Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σιδέρη Χαρά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σιδέρη Χαρά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2016

Χαρά Σιδέρη (μικρή αναφορά)

H Χαρά Σιδέρη γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1987. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. 

Το κουνέλι / Χαρά Σιδέρη


Ήταν μεγάλη απόφαση να ψάξω το καπέλο του ταχυδακτυλουργού.
Δε βρήκα κανένα κουνέλι.
Ούτε ορθάνοικτα μάτια να περικυκλώνουν
αμήχανα τις Μοίρες
μπροστά στο κοινό που θα διασκέδαζε με τον τρόμο τους,
ούτε μια εκτεθειμένη ουρά
να χρειάζεται σκέλια να κρυφτεί και να μηνέχει.
Μόνο πολλές μέρες βρήκα
έτοιμες να σκορπιστούν.
Είχαν από καιρό στριμωχτεί,
ανακατεύονταν,
πλέκονταν μεταξύ τους
σε κουβάρια από φύκια
σε βυθούς ατελείωτων χρόνων.
Δεν ήμουν έτοιμη να αγκαλιάσω ώρες που θα γέμιζαν ασφυκτικά την αίθουσα.
Δεν ήθελα να υιοθετήσω κανένα λεπτό.
Ούτε πρώτο, ούτε δεύτερο.
Για την παράσταση ήρθα!
Όπως όλοι οι άλλοι, κι εγώ,
χαιρέκακο κτήνος,
περίμεναμε αδημονία την τρεμάμενη μουσούδα
μήπως και ξεχάσω το δικό μου τρέμουλο.

Πρωινή Μελαγχολία / Σιδέρη Χαρά


Ακούραστα τ’ αόρατα σκοινιά,
τεντώνονται κρατώντας με σφικτά
στου κρεβατιού τη πρωινή μελαγχολία.
Και κάθε πρωινό,
όπως το προηγούμενο
σκύβει άκομψα
με κύφωση,
μπαστούνι,
και ενοχλητικό βήχα γηρατειών
πάνω από κάθε νεογέννητο μεσημέρι.
Ψιθυρίζει σοφίες ,
αλήθειες που το γέρασαν
νέο,
κι απολογίες προκαταβολικές προς τα απογεύματα
που μένουν μεσοκομμένα και φεύγουν πριν τη μωβ ενηλικίωση,
καθώς η νύχτα έρχεται και πάλι νωρίς
φορώντας σκούρο φόρεμα.
Σε ένα μόνο ελπίζω:
Ας μην είναι το φόρεμα μακρύ,
μην κρύψει τα αστέρια.

Απόσταση / Χαρά Σιδέρη


Υπάρχει αυτή η απόσταση που μυρίζει Αν-οικειότητα.
Αρκετά μεγάλη για να χωρίζει το Αν από την Οικειότητα,
αρκετά μικρή για να χωράει παντού.
Πονάει η αφή, πληγώνεται
όταν προσπαθεί να την πλησιάσει.
Δειλός λιποτάκτης κι αμηχανία.
Δεν χρειάζεται όμως χαφιέδες,
φανερώνεται από μόνη της.
Γι’ αυτό όταν αφουγκράζεσαι Θάνατο,
πάψε να κρύβεις το στηθοσκόπιο,
και χαμηλά να κρεμάς την καρδιά σου,
να απλώνω άνετα το χέρι να την χαϊδεύω.
Σιδερωμένα να’ χεις τα κόκκινα ρούχα,
να τα φορέσεις περήφανα, χωρίς ντροπή ή επιφύλαξη,
και τα μαύρα τοποθέτησε ψηλά,
γι’ αυτούς που πατάνε στις μύτες των ποδιών
και τεντώνονται για να φτάσουν τις δικές τους.