Τι να πρωτοθυμηθώ, Βαρώσι,
απ' τα τόσα σου καλά;
Χρόνια τώρα την καρδιά σου
βάρβαρος εχθρός πατά.
Βαρώσι όμορφο
με τις δροσάτες σου πορτοκαλιές,
πώς ξυπνάς μες στην καρδιά μου
αναμνήσεις μακρινές.
Τ' ακρογιάλια σου όλο άμμο
γύρω θάλασσα πλατιά,
τα καράβια σου και οι βάρκες
ψαροπούλια στο βορρά.
Τα πετρόκτιστα σου τείχη
το λιμάνι βουερό
και σε πνίγουν γύρω-γύρω
τα περβόλια ένα σωρό.
Τα αρχαία σου μνημεία
από τον παλιό καιρό,
ζωντανεύουν στην ψυχή μου
κάποιο χρέος ιερό.
και διωγμένοι μοναχοί
και ο λαός σου, ο λαός σου
π' αναμένει τη στιγμή,
που κοντά σου θα ξανάρθει,
άγια ώρα και ιερή,
για να σκύψει να φιλήσει
τη μαρτυρική σου γη.
Βαρώσι όμορφο,
πάντα μου σ' έχω μέσα στην καρδιά,
πάντα , πάντα σε θυμάμαι,
η ψυχή μου δεν ξεχνά.