Τετάρτη 21 Ιουνίου 2023

Το βόρειο σέλας/ ΠΟΥΛΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 


Κάποτε καταυγάζει τον ουρανό μας∙
κάποτε καταυγάζει τη σκέψη μας.
Στεκόμαστε τότε να το κοιτούμε συλλογισμένοι.
Άραγε να θέλει να μας πει κάτι;
Άραγε να σηματοδοτεί κάτι στη ζωή μας;
Γιατί το σέλας μας επισκέπτεται ακριβώς
στις μεγάλες νύχτες μας∙ τότε που δεν ξέρεις
αν η μέρα θα’ρθεί και τι σου ξημερώνει.
Το σέλας για μέρες μένει κρεμασμένο
πάνω από τα σπίτια μας ∙αν απλώσεις το χέρι,
μπορείς και να το πιάσεις∙ αν του μιλήσεις
μπορεί και να σ ‘ακούσει.
Όμως μένουμε βουβοί κι εκστατικοί
να το κοιτούμε∙ ίσως από φόβο μήπως του ζητήσουμε
πολλά ∙ίσως κι από δισταγμό μήπως διαψευστούμε
στις προσδοκίες μας.
Το σέλας βάζει φωτιά στον ουρανό και τη σκέψη μας∙
πυρπολούμαστε κάποτε μαζί του κι εμείς∙
και, προς στιγμή, αισθανόμαστε να μας διαπερνά το ρίγος
από τη λάμψη του.
Η επαφή μας κρατάει τόσο λίγο,  που θα μπορούσε
κανείς να ισχυριστεί πως δεν υπήρξε καν∙
κι όμως όσοι τη νιώσαμε και τώρα ακόμα
που την επαναφέρουμε στη μνήμη μας
η θαλπωρή του ζεσταίνει τις μακρές νύχτες
του χειμώνα ή και της ζωής μας!
 
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ  ΣΥΛΛΟΓΗ ‘’ ΜΙΚΡΑ ΔΟΚΙΜΙΑ Ή ΚΑΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ‘’
ΕΚΔΟΣΗ : 2013
 
 

Το θραυσμένο γυαλί/ΠΟΥΛΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 


Ώρες  ώρες τ ‘ακούω ν ‘αναπνέει
ακόμα την άμμο της ερήμου.
Μικρές, αδιόρατες ρωγμές του χαρακώνουν
το σώμα∙ η στιλπνάδα
της όψης του αποτυπώνει την καθαρότητα
της ματιάς του.
Πέρασαν πάνω του θύελλες και σιμούν∙
ποτέ δεν κατακάθισαν μέσα του.
Ίσως εδώ να βρίσκεται και το μυστικό
της γυαλάδας του.
Είναι ακατανόητο πώς τόσοι κόκκοι ψιλοκοσκινισμένης
άμμου μπόρεσαν να κρατήσουν  τόση καθαρότητα!
Ώρες ώρες τ ‘ακούω  να ταράζεται από περίεργους
τριγμούς∙ το πρόσωπο του ρυτιδώνεται από ένα
αιφνίδιο κι αναπάντεχο γέρασμα.
Αισθάνομαι το λύσιμο των δεσμών του
καθώς ξεδένουν τα χέρια παραδιδόμενα
σε μια αναπόδραστη φθορά.
‘’Γέρασα πρόωρα! δεν αντέχω την ερημία των
ανθρώπων’’, τ ‘ακούω να λέει,’’η έρημος, ά ,η έρημος!
ήταν κάτι άλλο!
Εδώ σε κάνουν διαρκώς να θέλεις να το σκάσεις∙
να χαθείς από τον κόσμο.
 Σε σφίγγουν τόσο πολύ
με τα χέρια τους που πνίγεσαι!
Ράγισε η καρδιά μου !οι κόκκοι άμμου
που τόσο συνεκτικά την κρατούσαν λύγισαν∙
ένας ένας έγιναν σκόνη που την πήρε ο άνεμος!’’
 
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ‘’ ΜΙΚΡΑ ΔΟΚΙΜΙΑ Ή ΚΑΙ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ‘’
ΕΚΔΟΣΗ : 2013
 
 

Το ποντίκι που βρυχάται!/ ΠΟΥΛΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 


Δε το παρεξηγούμε∙ ξέρουμε
πως κάνει ασκήσεις ορθοφωνίας∙
δοκιμάζει ,πέραν των ψιλών
και τις βαριές νότες, για μπάσους
και βαθύφωνους!
Ως δάσκαλοι φωνητικής, θα του
υποδείξουμε με τρόπο, πως λανθασμένα
καταπονεί τις φωνητικές του χορδές.
Εκ κατασκευής δεν ανταποκρίνονται
στη φωνή, που ανεπιτυχώς προσπαθεί
να μιμηθεί!
 
ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ‘’ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΚΟΛΑΖ   ‘Η  ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ ΣΕ ΕΝΑ ΘΕΜΑ ΙΙ ‘’
ΕΚΔΟΣΗ : 2015
 

Παρασκευή 16 Ιουνίου 2023

Κι αν το ποτάμι είναι βαθύ... / Νικηφόρου- Θεοκλή Αντρούλλα



Κι αν το ποτάμι είναι βαθύ,
κι αν το ρέμα σε παρασέρνει,
κλαδί ανήμπορο στο νερό,
κι όπου βγεί...σε παίρνει...
Ορμητικό από ψηλά,
με ουρλιαχτά κατηφορίζει,
στο δρόμο του ανενόχλητο,
κι ότι βρεί καταβροχθίζει...

Κι είν ‘ το ποτάμι αδιάβατο,
αφρίζει ,κυματίζει,
για να διαβείς το σκέφτεσαι,
το νού σου βασανίζει...
Ποτάμι απροσπέλαστο,
κράτησε το θυμό σου,
βάρκα περιπλανώμενη,
μην πάει στο βυθό σου....
Γαλήνεψε τα κύματα,
γλύκανε την ορμή σου,
κι αν το ποτάμι είναι βαθύ,
γαλήνια...ας είναι η ροή σου...

ΜΗ ΜΕ ΚΟΙΤΑΣ / Πηλαβάκη Δέσπω



Ανταμώσαμε πάλι και μιλήσαν τα μάτια
είπαν λέξεις κρυμμένες στο ´δεν πρέπει’ καιρό
κι έγιναν πάλι οι ζωές μας κομμάτια,
δυο πουλλιά πληγωμένα με σπασμένο φτερό.
Σου απλώνω το χέρι και δειλά το κοιτάζεις,
σ ακουμπώ και χορεύει τρελλά η καρδιά,
τρέμεις ολόκληρος, σαν έφηβος μοιάζεις
και μου χαιδεύεις απαλά τα μαλλιά.
Στο μάγουλο ένα φευγάτο φιλί
τόλμησα μέσα στο πλήθος του κόσμου,
μη με κοιτάς γιατί είσαι απειλή,
μέσα στα μάτια σου χάνω το φως μου.
Μη με κοιτάς γιατί παίρνω φωτιά,
η ψυχή και το σώμα μου λυώνουν,
μεσ´στο γαλάζιο σου κάνω βουτιά
και άγρια κύματα ξανά μας ενώνουν.
ΔΕΣΠΩ ΠΗΛΑΒΑΚΗ

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2023

Φυλακτής Γεωργίου : Ένα [1] ποίημα

 "Ρα κουντουρού τζιε παχουλλή,

γιατί οι καμοί σου έπολλοι,

παστό κορμί μου πούχω,
Άψες πάνω μου την φωθκιά, τζιέ καμες μου

τουντήν καρκιά σαν το κρουσμένο ρούχο."
Φυλακτής Γεωργίου

Αρτέμης Ευαγόρου Κκαϊλής : Ένα [1] ερωτικό ποίημα

 Γράφει μου πως μ' αγαπά,

τζιε μέσα στην καρκιά μου,
Όμως κοντά μου αν δεν έρτει, έντζιε μπορώ με το χαρτί,

να σβήσω τα λαμπρά μου

Γυρίζω σελίδα / Άθως Χατζηματθαιου


Δεν είμαι αυτός που γνώριζες ως χτες
Γυρίζω πια σελίδα στη ζωή μου
Άφηνω πίσω μου τις ενοχές
Κι εσύ είσαι πλέον μια ανάμνησή μου.
Είναι μικρή η ζωή και δεν σηκώνει λαθη
Ένα φινάλε γράφει σε όλους ξαφνικά
Πέταξα στα σκουπίδια τα μίση και τα πάθη
Και ό, τι μου προκαλούσε σύγχυση γενικά.
Ακούω πια στους κτύπους της καρδιάς
Αφήνω τις αναστολές και να ' μαι
Συνήγορος δεν θα ' μαι στην ψευτιά
Ήσυχος πλέον θέλω να κοιμάμαι.

Σαν Εύα... / Γκόγκας Δημήτριος

 


 


Κλείνω τα μάτια
Κι η νύχτα χάνεται
Στα βλέφαρα του κόσμου
Οι σκιές παραπετάσματα
Και συ
Δικαιωμενη στην εξομολόγηση
Παίρνεις το πρόσφορο ξεδιάντροπα
Ίχνη προδοσιας το κρασί
λεκες στα κόκκινα σου χείλη
Σαν Εύα
Δίνεις το μήλο να το δαγκώσω εγώ
Γυμνή και φοβισμενη

Μάνα / Λαμπής Γιάννος


Πρόσωπο σαν αγιογραφία
χορταριασμένη απ΄ τον καιρό,
μέτωπο σμιλεμένο από έγνοια
με βουλιαγμένα μάγουλα και όνειρα
μέσα σε μι’ απόλυτη σιωπή,
μάτια βαμμένα με βυζαντινόχρωμα,
που μιλούν και αγκαλιάζουν,
σαν μικρό ξωκκλήσι
ξέχειλο απ’ αγάπη
είναι της Μάνας η καρδιά.

ΓΙΑ ΤΑ ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΣΟΥ / Θεοδοσίου - Νικολάου Μαίρη


Φύλαξα ένα μικρό ημερολόγιο τσέπης
δικό σου
γράφεις μέσα ονόματα τηλέφωνα
συνταγές φαγητών
-να μου τις πεις να τις δοκιμάσω
γιατί εσύ δεν μαγειρεύεις πιά-
αποφθέγματα σπουδαίων ανθρώπων
που άκουγες στην πρωινή εκπομπή
στο ράδιο
πράγματα που πρέπει να κάνεις
-και δεν πρόφτασες-
γενέθλια φίλων που δεν υπάρχουν πια
και ξαφνικά σκορπισμένοι εδώ κι εκεί
δυο τρεις στίχοι δικοί σου
με ομοιοκαταληξία
σ'εκείνη την πλάγια καλλιγραφική γραφή
για την κόρη σου τη "λατρεμένη"
"το ευωδιαστό γιασεμί" σου
την "πολυαγαπημένη"
κι όσο ξεθωριάζουν τα γράμματα
στην κιτρινισμένη σελίδα
τόσο πιο έντονα γράφονται
στη δική μου
και σήμερα στα γενέθλιά σου
που θέλω ν'αγγίξω κάτι δικό σου
δεν φαίνονται σχεδόν καθόλου πια
τρυφερά χαϊδεύω το ανύπαρκτο
μελάνι
και σου λέω να μην ανησυχείς
γιατί εγώ ξέρω
και τα έχω μεταφέρει εκεί
που τώρα με τίποτα δεν σβήνονται!

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΡΑΦΕΤΑΙ ΛΟΞΑ / Κωνσταντινίδης Στέφανος


Και η Ιστορία
γράφεται λοξά
από Φοίνικες πραματευτάδες.
Αυτοί
δεν γνώρισαν ποτέ τον Θουκυδίδη