Με τις χούφτες μαζέψαμε τα κομμάτια
του σπασμένου ονείρου μας
στήσαμε γύρω μας ερείπια με μόνη τη βροχή
και τον ήλιο να γδέρνει
τη σιωπή
πάνω στην άσπρη πέτρα.
Ήταν τόσο ωραίος ο φόβος μέσα στα μάτια σου!
Ένα φόβος χωρίς φωνή και πρόσωπο,
μια μαβιά ηχώ
να βασανίζει τη φαντασία,
μια λαχτάρα να πεθαίνει
μες στα αδειανά λυπημένα χέρια σου.
Δεν έμεινε τίποτα να τραγουδήσουμε!
Ακούω το βήμα μου,
ηχώ
να με κτυπά καταπρόσωπο
σαν τη βροχή
το πρόσωπο της πέτρας
σαν τον αγέρα ανάμεσα στα μπανανόφυλλα
ξεσκίζοντας σε λεπτές κλωστές
αισθήματα.
Γυμνό βουνό,
που στάθηκες πάνω στ΄ ακροδάκτυλα
να φτάσεις ένα γυμνό ουρανό
και χάθηκες στο πρώτο σύγνεφο!
Αυτή η γη θα μας νικήσει,
αυτή η παλιά γη, η Γή μας.
Σ΄ αυτά τα χώματα θα παραδοθούμε!
Σ΄ αυτά τα χώματα έχουμε μπερδευτεί
ένα κομμάτι της καρδιας μας,
ένας ήλιος ολόχρυσος σα δάκρυ.
του σπασμένου ονείρου μας
στήσαμε γύρω μας ερείπια με μόνη τη βροχή
και τον ήλιο να γδέρνει
τη σιωπή
πάνω στην άσπρη πέτρα.
Ήταν τόσο ωραίος ο φόβος μέσα στα μάτια σου!
Ένα φόβος χωρίς φωνή και πρόσωπο,
μια μαβιά ηχώ
να βασανίζει τη φαντασία,
μια λαχτάρα να πεθαίνει
μες στα αδειανά λυπημένα χέρια σου.
Δεν έμεινε τίποτα να τραγουδήσουμε!
Ακούω το βήμα μου,
ηχώ
να με κτυπά καταπρόσωπο
σαν τη βροχή
το πρόσωπο της πέτρας
σαν τον αγέρα ανάμεσα στα μπανανόφυλλα
ξεσκίζοντας σε λεπτές κλωστές
αισθήματα.
Γυμνό βουνό,
που στάθηκες πάνω στ΄ ακροδάκτυλα
να φτάσεις ένα γυμνό ουρανό
και χάθηκες στο πρώτο σύγνεφο!
Αυτή η γη θα μας νικήσει,
αυτή η παλιά γη, η Γή μας.
Σ΄ αυτά τα χώματα θα παραδοθούμε!
Σ΄ αυτά τα χώματα έχουμε μπερδευτεί
ένα κομμάτι της καρδιας μας,
ένας ήλιος ολόχρυσος σα δάκρυ.