Μούσα ακριβή τ’ ήταν αυτό
Πώς να το περιγράψω
Βεατρίκη του έκπαγλου φωτός
συ που ανέβασες τον Δάνδη στον Παράδεισο
πες μου τ’ ήταν αυτό ...
(σελ. 20)
...
«Κι εγώ ρουφούσα
σαν τη διψασμένη γη
ήχο και φως και χρώματα κι αρώματα
και τα καταχωρούσα ανάλογα
με υπομονή και τάξη
σε υποδόρια γάγγλια
μέχρι που όταν ήρθε η εντολή
άρχισα μ’ αυτά να συνταιριάζω
και να δένω αρμονικά σκόρπιες ψηφίδες
του Νέου Ηθικού Κώδικα».
(σελ. 28)
...
Καιρός, είπα, να μυηθώ στο μικρό κι ασήμαντο
Γονάτισα πασπάτεψα το χώμα
κι άρχισα να μελετώ ψηλαφητά
της γης τον ταπεινό μικρόκοσμο
Χαρτογράφησα τα αισθήματα του
κι έμαθα την αλφαβήτα του».
(σελ. 34)
...
στίλβωσε την καρδιά του
αφαιρώντας τη σκουριά των λαβωματιών
και τα ουρλιαχτά των λύκων
από το χαραγμένο στήθος του»…
(σελ. 36)
...
Μα δεν υπήρξε ποτέ
η ομορφιά της Ελένης
Μην ήταν η ομορφιά του ονείρου
που στο πέρασμά του
καρφιτσώνει αισθήματα
χρυσά κωνσταντινάτα
πάνω στο πέτο της μνήμης
(σελ. 52)
Πώς να το περιγράψω
Βεατρίκη του έκπαγλου φωτός
συ που ανέβασες τον Δάνδη στον Παράδεισο
πες μου τ’ ήταν αυτό ...
(σελ. 20)
...
«Κι εγώ ρουφούσα
σαν τη διψασμένη γη
ήχο και φως και χρώματα κι αρώματα
και τα καταχωρούσα ανάλογα
με υπομονή και τάξη
σε υποδόρια γάγγλια
μέχρι που όταν ήρθε η εντολή
άρχισα μ’ αυτά να συνταιριάζω
και να δένω αρμονικά σκόρπιες ψηφίδες
του Νέου Ηθικού Κώδικα».
(σελ. 28)
...
Καιρός, είπα, να μυηθώ στο μικρό κι ασήμαντο
Γονάτισα πασπάτεψα το χώμα
κι άρχισα να μελετώ ψηλαφητά
της γης τον ταπεινό μικρόκοσμο
Χαρτογράφησα τα αισθήματα του
κι έμαθα την αλφαβήτα του».
(σελ. 34)
...
στίλβωσε την καρδιά του
αφαιρώντας τη σκουριά των λαβωματιών
και τα ουρλιαχτά των λύκων
από το χαραγμένο στήθος του»…
(σελ. 36)
...
Μα δεν υπήρξε ποτέ
η ομορφιά της Ελένης
Μην ήταν η ομορφιά του ονείρου
που στο πέρασμά του
καρφιτσώνει αισθήματα
χρυσά κωνσταντινάτα
πάνω στο πέτο της μνήμης
(σελ. 52)