Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παυλίδης Λεωνίδας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παυλίδης Λεωνίδας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Λεωνίδας Παυλίδης (μικρή αναφορά)

Ο Λεωνίδας Παυλίδης γεννήθηκε το 1890 και απεβίωσε το 1957. Σπούδασε Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες, τις οποίες δεν ολοκλήρωσε καθ΄ όσον ασχολήθηκε επαγγελματικά με την δημοσιογραφία και την λογοτεχνία. Εξέδωσε περιοδικά και εφημερίδες στην Ελλάδα και την Κύπρο, κράτησε για χρόνια τη στήλη της κριτικής στην εφημερίδα "Καθημερινή" ενώ διώχθηκε για την αριστερή του ιδεολογία, και εκτοπίστηκε στα ναζιστικά στρατόπεδα. Το ποιητικό και κριτικό του έργο βρισκόταν μέχρι πρόσφατα διάσπαρτο σε ελλαδικά και κυπριακά έντυπα, καθώς ο ίδιος, ενόσω ζούσε, δεν προχώρησε σε κάποια έκδοση. 

Νίκη / Παυλίδης Λεωνίδας




Και την προσμέναμε την ώρα
του μυστικού συναγερμού
των πόθων και του γλυκασμού
της φαντασίας να ’ναι σαν τώρα...

Γύρα και μπρος μας των αγώνων
ανεμοκύμαντη η πυρά
και τα μεγάλα βροντερά
συνθήματα αγρικούνται μόνον...

Στην όψη μας και μες τα φρένα*
τα ολάσπρα κρίνα της οργής,
φρουμάζει* ο σάλος της κραυγής
στα χείλη μας τα πυρωμένα...


Γοργοί φεγγάτοι στ’ άναμμά μας
πρώτοι στο θάνατο ή στερνοί
μάρτυρες ή ήρωες, φωτεινοί
καπνοί μες τ’ αστραπόβροντά μας

Κι ο αλαλαγμός ως κρούει το γέρμα*
περιζωσμένοι το βοριά
ε την κλαγγή πλατιά ποριά*
ανοίγουμε μπρος τ’ άγιο τέρμα...

ΕΠΕΞΗΓΉΣΕΙΣ:


* φρένα, τα: μυαλό, διάνοια


*φρουμάζω (και φριμάζω): κοχλάζω, είμαι έτοιμος να ξεσπάσω


* γέρμα, το: δύση του ήλιου, ηλιοβασίλεμα

* ποριά, η: πορεία

φιλία / Παυλίδης Λεωνίδας


Φιλία πώς σε λαχταρώ κι ωιμέ
φοβούμαι μη ώς στην ύστατη πνοή μου
τα ουράνια σου δώρα μείνουν ξένα
για την πολυθλιμμένη τη ζωή μου.

Σ’ αποζητώ ωσάν ηλιοκαμένα
αγρίμια της αμμόστρωτης ερήμου
γυρεύουν τη δροσιά στα ξηραμένα
βραχοπήγαδα κι η άθλια η ψυχή μου

καίεται μέσα στ’ απλήρωτό* της πόθο
την κρύφια λαύρα* π’ ωχ* ποιος θα τη σβήσει
από ποια ψυχή δροσιά θε ν’ αναβλύσει



τόση που άλλη να μπορεί να δροσίσει;
Γέρασε ο κόσμος, ω ποιος θ’ αναστήσει
την κρύα την αναίσθητη καρδιά μου;


επεξηγήσεις:


* απλήρωτος: που δεν έχει ή δεν μπορεί να ικανοποιηθεί

* λαύρα, η: φωτιά, μτφ. πόθος

* π’ ωχ: που έχει