχή του εφηβικού έρωτα
που κατέβαζε στη γη το φεγγάρι,
τα πρωινά, που χαμογελούσε το φως
μέσ’ απ’ τις χαραμάδες των κλειστών παραθυριών
κι άπλωνε στ’ αστραφτερά σεντόνια την κόκκινη δαντέλα του.


Κι ύστερα τους πραματευτάδες, που διαλαλούσαν την πραμάτια τους
ανάμεσα στον τρυφερό κελαϊδισμό μιας σιταρήθρας
και το φευγάτο καλπασμό του αλόγου
στο πασπαλισμένο μ’ ασημόσκονη πλακόστρωτο.


Ήτανε όλα ωραία:
Οι απλοί άνθρωποι που μηδένιζαν τη σκέψη τους στο αύριο,
ο αγέρας, που γέμιζε θαλασσινές νότες τα μικρά σπιτάκια,
οι πράσινες ελιές, που ασήμωναν το σιωπηλό κάμπο,
τα ζουζούνια, που μετεωρίζονταν στο χρυσό φως της μέρας,
τα μάτια των κοριτσιών, που βυθίζονταν στο γαλάζιο όραμα
των καραβιών, που φεύγανε απ’ το μικρό λιμανάκι,
σαν χάρτινα παιχνίδια, στα ξεχασμένα παιδικά τους όνειρα.


Πέρασαν όλα σαν φευγαλέο καλοκαιριάτικο όραμα.
Τώρα δε μένει πια παρά η νύχτα
η μαύρη νύχτα,
η σκοτεινή αυγή π’ ανάτειλε ύστερα χωρίς Θεό,
κι ο ήλιος που βυθίστηκε για πάντα στο μεγάλο θάνατο.

Το λιμάνι / Κρανιδιώτης Νίκος

Έφυγαν τα καράβια με τα γκρίζα
τ’ ακάθαρτα πανιά, και με τους ναύτες,
που βρίζαν και λερώναν το λιμάνι,
που βρίζαν και λερώναν το λιμάνι, οι ναύτες.

Έφυγαν τα καράβια, κι ιριδένιο
το φως με χρυσαχτίδες πλημμυρίζει
τον πράσινο βυθό και τ’ άσπρο κύμα,
τον πράσινο βυθό και τ’ άσπρο κύμα πλημμυρίζει.

Κι είν’ ήσυχοι όλοι οι μόλοι και καθάριοι
κι οι άδειες αποβάθρες νανουρίζουν,
κι οι άδειες αποβάθρες νανουρίζουν
τον ίσκιο τους στα χάδια των κυμάτων.

Και το λιμάνι έχει πια μεγαλώσει,
μα τα καράβια φεύγοντας, μαζί τους
πήρανε την ψυχή που του `χαν δώσει,
πήρανε την ψυχή που του `χαν δώσει, μαζί τους.

Εικοσιπέντε χρόνων / Κρανιδιώτης Νίκος



Σαν άρωμα από γιασεμί λεπτό, που σβήνει
και σμίγει με την αύρα της εσπέρας,
μοιάζει η θλιμμένη μου απόψε ετούτη μνήμη:

Δυο χρυσά μάτια, σα βελούδο χείλη,
κι ωραία καστανά μαλλιά, που ψαύει ο αγέρας,
η μακρινή μου των ’κοσπέντε χρόνων φίλη...

Τα χρόνια τώρα ίσως την έχουνε πια αλλάξει,
κι ίσως τα ωραία μαλλιά να ’γιναν γκρίζα,
και των ματιών της ίσως να ’σβησε πια η λάμψη.

Όμως τις ώρες του καλοκαιριού, μες στην ευδία
της νύχτας, που οι σκιές τη μνήμη αναδιφούνε*,
τα εικοσπέντε χρόνια της, εντός μου πάλι ζούνε






*αναδιφώ: ερευνώ εξαντλητικά

Γενέθλια πόλη / Κρανιδιώτης Νίκος



 ...

Μέσ’ από τις ανταποκρίσεις τού Τύπου
διαβάσαμε τη συμπάθεια των άλλων
για την καταστροφή μας.

Ύστερα σχίσαμε τις εφημερίδες
και τεμαχίστηκε η συμπάθεια.

Ποιος θα πάρει τα ράκη του Ιώβ
να ντύσει την υπομονή μας;

Ποιος θα σαλπίσει τη σάλπιγγα του χρέους
να πέσουν τα τείχη της Ιεριχούς;

Το τραγούδι της Μαριάννας / Κρανιδιώτης Νίκος



Μαριάννα!
Έξω σταμάτησε η βροχή
κι η ευδία άνοιξε τους γαλάζιους ουρανούς
πάνω απ’ την κόκκινη στέγη σου.

Το φεγγάρι κατεβαίνει μ’ ασημένιες κλωστές
στο ανοιχτό παραθύρι σου,
και δυο λαμπρά αστεράκια
αντιφεγγίζουν τη λάμψη τους στα μεγάλα σου μάτια.

Στον κήπο σου φύτρωσαν δυο ανθισμένες λεμονιές
και μια κερασιά αναδεύει τους καρπούς της στα χείλια σου.

Το Φθινόπωρο σού φέρνει καινούρια μηνύματα.
Όμως, μη στέκεις στο κατώφλι της αγωνίας
με τα δυο σου μάτια να κοιτάν ανυπόμονα
την προσδοκία της αυγής.

Κι η μέρα αυτή θα ξημερώσει για σένα,
θα ξημερώσει με χρυσούς ήλιους στα μαλλιά σου,
κι η πλήξη του κατεστημένου
θα φύγει στην άκρη του σύννεφου
που ετοιμάζεται να διαβεί τη γαλάζια θάλασσα.

Είσαι μια ερωτική παρουσία
στον ανθισμένο κάμπο της γνώσης.
Είσαι μια σοφή ανάταση
στον γαλάζιο ουρανό της ελπίδας.

Μαριάννα!
Έξω σταμάτησε η βροχή,
και μόνο τα μάτια σου
στάζουν ψιχαλιστά ακόμη την αγάπη.

Η ευγενής δέσποινα Μαρία Μανουήλ Ξηρού / Κρανιδιώτης Νίκος



Εν έτει σωτηρίω χίλια τριακόσια πενήντα έξι
απεδήμησεν εις Κύριον, εις ηλικίαν δεκαεπτά ετών,
η ευγενής δέσποινα
Μαρία Μανουήλ Ξηρού.

Οι ευσεβείς γονείς της αφιέρωσαν εις μνήμην της
εικόνισμα του Παντοκράτορος
στον ιερό ναό της Παναγίας Χρυσαλινιώτισσας.

Ενδεδυμένοι την στολήν του κοντοσταύλη
κρατάνε, κάτωθεν του Παντοκράτορος,
το εκπάγλου καλλονής ομοίωμα της Μαρίας.

Σήμερα, ύστερα από εφτακόσια χρόνια,
ξυπνάει άφθαρτη απ’ τον τάφο η ομορφιά της,
και διαπερνά,
σαν αστραπή σε ώρα καταιγίδας,
τη σκέψη εκείνων που αντικρίζουν, στο σεπτό εικόνισμα,
το νεκρικό, κι όμως αείζωο ομοίωμα της κόρης.

Στο βουνί του Κύκκου / Κρανιδιώτης Νίκος

του Νίκου Κρανιδιώτη 

Όταν μίλησες, 
στάθηκαν οι στιγμές, 
στάθηκαν οι ώρες, 
έσκυψαν τα κυπαρίσσια
στο βουνί του Κύκκου
να σ΄ ακούσουν. 

Το δειλινό έμεινε ακίνητο 
μέσα στα μάτια σου, 
κι ο λόγος
στα παλαικά εξωκκλήσια του Τροόδους. έγινε ψαλμωδία εσπερινού

"Επιστροφή" 1974

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

Μεταμέλεια / Κρανιδιώτης Νίκος



Αυτή την κουρασμένη μεταμέλεια
μην την αφήνεις άλλο, αλόγιστα
ν’ αναστατώνει τη μικρή σου ύπαρξη.

Δυνάμωσε τη θαρραλέα σκέψη σου,
και κράτησε ζωηρή την πρώτη ανάμνηση
της τρυφερής αγάπης που δοκίμασες,
και που σε βασανίζει τόσο σήμερα.

Έτσι είναι η ζωή μας: Ευμετάβολη!
Κάποιες στιγμές όμως βαθαίνουν μέσα μας,
χαράζουν ανεξίτηλα τα ίχνη τους,
και μάταια προσπαθούμε να τις σβήσουμε.

Χαιρεκράτης Αντιφώντος Σαλαμίνιος / Κρανιδιώτης Νίκος



Κάθε πρωί σηκώνω αυτή την πλάκα…
Ψάχνω τις ρόδινες φλέβες της,
αγγίζω τον απαλό κυματισμό της…

«Χαιρεκράτης Αντιφώντος Σαλαμίνιος».

Πιο κάτω,
λίγα σπασμένα βάζα,
υδρίες και αμφορίσκοι*
κι ασήμαντα ίχνη οστών…

Ύστερα, ο υγρός νότιος άνεμος
να σβουρίζει* τα χώματα
και να σφυρίζει στα κοιλώματα της πέτρας…

Ένα συνηθισμένο φθινοπωρινό πρωινό
στη βυθισμένη μες στην άμμο Σαλαμίνα…

Πέρα, ο ήλιος ανεβαίνει ατάραχος,
κι οι λιγοστοί διαβάτες
πορεύονται ανύποπτοι
στο ερειπωμένο αρχαίο κοιμητήριο,
σηκώνοντας τη μοίρα εκατόν αιώνων…





* υδρίες και αμφορίσκοι: αρχαία πήλινα δοχεία, στάμνες

* σβουρίζω: περιστρέφω σα σβούρα