Σάββατο 24 Ιουνίου 2017

ΛΟΚΡΙΓΚΑΝΑ : Ποιητική Συλλογή του Λεωνίδα Γαλάζη εκδοθείσα το 2010.Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης (Κύπρου)

ΛΟΚΡΙΓΚΑΝΑ

μνήμη της γιαγιάς μου Ελευθερίας
Νοσοκόμες πάνε κι έρχονται
παρά το προκεχωρημένο της ώρας.
Της γιαγιάς η φωνή ραγισμένη
των συγκατοίκων ρόχθοι
πώς συνωστίζονται να τους υποδεχθούν στην όχθη
αμέτρητες ψυχές ζητιάνων κι ευγενών.
Λοκριγκάνα σπάνιο μέταλλο
χιλιάδες πέθαναν για σε μεταλλωρύχοι
βαθιά μέσα στη γη τρυπώνοντας
στις γαλαρίες με μάσκες και φανούς
αγνοώντας τις συνεχείς μεταστάσεις σου
τις αλλεπάλληλες αποδημίες.
Σκόνη στις κυψελίδες των πνευμόνων
ξανά σαν τυφλοπόντικες στις σήραγγες
καταμετρώντας τα μοιραία λάθη
των εμπειρογνωμόνων.
Την ευχή σου γιαγιά σφραγιστή στο μαντίλι
πώς τελειώνει το λάδι στο καντήλι
μεταλλωρύχοι σπάνιο μέταλλο
ξανά βαθιά στις σήραγγες για το μαύρο ψωμί
για τη ζωή των άλλων, τις ευγενείς επιδιώξεις τους
τις άριστες προοπτικές, τα παρεπόμενα της δόξης τους.


ΟΙ ΚΟΥΣΤΩΔΟΙ ΤΩΝ ΑΝΕΜΩΝ


Στ’ αμπάρι με τα σάπια κάγκελα
τις υποσχέσεις των κενταύρων
αλατισμένη λογική
φρεσκομαγειρεμένη
λαλούν κοκόρια και ξυπνούν τις συνειδήσεις.
Σκύψε, γονάτισε, προσκύνα
τους κουστωδούς των ανέμων
μην αμολήσουν τα σκυλιά και σηκωθούν τα κύματα
κι οι πειρατές παραιτηθούν στη μέση του πελάγου.
Πώς διαγουμίζουν τη ζωή σαν δεν είναι δική τους
πώς κυβερνούν τα βάθη της ψυχής μας!
Δούλοι πιστοί ξεχάσαμε πώς τραγουδούν ανέμελα
δούλοι πιστοί τα δόντια τρίζοντας
τ’ αφεντικά σαν το προστάξουν
Με τη συνείδηση στο πιάτο ξεβαμμένη
όνειρα σάπια φλούδες ελπίδων
αποξηραμένες δεσποινίδες
τους ανέμους, τους ανέμους, τους ανέμους!



ΛΕΥΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ


Πώς σας διέφυγαν τα παροράματα
στις λευκές σελίδες;
Σας ξεγέλασαν φαίνεται
με την προσποιητή τους αγνότητα
την τρυφερότητα της ανέγγιχτης σάρκας.
Το τι δεν έγραψες ως όφειλες
το τι δεν έπραξες ή είπες εν καιρώ
οι αιτιάσεις, οι προφάσεις
οι στυγνοί λογαριασμοί
ο φόβος των Ιουδαίων
ο νυσταγμός της ψυχής
τα δάκρυα των κροκοδείλων
αυτά κι αν σε εκθέτουν
αυτά κι αν σου προσάπτονται
στις μαρτυρικές καταθέσεις
ως άκρως επικίνδυνα
αλλά σπανίως ανιχνεύσιμα
παρά τις φιλότιμες παρεμβάσεις
των ειδικών σωμάτων ασφαλείας
των εμβριθών διορθωτών και φιλολόγων
ανακριτών και μικροβιολόγων.

ΔΟΚΙΜΕΣ ΣΥΓΚΟΛΛΗΣΕΩΣ: Ποιητική Συλλογή του Λεωνίδα Γαλάζη εκδοθείσα το 2013

ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ

Πόσο τρόμαξε η γάτα σου
όταν οι δυο ξένοι με τα παράξενα πλουμιά
μπήκαν απρόσκλητοι στο σπίτι!
Και τι φόβο τράβηξε
αντικρίζοντας τον σκύλο τους η έρμη
το χλωμό τους άλογο, τα σπαθιά και το γεράκι τους
Κρύφτηκε σε μια γωνιά της αυλής και περίμενε
χωρίς να προβλέψει
πως σε λίγα λεπτά -δα κατέφθαναν οι γείτονες
και τ’ ασθενοφόρο χλωμό
πως δεν θα προλάβαιναν τα παιδιά σου.
Χωρίς να μπορεί και τώρα να το πιστέψει
πως αναχώρησες για πάντα.
Ποιος θα της δίνει τώρα σημασία
σε ποιου τα πόδια θα κάθεται
από ποιον θα ζητά με νάζι τα χάδια
ποιου τα λόγια θ’ ακούει;

Η ΣΚΟΝΗ ΣΤΑ ΠΛΕΜΟΝΙΑ ΣΑΣ

Γιατί να ενοχλήσουν τους επιστάτες
οι αναθυμιάσεις κι η μαύρη σκόνη
που κατακάθιζε στα πλεμόνια σας;
Μια λεπτομέρεια χωρίς σημασία
ήταν η σκόνη στα πλεμόνια σας.
Εκείνο που προείχε τώρα
ήταν η κατασκευή των δοκών και των υποστυλωμάτων
των στεγάστρων
των θυρών και παραθύρων
των συστημάτων συναγερμού και διαφυγής.
Η σκόνη στα πλεμόνια σας
ήταν δικό σας πρόβλημα και μόνο.
Ας το αντιμετωπίζατε με θάρρος, επιτέλους.
Και μόνοι!

ΟΙ ΜΕΛΙΣΣΕΣ

Στη μητέρα μου
Τόσο κακό μέσα στο σπίτι
κι οι μέλισσες στον κήπο μας
δεν έλεγαν να μας αφήσουν ήσυχους.
Ποιος θα τρυγούσε τους ανθούς
που είδαν πολλά τα μάτια τους
κι όμως γιορτάζαν
ακόμα κι αν μας έβλεπαν
να κλείνουμε τα χάσματα στο πάτωμα
κι αυτά ν’ ανοίγουν πιο πλατιά,
να περιθάλπουμε τους τοίχους
και πάλι να φουσκώνουν
οι ρωγμές τους επικίνδυνα;
Κι οι μέλισσες το μέλι τους
και τα λουλούδια τ’ άσματά τους
κι εμείς διαβάζοντας σκεφτικοί
το λήμμα «περικαρδίτις»
να κρυφοκοιτάμε τον πατέρα σκυφτό
στο προσκεφάλι της μητέρας
την Παναγιά στην άκρη του κρεβατιού της
μ’ ένα στεφάνι στα μαλλιά
από λουλούδια του κήπου μας
και μέλισσες σαν προσευχές
σε κάθε ανθό που δάκρυζε
και πίκριζε το μέλι.

ΚΙ ΥΣΤΕΡΑ ΤΙΠΟΤΑ

Υγρό σκοτάδι κι ύστερα φως
κήπος δακρύων
σπιθόβολες κραυγές
πίσω απ’ τους λόφους
κύμβαλα, κρόταλα
εφήμερες χαρές
και νίκες
κι ανεμοσκορπίσματα.
Κι ύστερα φως
κι ύστερα γυμνός
κι ύστερα τίποτα
χωρίς καν τ’ όνομα σου.
Πηχτό σκοτάδι, νερό
πέτρες και κόκαλα.
Και ξανά στο φως
ν’ ακούς τα παραμύθια
που γλυκαίνουν την αλήθεια
να κοιτάς ακίνητος τα όνειρά σου
που καλπάζουν στο φως
χωρίς επίγνωση, χωρίς αιδώ.

Λεωνίδας Γαλάζης (βιογραφικό)

Ο Λεωνίδας Γαλάζης γεννήθηκε το 1962 στη Λευκωσία της Κύπρου. Σπούδασε ελληνική φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και παιδαγωγικά στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου. Παρακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κύπρου. Είναι διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας του ίδιου Πανεπιστημίου με τη διατριβή "Ποιητική και ιδεολογία στο κυπριακό θέατρο (1869-1925)". Εργάζεται ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση. 


Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές και άλλα έργα
  •  "Ματωμένα κοράλλια" (1979),
  •  "Ο λοιμός και άλλα ποιήματα" (δίφυλλο, 1981), 
  • "Ιατρική βεβαίωση" (1982, Βραβείο Υπουργείου Παιδείας της Κύπρου για έργο νέου λογοτέχνη), 
  • "Στυφά κυδώνια" (1988), 
  • "Φωτηλασία" (1999) και 
  • "Παραδαρμός εν αλφαβήτω" (2007) κ.ά. 
  • Το 2010 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης (Κύπρου) για την ποιητική του συλλογή "Λοκριγκάνα".
  • Δοκιμές Συγκολήσεως / 2013
  • Ληξιπρόθεσμες επαγγελίες / 2016
  • Κειμενικές διαθλάσεις / 2012
  • Η προσωποποίηση στο ποιητικό έργο του Κώστα Μόντη / 2008

Υπόγεια Στρώματα / Γαλάζης Λεωνίδας


Θαμμένος βαθιά
Κάτω από τόνους ανοχής
Χωρίς τις νενομισμένες τιμές
Και τους μακροσκελείς επικηδείους
Χωρίς τους προσποιητούς θρήνους
Των πληρωμένων επί τούτω γυναικών.

Καρφωμένος πάνω στα πετρώματα
Των υπογείων στρωμάτων
Αναδεύοντας τα χώματα
Νεκρός γι’ αυτούς
Μα για τον θάνατο μπελάς
Για τα καρφιά βραχνάς
Γυρίζοντας σαν σβούρα μες στον τάφο σου
Ξυπνώντας κάθε τόσο τους συγκάτοικους
Που ξέχασαν για πάντα τα ρολόγια
Τον ήλιο και τις επισυναπτόμενες κορδέλες της ζωής.

Θαμμένος αναδεύοντας καρφιά
Δεμένος στο κατάρτι των στιγμών που δεν παρέρχονται
Για τα ρολόγια τίποτα
Μόνο φωνές από τα βάθη
Του τάφου που χορτάριασε
Των απειλών που δεν εκφέρονται
Παρά κάτω απ’ το χώμα.

Βαθιά θαμμένος
Ενωμένος με τις πρώτες ύλες
Της αποστολής των υποδίκων
Των πάσης φύσεως εκτελεστικών οργάνων
Γραναζιών, εξαρτημάτων, υποστυλωμάτων
Και συναφών αναλωσίμων υποσυστημάτων.

φλούδες νοημάτων / Γαλάζης Λεωνίδας

Σκέψου πρώτα τους κανόνες του παιχνιδιού
Μην αφεθείς στις πρωτοβουλίες του κοπαδιού
Των αγαθών κι ανήξερων προβάτων
Που μηρυκάζουν φλούδες νοημάτων.

Λέξεις μαγειρεμένες με λάδια τοξικά
Καταναλώνουν άφοβα μαύρα λαγωνικά

Επιζητούν τη λάσπη τα γουρούνια
Καρπούζια, πεπονόφλουδες
Λέξεις αποδιοπομπαίες
Ακατάδεχτες σημαίες

Ποιήματα για τους καλάθους των υπεραγορών
Εν μέσω προσφορών
Κορδέλες στα μαλλιά ανέφελων κυράδων.

Τι λέξεις βαρυσήμαντες
Τι σπάνια νοήματα
Στα τρίσβαθα του νου τους

Σαν δίνουν μάχη εν ονόματι των ιερών συμβόλων
Δήθεν μακράν αντισταθμίσεων
Άνευ ζιζανίων και τριβόλων.

οι κουστωδοί των ανέμων / Γαλάζης Λεωνίδας

Στ’ αμπάρι με τα σάπια κάγκελα, τις υποσχέσεις των κενταύρων
Αλατισμένη λογική
Φρεσκομαγειρεμένη
Λαλούν κοκόρια και ξυπνούν τις συνειδήσεις.

Σκύψε, γονάτισε, προσκύνα
Τους κουστωδούς των ανέμων
Μην αμολήσουν τα σκυλιά και σηκωθούν τα κύματα
Κι οι πειρατές παραιτηθούν στη μέση του πελάγου.

Πώς διαγουμίζουν τη ζωή σαν δεν είναι δική τους
Πώς κυβερνούν τα βάθη της ψυχής μας.

Δούλοι πιστοί ξεχάσαμε πώς τραγουδούν ανέμελα

Δούλοι πιστοί τα δόντια τρίζοντας

Τ’ αφεντικά σαν το προστάξουν

Τη λογική στο πιάτο φρούτο συνείδηση
Όνειρα σάπια φλούδες ελπίδων
Αποξηραμένες νόστιμες δεσποινίδες
Τους ανέμους, τους ανέμους, τους ανέμους.

ΑΓΥΡΙΣΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ / Λεωνίδας Γαλάζης


Νόμιζες πως τα κορίτσια που χάνονταν για μέρες κυοφορούσαν την ανταρσία. Τα δάκρυα της ροδιάς δεν ωφελούσαν. Κι εσύ τα γύρευες στον ουρανό. Οι φλόγες που τύλιγαν το σώμα τους. Κι οι κρυψώνες τους. Με το πικρό ψωμί της αμαρτίας και τις ελιές. Κι οι γριές με σάπια μήλα στην ποδιά τους.

Ούτε που πρόσεχες πως σφύριζαν τα σκολιαρόπαιδα. Κι έπεφτες σ' ένα πηγάδι και τρέχαν τα κορίτσια που τόσες μέρες γύρευες στο δάσος. Πιο σκοτεινά με το χνούδι των κυδωνιών. Γυρεύοντας τα μυστικά τους στο πηγάδι. Πικρό ψωμί κι ελιές. Κι ύστερα κόλλυβα.
Και δεν μπορούσαν να σε δουν εκεί που πολεμούσες. Με τις δυνάμεις του θανάτου. Κι ύστερα τρέχαν στα ξωκλήσια να ξεπλύνουν τις πομπές των προγόνων μας. Μα του κορμιού τους κάθε κύτταρο διαπέρασαν οι ρύποι και τρέμανε.
Κι ας τις καλούσαν οι μάρτυρες τη σκλαβιά ν' αποσείσουν. Μα κείνες προσεύχονταν... Σκυλιά, πώς μαγαρίσατε της ύπαρξής μας κάθε χνάρι; Με τα γρόσια να κουδουνίζουν στα κεφάλια σας.


Λεωνίδας Γαλάζης 

ΚΥΠΡΟΣ του Λεωνίδα Γαλάζη

Τόσοι καημοί που σ’ έζωσαν
και σ’ έριξαν στο χώμα,
μα μάχεσαι και με ψυχή
και λιονταρίσιο σώμα,
Μα μάχεσαι κι ορθώνεσαι
λαμπάδα μες στους κόσμους
να φέγγεις στους μικρόψυχους
μάνα, πατρίδα, φώς μου.

Κυριακή 18 Ιουνίου 2017

Ο μεγάλος Σαμάν / Ποιητική Συλλογή του Κώστα Βασιλείου εκδοθείσα το 1977


Ο Αισχύλος και ο Γιάννης / Βασιλείου Κώστας



Δεν είναι αρκετό να ’μαστε άριστοι
Ποιητές της καρδιάς και του ύφους
Έλεγε πικραινόμενος εν εαυτώ
Κοιτάζοντας τη μάχη από ένα βράχο
Ο Ριμαχό – κι ο Ριμάχο
Κοιτάζοντας τη μάχη από ένα μύλο
Δεν είναι αρκετό να ’μαστε άριστοι
Ποιητές της φωτιάς και του πλήθους
Πρέπει να γίνουμε και άριστοι
Πολεμιστές, σαν τον Αισχύλο
Που πολέμησε στον Μαραθώνα.
Δεν γίνεται, τους φώναξε
Μέσ’ από την καρδιά της μάχης
Η Ριμαχόνα – πρέπει να διαλέξετε
Γιά ποιητές γιά στρατιώτες, αν αμφιβάλλετε
Ρωτάτε τον Διονύσιο Σολωμό και τον Ρήγα Φεραίο
Ρωτάτε τον Δώρο Λοΐζου και τον Παύλο Τελώνη
Που κάτι ξέρουν για το μέγα δίλημμα.
Μ’ αν θέτε σώνει και καλά να είστε και τα δύο
Πρέπει πρώτα να γίνετε γενναίοι πολεμιστές
Με στήθος
Κι ύστερα, αν επιβιώσετε
Γενναίοι ποιητές
Με ήθος
Σαν τον Αισχύλο και τον Γιάννη
Τον Μακρυγιάννη.

Μικροί Εσπερινοί του Κώστα Βασιλείου

1

Κάθε φορά που κατεβάζω στην αυλή 
Μ΄  ένα μονόχειρο σιτάρι 
Τα περιστέρια

                                 Ο Βασιλάκης 

Τρέχοντας χαρούμενος ανάμεσά τους 
Τα ανεβάζει πάλι στην άκρη της στέγης 
Και στέκεται και τα θωρεί 
Περίλυπος 

2

Κι όταν ακούστηκε η καμπάνα του εσπερινού 
Σταμάτησε να κυνηγά τα περιστέρια 
Κι άρχισε να χορεύει 

                                  Εκείνος 

Δώδεκα μηνών Και η καρδιά του 
Δώδεκα μηνών

Ο μικρός πρίγκηπας του Κώστα Βασιλείου


Τρια μερονυχτα τον εψαχνε μεσα στο πληθος
Στην αγορα, στα καταγωγια και στα γυμνασια
Η μανα του η ανυμφευτη η Αγγελικα
κι εκεινος
Ποιος να το φανταζοταν για εναν μπασταρδο
Για εναν αξεστο δεκαεφταχρονο νησιωτη
Κατω απ’ τους ιστορημενους θολους του Ναου
Ν’ ακούει με κατανυξη τους σεβασμιους γεροντες
Το Santo Rossi, τον εξοριστο της liberta
Τον Alessandro Manzoni, το δασκαλο της αρετης
Τον Bernardo Bellini, το μαστορα της γλωσσας
Κι αλλους πολλους και πανω απ’ ολους
Το Monti, το Vincenzo Monti
Τον ιεροφαντη της ποιησης.
Και αιφνης να στηνει το κορμακι του αναμεσο τους
Να ψελνει μια τερτσινα απο το Βιβλιο των Cantos
Και να ρωτα και να ξαναρωτα για το αποκρυφο της νοημα
Για το χυμενο αρωμα που υπαρχει περα απο το νοημα
Κι εκεινοι να του αποκρενονται κι αυτος να επιμενει
Και να τολμα να συζητει μαζι τους για τις αποχρωσεις
του νοηματος, το φως
Που υπαρχει εξω απο το ποιημα
Κι ολοι να τον θαυμαζουν για τη φρονιμαδα του
Κι ο Santo Rossi χτυπωντας τα χερια
— O Greco
Tu farai dimenticare il nostro Monti — κι ο Monti
Ο Vincenzo Monti αλλαζοντας χρωματα
— Υακυνθηνε
Δε φαινεται να σε λειπουν ολοτελα οι γιακυνθοι
Κι αν θες τη συμβουλη ενος πατερα γενου κριτικος
Θα ’σαι ο ιδανικοτερος ερμηνευτης του εργου μου
Μ’ αν θελεις σωνει και καλα να γινεις ποιητης
Αξιος να διαβεις την Ωραια Πυλη
Δεν πρεπει να συλλογιζεσαι τοσο
Να αισθανεσαι πρεπει να αισθανεσαι
Κι ειπε τη λεξη αισθανεσαι με μια βαθεια ανασα
Κι οπως αγγιζει ενας ιερεας το ευαγγελιο
Ακουμπησε το χερι στο σημειο της καρδιας
Με την Καρδια.
Με την καρδια — με το αιμα της καρδιας
γραφει ο ποιητης τους στιχους του
Με την καρδια — με το αιμα της καρδιας
σωζει ο αντρας την τιμη του
Με την καρδια — με το αιμα της καρδιας
σμιγει ο πιστος με το θεο του
Μην πεις ποτε σου στην καρδια σταματα ως εδω
Εδω το επιτρεπτο, εκει το ανεπιτρεπτο — ποτε
Δε θα σου πει ποτε η καρδια μην προχωρησεις ως εκει
Εκει το ανεφικτο, εδω το εφικτο
Κι ο νους
Είναι θανασιμο αμαρτημα στην ποιηση
Εναντια στη φυση της ποιησης
Με το νου
Μπορει ν’ απομονωνεις εξοχες στιγμες
Δε θα μπορεσεις ομως να συνθεσεις το Χρονο
Μπορει να φτιαχνεις αψογες κολονες
Δε θα μπορεσεις ομως να οικοδομησεις το Ναο
Με το νου
Δε θ’ αναστησεις απ’ τα κοκκαλα
Τη λευθερια
Με την ΚΑΡΔΙΑ — Και με το ΝΟΥ
Απαντησε ευθυς ο Νεος Ποιητης
Με σεβασμο αλλα και σιγουρια που τη βεβαιωναν
Οι χτυποι της καρδιας του — με το νου
Πρεπει πρωτα με δυναμη να συλλαβει ο νους
Κι επειτα η καρδια θερμα να αισθανθει
Ο,τι ο νους εσυνελαβε — κι ο Λογος
Κι οπως μιλουσε, το κορμακι του
Μετακινηθηκε προς την Ωραια Πυλη
Και, εν αρχη ην ο Λογος, ειπε
Και ο Λογος ην προς τον Θεον
Και Θεος ην ο Λογος.


Γενάρης 1978

Από την Ποιητική Συλλογή: Κώστας Βασιλείου, Ο Πόρφυρας. Ποιήματα, Λευκωσία 1978, σ. 58-60

Τα επίθετα / Βασιλείου Κώστας



Δεν πρόφτασε καλά καλά να γίνει δήμαρχος
Ο κύριος Ριμαχό, κι όπως το είχε υποσχεθεί
Κήρυξε εκστρατεία ενάντια στα επίθετα.
Δεν είναι κατάσταση αυτή, έλεγε και ξανάλεγε
Κάθε φορά που σηκώνεται ένας άνεμος 
Να γεμίζει η πόλη, κι ούτε ένα παράθυρο
Ούτε την πόρτα σου να μην μπορείς ν’ ανοίξεις.
Κι έδωσε εντολή στην καθαρίστρια
Να πάρει σβάρνα δρόμους και πλατείες
Να τα σκουπίσει.
Να τα σκουπίσω κύριε δήμαρχε
Του είπε η Ριμαχόνα, αλλά να με συμπαθάτε
Δεν μπορώ να καταλάβω τι σας έπιασε με τα επίθετα, καλά
Να προσπαθήσουμε να περιοριστούμε στα ουσιαστικά
Μα γίνονται ουσιαστικά χωρίς επίθετα; δεν γίνονται
Όπως δεν γίνονται ουσιαστικά χωρίς τα ρήματα.
Αφήστε τώρα που είναι βαρυχειμωνιά και πέφτουν
Με τη βροχή και τον άνεμο –την άνοιξη
Μα και το καλοκαίρι ίσαμε τον Αύγουστο
Αν τύχει να περάσετε καμιά φορά απ’ το χωριό 
Έχω μια ροδιά στην αυλή μου, μια ροδιά
Με κάτι κόκκινα ρήματα, με κάτι κόκκινα ουσιαστικά
Να τα κοιτάζεις και να σε πονούν τα μάτια
Να τα ξανακοιτάζεις και να σου έρχονται δάκρυα στα μάτια
Έτσι καθώς τα βλέπεις να υπάρχουν και να αναπνέουν
μέσα σε μια θάλασσα


Δευτέρα 12 Ιουνίου 2017

Ο Ποιητής Σωτήρης Π. Βαρνάβας: Κριτική Προσέγγιση της Ποίησης του από τον Σωκράτη Σκαρτσή

που μπορείτε να διαβάσετε πατώντας επί του παρακάτω συνδέσμου του ιστοχώρου:


Σωτήρης Π. Βαρνάβας (βιογραφικά στοιχεία)


Ο Σωτήρης Π. Βαρνάβας γεννήθηκε το 1948 στη Μηλιά Αμμοχώστου. Φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο Λευκωσίας. Σπούδασε στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Φυσιογνωστικές Επιστήμες και στη συνέχεια Γεωλογία.  Είναι μέλος της Επιτροπής της UNESCO: Άνθρωπος και Βιόσφαιρα. 

Είναι:

  • μέλος της οργανωτικής επιτροπής του Συμποσίου Ποίησης που πραγματοποιείται στο Πανεπιστήμιο Πατρών και μέλος της οργανωτικής επιτροπής Σεμιναρίων Ποίησης του ίδιου Πανεπιστημίου.
  •  συνεπιμελητής της "Ανθολογίας Κυπρίων Ποιητών" (2008), εκδόσεις Ταξιδευτής. 
Ασχολήθηκε με τη μελέτη της κυπριακής ερωτικής ποίησης του 16ου αιώνα μέσα από το έργο του άγνωστου ποιητή της ποιητικής συλλογής "Ρίμες αγάπης", συμμετείχε σε συλλογικά έργα, ενώ δημοσίευσε και μικρά σχόλια για ποιητικές εκδόσεις. 

Το "Χρεόγραφο" και τα "Γράμματα εμπράγματα" περιελήφθησαν στη βραχεία λίστα των υπό κρίση βιβλίων για τα κρατικά κυπριακά βραβεία ποίησης 2014 και 2016 αντίστοιχα.

Ποιητικές Συλλογές:

  • "Ψήγματα Απείρου" (2006), 
  • "Ηχογράμματα" (2008), 
  • "Χρεόγραφο" (2013)
  • "Γράμματα εμπράγματα" (2015) από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης

Χαμπής Αχνιώτης:Ποιητής που γράφει δημοτική ναι είναι ποιητής αλλά όχι Κύπριος Λαϊκός ποιητής.

  

ΚΥΠΡΟΣ ΜΟΥ

Τους σκλαβομένους τόπους σου,ποττέ μόν τους ξιχάννω.        
Το μόνον πράμαν που ποθώ,
κοντά τους πάλε να βρεθώ,
θέλω προτού πεθάνω.

Στα σκλαβομένα μέρη σου,θέλω να πάω πίσω.
Στες στράτες π΄αναγιώθηκα,
Θεέ μου ν΄αξιώθηκα,
να ξαναπαρπατήσω.

Παιδκιά μου στούντα χώματα,πουν πάντ΄αγαπημένα,
που βρίσκουντε εις τον βορκά,
εχουμεν κάμποσα χωρκά,
τωρά πουν σκλαβομένα.

Είπα σας το πολλές φορές,να σας ξαναθυμήσω.
Λεύτερα θ΄άναι γλήορα,
τζιαι τότες ούλοι σίουρα,
θέλω να πάτε πίσω.

Εγιώ παιδκιά μου γέρασα. Τα πόδκια μόν κρατούσιν.
Μπορεί να είμαι τζιαι νεκρός,
άμα θα έρτει ο τζιαιρός,
για να λευτερωθούσιν.

Για τούτον φήννω σας ριτζιάν,αν τύχει τζιαι πεθάνω,
έθ θελω να με θάψετε.
Ξύλα παιδκιά μου ν΄άψετε,
τζιαι βάρτε με που πάνω.

Τζι΄άμα θα κρούσω να γινώ,σταχτός χαμέ ππεμένος,
σωρέψετε μ΄ως το κουτσιή,
τζιαι γιώ να πάω που ποτζιεί,  
ασσέν τζιαι πεθαμμένος.

Βόρτε με σ΄έναν μαστραππίν,παιδκιά μ΄αγαπημένα,
τζι΄άμα θα έρτει ο τζιαιρός,τα Τουρκοπατημένα,
πίσω για να τα πιάσετε,
όϊ να με ξιάσετε,
επάρτε με τζιαι μένα.

Τζιαι φκάρτε λούκκον ξέβαθον, στο σιος μιας αροδάφνας,
τζιαι βάρτε μέσα τον σταχτό,
για πάντα πιον να νεπαφτώ,
στα χώματα της Άχνας.

γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας 

Ο Χαμπής ο Αχνιώτης γεννήθηκε στο χωριό Άχνα της επαρχίας Αμμοχώστου στις 5/11/1948. Με την Κυπριακή Λαϊκή Ποίηση ασχολείται από μικρός, όμως συστηματικά άρχισε να γράφει μετά την εισβολή όπου και πήρε το όνομα Χαμπής Αχνιώτης. Κατάγεται από πολύ φτωχή οικογένεια και έχει περάσει πολύ δύσκολα παιδικά χρόνια. Ως ποιητής έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές, όλες γραμμένες στην Κυπριακή Διάλεκτο. Είναι από τις πλέον χαρακτηριστικές πένες της Λαϊκής Κυπριακής Ποίησης και είναι βαθειά ερωτευμένος με την Λαική Παράδοση της Μεγαλονήσου.   Δεν είναι καθόλου ικανοποιημένος από την εξέλιξη της Λαικής Κυπριακής Ποίησης αφού όπως ο ίδιος παρατηρεί εύστοχα: «…τη στιγμή που φαίνεται ένας νέος ποιητής πεθαίνουν δυο παλιοί…» Θα περίμενε ειδικά κίνητρα από την Πολιτεία ώστε οι νέοι της Κύπρου να έχουν την δυνατότητα να ασχοληθούν με το είδος αυτό της Ποίησης. Ο ίδιος πάντως θα συνεχίσει να γράφει Λαική Ποίηση. «….γιατί ο κύκλος του ποιητή κλείνει μόνο με τον θάνατο του.» επισημαίνει χαρακτηριστικά.  Σήμερα ζει στο Ζύγι, είναι νυμφευμένος με την Ελένη Σεβερή με την οποία απέκτησε δυο παιδιά τον Μάριο και την Θέκλη.
Τον ευχαριστούμε που δέχτηκε να παραχωρήσει αυτή την συνέντευξη και να μέσα από τις ουσιώδεις απαντήσεις του, τις σκέψεις και τους προβληματισμούς του.


1.     Ξεριζωμένος λοιπόν στην ίδια σας την Πατρίδα. Πρόσφυγας όπως χιλιάδες άλλοι πατριώτες. Σαράντα χρόνια μετά, αν και ο χρόνος επουλώνει τις πληγές, ο πόνος της χαμένης Πατρίδας παραμένει. Πόσο έχει επηρεάσει  αυτή η ανοικτή πληγή την ποίησή σας;
Ο ξεριζωμός και η προσφυγιά επηρέασαν την ποίηση μου τόσο που για τον χωριό μου, για τον πόθο της επιστροφής, και γενικά για την προσφυγιά έγραψα αρκετά ποιήματα.
2.     Εραστής της Λαικής Κυπριακής ποίησης, ασχολείστε με αυτή από πολύ μικρός . Πως γεννιούνται τα ποιήματά σας. Ποια εσωτερική  δύναμη ξεπηδά μέσα από την ψυχή σας και μετουσιώνει τον κόσμο σας σε στίχους;
Τα θέματα των ποιημάτων μου τα παίρνω από δικά μου βιώματα, από τη ζωή της υπαίθρου, από καταστάσεις της καθημερινής ζωής, έχω γράψει επίσης θρησκευτικά ποιήματα, γνωμικά και άλλα…
3.     Γράφετε στην Κυπριακή Διάλεκτο. Ένα γλωσσικό ιδίωμα που δεν διδάσκεται, όπως φυσικά  και όλοι οι διάλεκτοι της Ελληνικής Γλώσσας. Και παλαιότερα σπουδαίοι Κύπριοι Ποιητές (Λιπέρτης, Μαρκίδης, Μαυρίδης Νίκος, Μιχαηλίδης Βασίλης,  ακόμα και ο Κ. Μόντης κ.αλ) έγραψαν ποιήματά τους στην Κυπριακή Γλώσσα. Πιστεύεται ότι εάν γραφεί Λαϊκή Ποίηση στην Κύπρο, στην Δημοτική θα χάσει την ισχύ της. Η δύναμή της είναι η Κυπριακή Διάλεκτος;
Θα μπορούσα να γράψω και στη δημοτική με την ίδια ευκολία, όμως μου αρέσει να γράφω πάντα στην Κυπριακή διάλεκτο. Πιστεύω ο Κύπριος Λαϊκός ποιητής πρέπει να γράφει στην Κυπριακή διάλεκτο. Ποιητής που γράφει δημοτική ναι είναι ποιητής αλλά όχι Κύπριος Λαϊκός ποιητής.
4.     Εσείς έχετε προσπαθήσει να γράψετε Λαϊκή ποίηση στη Δημοτική Γλώσσα; Θα ήταν σαν να αθετούσατε έναν όρκο,  αυτή την σχέση λατρείας που έχετε αναπτύξει με αυτό το είδος ποίησης;
Εγώ έχω γράψει δυο τρία ποιήματα στη δημοτική μετά που  Ελλαδίτες φίλοι μού το ζήτησαν και τα έγραψα έτσι για να τα καταλαβαίνουν πιο καλά, όμως δεν τα περιέλαβα σε καμιά ποιητική μου συλλογή.

5.     Μετά την Τουρκική Εισβολή αλλάξατε το όνομά σας και από Χαμπής Χρυσοστόμου γίνατε Χαμπής Αχνιώτης. Όπως είπατε θεωρείτε έτσι ότι προβάλλετε το χωριό σας. Αντιληφθήκατε κάποιες αντιδράσεις; Οι φίλοι, οι γνωστοί πως υποδεχτήκανε αυτή σας την απόφαση;
Μετά την βάρβαρη Τουρκική εισβολή άλλαξα το όνομα μου και από Χαμπής Χρυσοστόμου, έγινα Χαμπής Αχνιώτης. Αυτό ιδιαίτερα οι χωριανοί μου το δέχτηκαν θετικά γιατί έτσι προβάλλω το χωριό τους.
6.     Περιπλανηθήκατε μετά το 1974 ανά την Κύπρο, μέχρι που κατασταλάξατε στο Ζύγι. Οι συγχωριανοί σας (αν κάνω λάθος διορθώστε με ) επιλέξανε το Δασάκι της Άχνας. Η απόσταση από το κατεχόμενο ερημωμένο χωριό είναι ελάχιστη. Ποιες σκέψεις σας στροβιλίζουν στην θέα των ερημόσπιτων, στην θέα των χορταριασμένων αυλών;
Ως εκ της θέσεως του το χωριό μου είναι ορατό από τις ελεύθερες περιοχές, και ιδικά το σπίτι μου που ευρίσκεται άκρα του χωριού το βλέπω πολύ καθαρά, μισογκρεμισμένο με χορταριασμένη αυλή. Σχετικά με αυτή την κατάσταση έγραψα και ιδικό ποίημα..  ΕΙΑ ΕΙΚΟΝΕΣ ΣΚΟΤΕΙΝΕΣ ποιητική συλλογή με την πένναν της καρκιάς, σελίδα 199
7.     Έχετε γράψει 7 ποιητικές συλλογές. Ψάχνοντας για το έργο σας ανακάλυψα τις παρακάτω:
Κυπριακές Ρίμες
Με τον καμόν του γυρισμού
της πέννας μου οι ρίμες
 Με την πένναν της καρκιάς
              Με το γαιμαν της καρκιάς μου

Ποιες είναι οι άλλες δύο;

Όσον αφορά τες εκδόσεις μου,

·        ΚΥΠΡΙΑΚΕΣ ΡΙΜΕΣ 1990,  
·        ΝΕΟΙ ΚΥΠΡΙΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ ΚΥΠΡΙΑΚΕΣ ΡΙΜΕΣ 1993
·        ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΜΟΝ ΤΟΥ ΓΥΡΙΣΜΟΥ 1996,
·        ΜΕ ΤΗΝ ΣΚΕΨΗ ΣΤΟΝ ΒΟΡΚΑ 2002,
·        ΤΗΣ ΠΕΝΝΑΣ ΜΟΥ ΟΙ ΡΙΜΕΣ 2005, 
·        ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΝΝΑΝ ΤΗΣ ΚΑΡΚΙΑΣ 2008,
·        ΜΕ ΤΟ ΓΑΙΜΑΝ ΤΗΣ ΚΑΡΚΙΑΣ ΜΟΥ 2010.

8.      Τα ποιήματά σας έχουν μια μελωδικότητα. Μια έντονη μουσικότητα και  προς αυτή την κατεύθυνση βοηθά το μέτρο του  δεκαπεντασύλλαβου στίχου. Θέλω να σας ρωτήσω για τα  Τσιαττιστά. Τα Τσιατιστά  αποτελούν ένα από τα πιο ζωντανά κομμάτια της Κυπριακής λαϊκής ποιητικής δημιουργίας. Έχετε ασχοληθεί με αυτό το είδος; Γράφετε Τσιατιστά; Συμμετέχετε σε αυτοσχέδιους αγώνες αλλά και σε οργανωμένους;  Θα αποτελούσε στόχο για εσάς η έκδοση κάποιας ποιητικής συλλογής με Τσιατιστά;
Η Κυπριακή λαϊκή ποίηση θα μπορούσα να πω αποτελείται από τα κλασσικά ποιήματα όπου έχουν γράψει όλοι οι Κύπριοι Λαϊκοί ποιητές, από τα αφηγηματικά ποιήματα, δίστιχα και τα τσιαττιστά. Έχω ασχοληθεί με όλα τα είδη αυτά, και έχω και βραβευθεί πολλές φορές σε όλες τες περιπτώσεις. Με τσιαττιστά θα μπορούσα να βγάλω πολλά βιβλία, όμως αντιλαμβάνεσθε ότι επειδή είναι αυτοσχέδια σε διαγωνισμούς, δεν καταγράφονταν δυστυχώς. Ορισμένα τσιαττίσματα που έχουν διασωθεί τα περιέλαβα στην ποιητική μου συλλογή Με το γαίμαν της καρκιάς μου.
9.     Έχετε περάσει στην 7η δεκαετία της ζωής σας. Όλο αυτό το ταξίδι της ζωής, σας πρόσφερε σημαντικές  εμπειρίες, λύπες και χαρές. Ποια γεγονότα της ζωής σας θα χαρακτηρίζατε σαν τα σημαντικότερα; 
Σημαντικότερα γεγονότα της ζωής μου θα έλεγα είναι το ότι στα δεκατέσσερα μου μετοίκισα στο Liverpool στην Αγγλία για δουλειά, στα 18 όταν επέστρεψα και γνώρισα και παντρεύτηκα την γυναίκα μου, η γέννησης των παιδιών μου, και το 1992 όταν σε διαγωνισμό ποίησης που προκήρυξε το ΡΙΚ και όπου έλαβαν μέρος όλοι οι Κύπριοι ποιητές, πήρα το πρώτο βραβείο.
10.                        Η δημιουργία Λαικής Ποίησης είναι ένα έμφυτο χάρισμα ή μπορεί να αποκτηθεί με σκληρή εργασία;  Η άποψή μου είναι ότι θα πρέπει να ισχύουν και τα δύο και να ζούνε αρμονικά. Το χάρισμα θέλει δουλειά για να τελειοποιηθεί. Εσείς τι λέτε;
Η δημιουργία Λαϊκής Ποίησης είναι έμφυτο χάρισμα, το οποίο το οποίο θέλει δουλειά να τελειοποιηθεί.
11.                        Οι Λαικοί Ποιητές της Κύπρου, αισθάνομαι ότι χάνονται. Είναι μια διαπίστωση που εσείς συμμερίζεστε; Υπάρχουν καινούργιες πένες, νέοι άνθρωποι που μπορούν να συνεχίσουν αυτή την παράδοση και να πάνε την Κυπριακή Λαική Ποίηση ακόμα πιο πέρα; Ακόμα πιο μπροστά;
Η Κυπριακή Λαϊκή Ποίηση πιστεύω ότι όσο πάει χάνεται…. Δεν έχουν κίνητρα οι νέοι σήμερα να ασχοληθούν….  Καμιά κυβέρνηση δεν βοήθησε την παράδοση… τη στιγμή που φαίνεται ένας νέος ποιητής πεθαίνουν δυο παλιοί…
12.                        Μπορείτε να μου αναφέρετε κάποιους σημαντικούς λαικούς ποιητές της Κύπρου, πλην των αναγνωρισμένων που προανέφερα σε κάποια πρωτινή ερώτηση;
Αξιόλογοι Κύπριοι Λαϊκοί ποιητές που έφυγαν είναι, ο Κώστας Κατσαντώνης, Χαμπής Κολοκάσης, Καρνέρας και άλλοι…
13.                        Συνεργαστήκατε με το ΡΙΚ ως συγγραφέας  Κυπριώτικων σκετς και συνεργάζεστε ακόμα. Πως και δεν εκδώσατε κάποιο σχετικό βιβλίο με Κυπριακά σκετς;
Έχω γράψει πολλά Κυπριώτικα Σκετς τα οποία έχουν μεταδοθεί από το ΡΙΚ και προβληματίζομαι κατά πόσο πρέπει να τα εκδώσω. Θα πουληθούν άραγε; Θα βγάλω τα έξοδα μου;
14.                        Εκτός όμως από την Λαική Ποίηση της Κύπρου, υπάρχει και η άλλη οδός. Η Λυρική Ποίηση, η Επική, η Δραματική κτλ. Ποια η δική σας σχέση με τα άλλα είδη ποιήσεως. Διαβάζετε σύγχρονους Κύπριους ή μη Ποιητές;  Ο λόγος τους είναι αρκετός για να σας συνεπάρει;
Σέβομαι κάθε άλλο είδος ποίησης αλλά θεωρώ ότι κανένα άλλο είδος δεν συναγωνίζεται τες ρίμες.
15.                        Θα ξαναγυρίσω στη ποίησή  σας; Σε ένα ποίημά σας γράφετε;
Πέτε μου ποια κοιβέρνηση, έφκειν να κυβερνήσει,
τζιαι έκαμεν προσπάθειες, για να διατηρίσει,
την λαϊκήν την ποίησην, να μεν χαθεί να σβήσει;

Είστε αλήθεια πικραμένος από την συμπεριφορά της Πολιτείας προς το είδος της τέχνης που υπηρετείται; Τι θα περιμένατε; Τι θα προσδοκούσατε;
Είμαι πολύ απογοητευμένος με την πολιτεία που δεν φροντίζει να διατηρήσει την λαϊκή ποίηση, και γενικότερα τες ρίζες μας. Βρίσκουν την φθηνή δικαιολογία του οικονομικού, και όμως εγώ ένας απλώς άνθρωπος λέω ότι αν δυο φορές τον χρόνο διοργάνωναν διαγωνισμούς λαϊκής ποίησης θα τους στοίχιζε ελάχιστα, και θα έδιναν ένα κίνητρο στους ποιητές να ασχοληθούν να διακριθούν και να φανούν και νέοι ποιητές.
16.                        Τι ορισμό θα δίνατε στην Λαϊκή Κυπριακή ποίηση; Τι είναι για σας τελικά η ποίηση
Με ανώτερο αριθμό το δέκα, θα έδινα δέκα στην Κυπριακή Λαϊκή Ποίηση και κατώτερους αριθμούς σε άλλα είδη ποίησης.
17.                         Αισθάνεστε ότι μετά από τόσα χρόνια γραφής έχετε ολοκληρώσει τον κύκλο σας ή έχετε κουράγιο να συνεχίσετε να γράφετε..
Μετά από τόσα χρόνια γραφής το βλέπω ότι όσο περνούν τα χρόνια γράφω όλο και καλύτερα και θα γράφω όσο ζω, γιατί ο κύκλος του ποιητή κλείνει μόνο με τον θάνατο του.