Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Βιογραφικό στα Κυπριακά / Γαβριήλ Παπά Αντώνης


Αρκές του σαρανταεφτά μέσα εις το Γεννάρι
μια νύκτα σιειμωνιάτιτζιην που εν είσιε φεγγάρι
σε ένα σπίτι δίπατο κτισμένο με πλιθάρι
έλαχε μου να γεννηθώ λαλώ το με καμάρι.
Στην επαρχία Λάρνακας, στο Τζιήτιν το ζωρκό μου
εν τούντο πλιθαρόκτιστον το πατρογονικό μου.
Τριακόσια πόθκια που τζιαμαί ακόμα τζιαι πιο λλίο
βρίσκεται η Αγγελόκτιστη τζιαι δίπλα το σκολείο.
Η Παναγία Αγγελόκτιστη τα’ όνομα της δοξάζω
η αρχαία μας η εκκλησία που πάντα τη θαυμάζω.
Ήμουν στην οικογένειαν ο τρίτος στη σειρά
η μάνα μου τζι’ ο τζιύρης μου είχαν διπλή χαρά.
Γιατί τότε εκάμνασιν πόλικα κοπελούθκια
τζι’ αν λάχαινεν ν’ άρκετουν γιός αρκέφκασιν τραούθκια.
Ακόμα τρία εκάμασιν παιθκιά μετά πο’ μένα
πάνω στην πόρτα τα’ αρμαρκού τα ονόματα εγραμμένα.
Το φύλλον τους τζιαι η σειρά ούλλα καταγραφήκαν
κόμαν τζιαμαί τζιαι φαίνουνται εν’ εκαταστραφήκαν.
Ο τζιύρης μας ήταν βοσκός μα είσιεν τζιαι περβόλι
τζιειμέσα την εφκάλλαμε σαν είμαστε ροκόλοι.
Τα καλοτζιαίρκα ούλλοι μας πάντα μεσ’ τα χωράφκια
τίτσιροι τζι’ ανυπόλητοι στους ήλιους τζιαι στ’ αγκάθκια.
Που μουν εις το Δημοτικό σκολείον του χωρκού μου
καθόλου σκέψεις εν είχα ούτ’ εστενοχορκούμουν.
Τάχα για τα μαθήματα να κάτσω να θκιαβάσω
γιατί αλλού ετράβα με την ώρα να περάσω.
Σχεδόν όποτ’ εσκόλανα σιειμώναν καλοτζιαίρι
πάντα με ένα λάστικον ή τα βερκά στο σιέρι
όπου εθώρουν τα πουλλιά έπρεπε να βουρήσω
ή να τους στήσω τα βερκά ή να τα τζιυνιήσω.
Ύστερα στο Γυμνάσιον όπου τζι’ αν ήμουν πάντα
αστιέυκα τζιαι πείραζα εν εδιούσα αμάντα.
Σαν μαθητής μπορώ να πω εν ήμουν ο σπουδαίος
πρώτος στα μαθηματικά μα στ’ άλλα μου μεσαίος.
Όμως να πω το ήμαρτον με λάχει τζιαι ξηάσω
που τότες που’ μουν μαθητής άρκεψα να συντάσσω.
Τσιατίσματα τζιαι σάτιρες για τους συμμαθητές μου
τζιαι μέσα μέσα επείραζα τζιαι τους καθηγητές μου.
Μα τζιείνα ούλλα πο’ γραφα το λάθος μου το μιάλο
ποττέ μου εν’ σκέφτηκα κάπου για να τα βάλω.
Αν τα βάλλα σε μια γωνιάν ούλλα τζια φύλαα τα
τρια βιβλία σίουρα με τζιείνα εγέμωνα τα.
Η μάνα μου τζι ο τζιύρης μου εθέλαν να με δούσιν
δάσκαλον ή καθηγητή να ευχαριστηθούσιν.
Όμως εγιώ εν έθελα χρέη να τους φορτώσω
τζι’ άμα φκηκα που το στρατό για να τους ξαλαφρώσω.
Έπιαα σύντομα δουλλειάν μέσα εις το χωρκό μου
γραφκιάς στην Συνεργατικήν δίπλα που ένα θκειό μου.
Χρόνια πολλά σαν βοηθός ήμουν τζιαμαί μαζίν του
τζιαι γραμματέας έγινα πο’ πιαν τη σύνταξην του.
Μεσ’ το εβδομήντα τέσσερα τζιαι πριν την εισβολή
μιαν παφιτούν αγάπησα νούσιμην τζιαι καλή
τη Σταυρουλούν που το Στρουμπί γλυτζιάν τζι’ αγαπημένην
μαμμούν εις το επάγγελμα στη Σκάλα διορισμένη.
Ύστερα αρμαστήκαμεν έσιει κοσιέξη χρόνια
τζι’ αγαπημένα ζιούμεντε όπως τα σιεληόνια.
Εις το πλευρόν μου εστάθηκεν πραγματική Κυρία
τρία παιθκιά μου χάρισεν π’ όχουν πολλή λατρεία
Γαβρίλην τον πρωτότοκο στην πρώτην ευκαιρία
τζι’ ακόμα δκυο, τες δίδυμες, τη Στέλλα τζιαι Μαρία.
Ποιήματα σα’ νάρκησα πολλά για ν’ αρκινήσω
μα ώσπου ζιω αν’ ημπορώ ε’ να τα συνεχίσω.
Να βοηθήσω νακκορίν στην ποίησην του τόπου
στην γνώριμην τοπολαλλιάν πον’ η ζωή τα’ αδρώπου.
Να δοτζιημάσω αν μου περνά μια πέτρα να της κτίσω
αθύμιον τζιαι κληρονομιάν στην Κύπρο μας ν’ αφήσω.


Γαβριήλ Παπά Αντώνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου