Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γαβριήλ Παπά Αντώνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γαβριήλ Παπά Αντώνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

Αντώνης Γαβριήλ Παπά (μικρό βιογραφικό)



Γεννήθηκε στο Κίτι της επαρχίας Λάρνακος στις 8/1/1947
Εργάστηκε στη Σ.Π.Ε Κιτίου από όπου και αφυπηρέτησε το 2008 από τη θέση του διευθυντή.




 Βιβλιογραφία
  • Που της ψυσιής τα βάθη, 2001
  • Αλήθκειες της ζωής,2003
  • Στις ρίζες της τοπολαλιάς, 2005
  • Συνοπτικός τόμος, Σημάθκια των τζιαιρών + CD, 2007, εκδόσεις POWER PUBLISHING
  • Σκέδια τζιαι Ποιήματα τζιαι της ζωής μηνύματα, σε συνεργασία με τον Αθηνόδωρο Γεωργίου (σχέδια),
    εκδόσεις POWER PUBLISHING
  • Κυπριακά Παραμύθια σε ποιητική μορφή στην Κυπριακή τοπολαλιά , 2010, εκδόσεις POWER PUBLISHING
    • Η Κουτσουκουτού (Θεατρικό)
    • Η Αλεπού τζιαι ο κόρακας
    • Ο Σπανός τζιαι οι σαράντα δράτζιοι (Θεατρικό)
    • Ο Τυρίμος (Θεατρικό)
  • Στων μύθων μας τα χνάρκα (Κυπριακοί έμμετροι μύθοι), 2011, εκδόσεις POWER PUBLISHING
  • Η Σιονάτη τζιαι οι εφτά νάνοι (έμμετρο παραμύθι), 2011, εκδόσεις POWER PUBLISHING

Τζι’ όμως ο φούρπος, φούρπος / Γαβριήλ Παπά Αντώνης




Σβύνουμεν οικονομικά τζι’ όμως ο φούρπος, φούρπος
τζι’ εν εισβολέας δεύτερος σχεδόν όπως ο Τούρκος.
Ο Τούρκος άδικα κρατεί τα μέρη τα δικά μας
τζι’ ο φούρπος σιέριν έβαλεν στα οικονομικά μας.
Εν δύσκολον ειλικρινά ν’ ακούεις να λαλούσιν
ότι σιηλάες πλάσματα στον τόπον μας πεινούσιν,
πολλοί με θκιακονιόν περνούν τζι’ άλλοι φυτοζωούσιν
τζι’ άλλοι που τους φιλόπτωχους να ζήσουν καρτερούσιν.
Τζι’ όμως εκατομμύρια χωρίς να τα σκεφτούσιν
για παίκτες τάχα θκιαλεκτούς αλύπητα διούσιν.
Λαλούν πως φέρνουν έμπειρους σπουδαίους παικταράες
μα βκαίνουσιν οι πιο πολλοί στο τέλος μασκαράες.
Δείχνουν να’ ν τέλει’ αχάπαροι μα οι σιηλιάες φεύκουν
τζι΄ αν οι ομάδες κλώσουσιν δύσκολα ξημπερτεύκουν.
Πέρνουν τους δικαστήρια κόμα τζιαι στην ΟΥΕΦΑ.
Αλλάξετε τροπάριον τζι’ επήραν μας πιον πρέφα.
Συστάρετε παράγοντες τα οικονομικά σας
Κυπραίους παίκτες να’ βρετε γνήσια παιθκιά δικά σας.
τζιειν ΄την φανέλαν που φορούν στ’ αλήθκεια να τιμούσιν
να νοιώθουσιν το βάρος της τζιαι να την αγαπούσιν

Ελλάδα μας κουράγιο / Αντώνης Γαβριήλ Παπά




Ελλάδα μας περήφανη, Ελλάδα τιμημένη,
Ελλάδα μας που πρόσφερες το φως στην οικουμένη
Εσύ στον κόσμον έδωσες πρώτη πολιτισμόν
και σου αξίζει να δεχτείς απ’όλους σεβασμόν.
Κι’αν πέρασες κακοχρονιές, σκλαβιάν και καταιγίδες
έμενες πάντα ζωντανή, μας έδινες ελπίδες .
Σήμερα όμως προσπαθούν κάποιοι να σ΄αφανίσουν
και μ’έναν τρόπον άδοξον τα φώτα σου να σβήσουν.
Μα όσον και να προσπαθούν δεν θα τα καταφέρουν
τα ύπουλα τους σχέδια σε πέρας να τα φέρουν.
Φάρος θα μείνεις πάντα σου να φέγγεις στους αιώνες    
και δεν θα κατορθώσουνε ν’αλλάξουν τους κανόνες.
Να ξέρεις πως Ελλάδα μας θα έχεις στο πλευρό σου
πάντα τους Κύπριους αδελφούς που θέλουν το καλό σου.
Τους κύπριους που σ’είχανε πάντα συμπαραστάτη   
στήριγμαν, αποκούμπην τους, αληθινόν προστάτη.
Είναι δική μας η σειρά αδέλφια να προσφέρουμεν 
στα δύσκολα προβλήματα παρηγοριάν να φέρουμεν
Εμπρός Ελληνοκύπριοι, εμπρός να βοηθήσουμεν
λίγον από το χρέος μας , μ’αγάπην να ξοφλήσουμεν .
              
                 

αναδημοσίευση από: http://antonisgavrielpapa.blogspot.com.cy/

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

ΓΙΟΡΤΗ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ / Γαβριήλ Παπά Αντώνης



 Εύχομαι στον Χρυσόστομον, Γρηγόρη τζιαι Βασίλη
 χρόνια πολλά χαρούμενα τζιαι που τα θκυό τους σείλη
 να βκαίνουν λόγια όμορφα αγάπην να σκορπούσιν 
 τζιοί μέρες τους ευχάριστά τζι’ομορφα να τζιυλούσιν 
να’χουν υγειά στη ζωή τζι’ότι επιθυμούσιν

ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΑΠΑ

Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Το πράμα που γεννά ψοφά (Στων μύθων μας τ’ αχνάρκα) /Γαβριήλ Παπά Αντώνης



Γαβριήλ Παπά Αντώνης

Πάει ο Ασκλανίχοτζιας εις την γειτόνισσαν του
τζιαι ζητά έναν καζάνιν για να κάμει την δουλειάν του.
Δια του το μα ξήχασεν πίσω να της το πάρει
τζιαι τότες η γειτόνισσα πάει χωρίς χαπάρι
τζιαι πιάνει το καζάνιν της τζι’ έναν μιτσίν δικόν του
τζι’ ο χότζιας άμα το’ μαθεν λυσσιά που το κακόν του.
Πάει ευτύς τζιαι βρίσκει την ζητά να του το δώσει
τζιαι τότες τζι’ είνη απαντά με πονηρκάν καμπόση
εν θα σου το δώσω πίσω εν μωρόν του καζανιού μου
θέλω το για να το δώσω δώρον ύστερα του γιού μου.
Δίχως να της πει κουβέντα φεύκ’ ο χότζιας σκεφτικός
Τζι’ έπεσεν που τον θυμόν του μεσ’ τα ρούχα νηστικός.
Ξαναπηαίνει το πρωίν τζιαι πιάνει το καζάνι
τζιαι λαλεί της μεν φοάσαι θα το φέρω μάνι μάνι.
Περνούν οι μέρες τζι’ εν πάει ο χότζιας να το πάρει
τζι’ άμα το ζητά λαλεί της. Έχω άσσιημον χαπάρι.
Εψόφησεν γειτόνισσα τζι’ είμαι μαραζωμένος
μα’ ν τζιαι μπορώ να σου κάμω τίποτες ο καημένος.
Μα πε μου περιπαίζεις με; ψοφά τζιαι το καζάνι
τζιαι τότες τζιείνος γελαστός λαλεί της μάνι- μάνι.
Έκαμεν τα ο πλάστης μας, όμορφα τζιαι σοφά
γι’ αυτόν άκου γειτόνισσα: Ότι γεννά, ψοφά
 

( Αμαν να κάμνεις πονηρκιές τους άλλους να γελάσεις
έναν να εσιεις μεσ’ τον νούν πο’ ν πρέπει να ξηχάσεις
ότι με τον ίδιον τρόπον σίουρα θα πιορωθείς
γι’ αυτόν να μεν σαλαβατάς, ούτε τζιαι ν’ αγχωθείς)

ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ Η ΜΑΝΑ ΣΗΜΕΡΑ (Σημάθκια των τζιαιρών) / Γαβριήλ Παπά Αντώνης

Γιορτάζει η μάνα σήμερα κοντά της συνακτήτε
τζιαί μιάν κουβένταν όμορφην μ’ αγάπην να της πείτε.
Οτ’έσιετε ξηχάστε το τζιαί δίπλα της βουράτε
δείξετε με τον τρόπο σας πόσον την αγαπάτε.
Νά ‘ρτετε ούλλοι σας κοντά τζιαί να της ευχηθήτε
χρόνια πολλά μανούλλα μας τζιαί όμορφα να ζιείτε.
Σύντομα να εκπληρωθούν όσα επιθυμείτε
τζι’αγγόνια τζιαί δισέγγονα να αντέξετε να δείτε.
Τζι’όσ’ είσαστεν στην ξενηθκιάν τ’ακουστικό σηκώστε
τζι’ας εν που το τηλέφωνον χαρά στη μάνα δώστε.
Λόος γλυτζιής πον ν’ακουστεί που το παιδί στην μάνα
αξίζει εκατό φορές τζιαί τ’ουρανού το μάννα.
Αισθάνεται περήφανη σαν δεί τζιαί την στηρίζουν
τζιαί τα παιθκιά της νοιώθει το πως την υπολογίζουν.
Τζι’η μάνα τίποτ’έθελει άλλλον που το παιδίν της
μα να το νοιώθει δίπλα της στήριγμα στη ζωήν της.
Γιατί η μάνα στη ζωήν ότι τζιάν πείς αξίζει
τζι’όποιος τη μάναν εν τιμά τζι’έν την υποστηρίζει
σαν το σιυλλίν τ’αδέσποτο πρέπει του να γυρίζει.
Τη μάναν που τον έφερε στη γήν αν δεν τιμήσει
κάλλιον να φκή πασ’τα βουνά σαν ασκητής να ζήσει.




Γαβριήλ Παπά Αντώνης

Βιογραφικό στα Κυπριακά / Γαβριήλ Παπά Αντώνης


Αρκές του σαρανταεφτά μέσα εις το Γεννάρι
μια νύκτα σιειμωνιάτιτζιην που εν είσιε φεγγάρι
σε ένα σπίτι δίπατο κτισμένο με πλιθάρι
έλαχε μου να γεννηθώ λαλώ το με καμάρι.
Στην επαρχία Λάρνακας, στο Τζιήτιν το ζωρκό μου
εν τούντο πλιθαρόκτιστον το πατρογονικό μου.
Τριακόσια πόθκια που τζιαμαί ακόμα τζιαι πιο λλίο
βρίσκεται η Αγγελόκτιστη τζιαι δίπλα το σκολείο.
Η Παναγία Αγγελόκτιστη τα’ όνομα της δοξάζω
η αρχαία μας η εκκλησία που πάντα τη θαυμάζω.
Ήμουν στην οικογένειαν ο τρίτος στη σειρά
η μάνα μου τζι’ ο τζιύρης μου είχαν διπλή χαρά.
Γιατί τότε εκάμνασιν πόλικα κοπελούθκια
τζι’ αν λάχαινεν ν’ άρκετουν γιός αρκέφκασιν τραούθκια.
Ακόμα τρία εκάμασιν παιθκιά μετά πο’ μένα
πάνω στην πόρτα τα’ αρμαρκού τα ονόματα εγραμμένα.
Το φύλλον τους τζιαι η σειρά ούλλα καταγραφήκαν
κόμαν τζιαμαί τζιαι φαίνουνται εν’ εκαταστραφήκαν.
Ο τζιύρης μας ήταν βοσκός μα είσιεν τζιαι περβόλι
τζιειμέσα την εφκάλλαμε σαν είμαστε ροκόλοι.
Τα καλοτζιαίρκα ούλλοι μας πάντα μεσ’ τα χωράφκια
τίτσιροι τζι’ ανυπόλητοι στους ήλιους τζιαι στ’ αγκάθκια.
Που μουν εις το Δημοτικό σκολείον του χωρκού μου
καθόλου σκέψεις εν είχα ούτ’ εστενοχορκούμουν.
Τάχα για τα μαθήματα να κάτσω να θκιαβάσω
γιατί αλλού ετράβα με την ώρα να περάσω.
Σχεδόν όποτ’ εσκόλανα σιειμώναν καλοτζιαίρι
πάντα με ένα λάστικον ή τα βερκά στο σιέρι
όπου εθώρουν τα πουλλιά έπρεπε να βουρήσω
ή να τους στήσω τα βερκά ή να τα τζιυνιήσω.
Ύστερα στο Γυμνάσιον όπου τζι’ αν ήμουν πάντα
αστιέυκα τζιαι πείραζα εν εδιούσα αμάντα.
Σαν μαθητής μπορώ να πω εν ήμουν ο σπουδαίος
πρώτος στα μαθηματικά μα στ’ άλλα μου μεσαίος.
Όμως να πω το ήμαρτον με λάχει τζιαι ξηάσω
που τότες που’ μουν μαθητής άρκεψα να συντάσσω.
Τσιατίσματα τζιαι σάτιρες για τους συμμαθητές μου
τζιαι μέσα μέσα επείραζα τζιαι τους καθηγητές μου.
Μα τζιείνα ούλλα πο’ γραφα το λάθος μου το μιάλο
ποττέ μου εν’ σκέφτηκα κάπου για να τα βάλω.
Αν τα βάλλα σε μια γωνιάν ούλλα τζια φύλαα τα
τρια βιβλία σίουρα με τζιείνα εγέμωνα τα.
Η μάνα μου τζι ο τζιύρης μου εθέλαν να με δούσιν
δάσκαλον ή καθηγητή να ευχαριστηθούσιν.
Όμως εγιώ εν έθελα χρέη να τους φορτώσω
τζι’ άμα φκηκα που το στρατό για να τους ξαλαφρώσω.
Έπιαα σύντομα δουλλειάν μέσα εις το χωρκό μου
γραφκιάς στην Συνεργατικήν δίπλα που ένα θκειό μου.
Χρόνια πολλά σαν βοηθός ήμουν τζιαμαί μαζίν του
τζιαι γραμματέας έγινα πο’ πιαν τη σύνταξην του.
Μεσ’ το εβδομήντα τέσσερα τζιαι πριν την εισβολή
μιαν παφιτούν αγάπησα νούσιμην τζιαι καλή
τη Σταυρουλούν που το Στρουμπί γλυτζιάν τζι’ αγαπημένην
μαμμούν εις το επάγγελμα στη Σκάλα διορισμένη.
Ύστερα αρμαστήκαμεν έσιει κοσιέξη χρόνια
τζι’ αγαπημένα ζιούμεντε όπως τα σιεληόνια.
Εις το πλευρόν μου εστάθηκεν πραγματική Κυρία
τρία παιθκιά μου χάρισεν π’ όχουν πολλή λατρεία
Γαβρίλην τον πρωτότοκο στην πρώτην ευκαιρία
τζι’ ακόμα δκυο, τες δίδυμες, τη Στέλλα τζιαι Μαρία.
Ποιήματα σα’ νάρκησα πολλά για ν’ αρκινήσω
μα ώσπου ζιω αν’ ημπορώ ε’ να τα συνεχίσω.
Να βοηθήσω νακκορίν στην ποίησην του τόπου
στην γνώριμην τοπολαλλιάν πον’ η ζωή τα’ αδρώπου.
Να δοτζιημάσω αν μου περνά μια πέτρα να της κτίσω
αθύμιον τζιαι κληρονομιάν στην Κύπρο μας ν’ αφήσω.


Γαβριήλ Παπά Αντώνης