γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας
Ο Κυριάκος
Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1945 στη
Λεμεσό. Σπούδασε Χημεία και οινολογία στην Πράγα. Από την παιδική του ηλικία
ασχολήθηκε με την συγγραφή. Μάλιστα ήταν από τους πρωτεργάτες στην έκδοση της
Μαθητικής φλόγας, μιας εφημερίδας του Β' Γυμνασίου Αρρένων της Λεμεσού, όπου
εκδοθήκανε τα πρώτα διηγήματά του. Το συγγραφικό
του έργο του είναι τεράστιο. Ασχολήθηκε με το Ιστορικό Μυθιστόρημα, την Ποίηση ,έγραψε
Νουβέλες, Μυθ. Επιστημονικής Φαντασίας,
Διηγήματα και μοναδικά βιβλία για την
επιστήμη που σπούδασε την Οινολογία. Το βιοποριστικό του επάγγελμα το αγάπησε
με πάθος, όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά αναφέρει: «Αγάπησα αυτό το επάγγελμα του
οινολόγου, γιατί αγάπησα και το κρασί. Ξέρω σχεδόν όλα τα μυστικά του αλλά
πάντα ξέρω πως θα βρεθεί κάποιο κρασί που θα με εκπλήξει είτε με το μοναδικό
άρωμά του είτε με την ιστορία του είτε με τη γεύση του. Όπως μια γυναίκα.»
Όσο θυμάται την ζωή του γράφει. Η συγγραφή για εκείνον είναι πηγή ζωής. «Αν
κάποιος μου αφαιρούσε αυτή τη δραστηριότητά είτε δια της βίας είτε άλλως πως,
δεν θα άντεχα. Θα γέμιζε η ζωή μου από ένα κενό που δεν θα μπορούσα να το
αναπληρώσω με τίποτε.» λέει
χαρακτηριστικά.
Στην
ανοικτή συζήτηση που κάναμε, ξεδίπλωσε όλα τα φύλλα της καρδιά του. Μίλησε
χωρίς περιστροφές για όλα όσα τον ρωτήσαμε. Εξάλλου ποτέ στην ζωή του δεν
δίσταζε να πει ακέραια την άποψή του. Σε πολλές απαντήσεις του διακρίνεται μια
σκληρότητα, όμως είναι η αλήθεια που πονάει. Ο λόγος του ουσιαστικός, όπως θα
πρέπει να είναι ο λόγος του αληθινού ανθρώπου. Πονάει για την Κύπρο, όπως ο
κάθε γνήσιος πατριώτης και δεν ξεχνά την Ελλάδα: «Η αγάπη μου για την Ελλάδα,
όμως, δεν χωράει μέσα στα χνώτα των ανθρώπων. Η αγάπη για την Ελλάδα είναι υπερφυσική»
Ευχαριστούμε
τον κο Κυριάκο Παπαδόπουλο, που αποδέχτηκε άμεσα την πρόσκλησή μας να
παραχωρήσει αυτή την τόσο αληθινή και πηγαία συνέντευξη.
Λεμεσός 27
Αυγούστου 2014
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
ΣΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΓΚΟΓΚΑ
Δ. Γκόγκας: Κύριε Παπαδόπουλε καλημέρα σας. Σε λίγο,
βλέποντας και την ημερομηνία γέννησής σας,
πλησιάζετε την 70η επέτειο της ζωής.
Η ηλικία στον άνδρα είναι και ένα μέτρο σοφίας. Θα ήθελα να σας ρωτήσω
πως ήταν για σας αυτό το ταξίδι ζωής μέχρι σήμερα και ως ποιητής αλλά και ως
απλός πολίτης της μεγαλονήσου.
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Όσες
φορές καταράστηκα που γεννήθηκα σε ένα τόπο τόσο μικρό και τόσο προβληματικό
άλλες τόσες φορές ένιωσα περήφανος για τον τόπο αυτό, γιατί θα ήταν αφύσικο οι
ξένοι να ποθούν να τον αποκτήσουν κι εγώ να τον αποστρέφομαι. Μεγάλωσα σε
εποχές ταραγμένες, σε τόπους μαγικούς, όπου η ωραιότητα του τοπίου, η
μοναδικότητά του και η ιστορία του, αντιμάχονταν με την αγριότητα του πολέμου,
τα μίση και την προδοσία. Αγάπησα τη χώρα μου από γεννησιμιού μου, απόρησα
μεγαλώνοντας για την ανοησία των μεγάλων, έκανα τους δικούς μου αγώνες ενάντια
στους κατακτητές χωρίς να ενταχθώ σε οργανώσεις, γιατί η ένταξη σε κόμματα και
οργανώσεις σού αφαιρούν μεγάλο κομμάτι της ελευθερίας σου και ακόμη μεγαλύτερο
της δημοκρατίας αυτής καθεαυτής. Από
μικρός γαλουχήθηκα με τις αρχές της δημοκρατίας, είχα για πατέρα ένα υπέροχο
άνθρωπο, ένα αυτοδίδακτο φιλόσοφο, γιατρό και σύμβουλο για τον καθένα. Είχα
αδέρφια που έκαναν το σπίτι μας βιβλιοθήκη, που τάραξαν τα στάσιμα νερά της
αμάθειας και της ημιμάθειας.
Τώρα,
μετά από τόσα χρόνια αγώνων και εργασίας, δεν νομίζω ότι αν διάλεγα διαφορετικό
δρόμο θα έκανα καλά. Έχω προσφέρει πάρα πολλά τόσο στον κλάδο της οινολογίας
όσο και στον κλάδο της λογοτεχνίας. Δυστυχώς, εδώ στην Κύπρο, το κράτος και τα
κόμματα δεν ξέρουν να εκτιμούν τέτοιες προσφορές, εκτός κι αν δηλώσεις
υποτακτικός τους. Σ’ αυτή την ηλικία, λοιπόν, δεν νιώθω καθόλου δικαιωμένος. Η
πατρίδα συνεχώς εξευτελίζεται από μικρά ανθρωπάρια, η πνευματική δραστηριότητα
στην Κύπρο δεν εκτιμείται από τους άρχοντες, ο ποιητής υποτιμάται και αγνοείται
από το κατεστημένο. Παρόλα αυτά δεν είναι αυτό το μήνυμα που θα ήθελα να δώσω
στους νέους. Γιατί δεν είναι οι πολιτικοί που θα σώσουν την μικρή πατρίδα και
τον κόσμο ολόκληρο. Εκείνο που θα σώσει τον κόσμο είναι η ομορφιά. Είναι ο
πολιτισμός.
Δ. Γκόγκας: Σπουδάσατε Χημεία και Οινολογία στην Πράγα
σε μια εποχή που η Ανατολική Ευρώπη ήταν ενδεδυμένη με τον μανδύα του
Κουμμουνισμού (υπ΄ όψιν αυτό η επισήμανση είναι απλή αναφορά, δεν το λέω σαν
κάτι επιλήψιμο) Πόσο επηρέασε την ζωή σας, την προσωπικότητά σας αλλά και την
γραφή σας;
Κ. Δ.
Παπαδόπουλος: Οι σπουδές μου στην Πράγα αποτέλεσαν πράγματι ένα πολύ σημαντικό σταθμό
στη ζωή μου. Μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω στην πράξη τον σοσιαλισμό (όχι
κομουνισμό), να τον συγκρίνω με τον καπιταλισμό και να βγάλω δικά μου
συμπεράσματα. Οι αμφιβολίες μου για την ορθότητα της εφαρμογής του σοσιαλισμού
άρχισαν από πολύ νωρίς, όταν σε μια γιορτή, όπου είμαστε πολλοί Κύπριοι,
Ελλαδίτες και Τσέχοι, κάποιος φίλος Τσέχος πρότεινε να πιούμε στη υγεία του
Μακάριου, πρόεδρου τότε της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τότε πρότεινα κι εγώ να
πιούμε στην υγεία του προέδρου της Τσεχίας Νόβοτνυ, κάτι που προκάλεσε
αρνητικές αντιδράσεις μεταξύ των Τσέχων. Από τότε πάσκιζα να μάθω το «γιατί».
Γιατί ο λαός αυτής της χώρας δεν είναι ικανοποιημένος. Γνώρισα έτσι τα θετικά
του σοσιαλισμού αλλά και τα αρνητικά, που ήταν πάρα πολλά. Γι’ αυτό και το 1968
βρέθηκα με τους Τσέχους να αντιστέκομαι στην εισβολή των τανκς στην Πράγα.
Υποστήριζα τις μεταρρυθμίσεις του Ντούπτσιεκ, γιατί εμπεριείχαν την ελπίδα για
ένα πιο ανθρώπινο σοσιαλισμό. Δυστυχώς ο Ντούπτσιεκ δεν πέτυχε, δεν τον άφησαν τα τανκς να
πετύχει.
Σήμερα,
μετά από τις αλλαγές στις χώρες αυτές, πολλοί από αυτούς έχουν μετανιώσει.
Έχουν συνειδητοποιήσει ότι έχουν αλλάξει το μη ανθρώπινο πρόσωπο του
σοσιαλισμού με το απάνθρωπο πρόσωπο του καπιταλισμού. Σήμερα στην Τσεχία
υπάρχουν άστεγοι, υπάρχει πολλή δυστυχία, ανεργία και εθνικός εξευτελισμός. Οι
βιομηχανίες και τα εργοστάσια της πρώην Τσεχοσλοβακίας έχουν πουληθεί σε
Γερμανούς και Αμερικάνους, η αγροτική της οικονομία έχει διαλυθεί.
Η
σημερινή κατάσταση παγκοσμίως είναι ανυπόφορη. Η Νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων
δεν έφερε ελπίδα στους λαούς, έφερε δυστυχία και εθνικό εξευτελισμό.
Δεν διστάζω, τόσο στα βιβλία μου,
όταν μου δίνεται η ευκαιρία, όσο και στη ζωή μου, να επιμένω σε μια εναλλακτική
κοινωνική πολιτική, μια διαφορετική κοινωνική φιλοσοφία, όπου θα γίνεται
προγραμματισμένη προσπάθεια εξάλειψης της φτώχειας, της πείνας, της αδικίας,
των ασθενειών, των πολέμων και όπου κύριο μέλημα θα είναι η συνέχιση της
ύπαρξης της ανθρωπότητας, της επιβίωσης της μέσα από την εφαρμογή των
επιτεύξεων της επιστήμης και της αστροναυτικής.
Δ. Γκόγκας: Από πολύ μικρός ασχοληθήκατε με την ποίηση
αλλά και την…… δημοσιογραφία. Ως μαθητής
ήσασταν από τους πρωτεργάτες στην
έκδοση της Μαθητικής φλόγας, μιας εφημερίδας του Β' Γυμνασίου Αρρένων της Λεμεσού,
όπου εκδοθήκανε και τα πρώτα διηγήματά σας. Θυμάστε αντιδράσεις συμμαθητών,
γονέων, καθηγητών; Πόσο πολύτιμη ήταν εκείνη η εμπειρία;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Θυμάμαι με νοσταλγία εκείνες
τις στιγμές, όταν με πρωτόγονα μέσα πασκίζαμε να βγάλουμε την εφημερίδα μας.
Δεν ήταν μόνο η χαρά που έβλεπα τα πρώτα μου έργα να κυκλοφορούν, αλλά και η
χαρά της μάθησης. Τα μαθητικά μου χρόνια σημαδεύτηκαν με τα γεγονότα της
εξέγερσης εναντίον των Άγγλων. Τα σχολεία κάθε τόσο έκλειναν. Όταν ήμουν στο
δημοτικό ακόμη πιτσιρίκος, ο ίδιος αναρτούσα την ελληνική σημαία στο σχολείο,
οπόταν οι εγγλέζοι το έκλειναν μέχρι να αφαιρεθεί η σημαία (έχω γράψει μια
νουβέλα γι’ αυτό, που περιμένει να εκδοθεί).
Στο γυμνάσιο δεν είχαμε κατάλληλους καθηγητές, κάποτε δεν είχαμε καθόλου
καθηγητή για κάποιο μάθημα. Παρόλα αυτά, όταν άρχισα να φοιτώ στο Λανίτειο
Γυμνάσιο, άρχισα να ασχολούμαι δειλά- δειλά με την ποίηση με την ενθάρρυνση των
αδερφών μου. Θυμάμαι πως μερικά από αυτά τα πρωτόλεια δημοσιεύτηκαν σε
εφημερίδες. Τότε, στην έκτη τάξη του Γυμνασίου, κάποιος καθηγητής φιλόλογος,
μας ανάθεσε να γράψουμε ο καθένας από ένα διήγημα, για να διαβαστεί στην τάξη.
Αν θυμάμαι καλά, μόνο πέντε μαθητές γράψαμε κάτι. Όταν διάβαζα το δικό μου, δεν
έβγαζε κανένας τσιμουδιά. Ήταν όλοι απορροφημένοι σ’ αυτά που άκουγαν. Όταν
τέλειωσε, επικράτησε απόλυτη σιγή, μετά, με πρώτο τον καθηγητή, ξέσπασαν όλοι
σε χειροκροτήματα, στο διάλειμμα όλοι με αγκάλιαζαν και με επαινούσαν. Ο
καθηγητής αργότερα με πλησίασε με συγχάρηκε και προσωπικά και με ρώτησε αν ήταν
δικό μου δημιούργημα ή το είχα αντιγράψει από κάπου. Το διήγημα αυτό μετά δημοσιεύτηκε
σε μια από τις εκδόσεις της «Μαθητικής Φλόγας». Έτσι, όποτε αντιμετωπίζω τον
κακό εαυτό μου, όποτε δυσανασχετώ για την στασιμότητα των πωλήσεων των βιβλίων
μου, θυμάμαι εκείνες τις στιγμές και ηρεμώ. Γιατί, ειδικά για τους Κύπριους
δημιουργούς, σκοπός της δημιουργίας δεν μπορεί να είναι το χρήμα, αλλά η
αναγνώριση της αξίας του έργου τους.
Δ. Γκόγκας: Τρείς ποιητικές συλλογές στα τελευταία
χρόνια. Εντόπισα: Κύπρια πάθη",
ποιήματα αφιερωμένα στην Κύπρο. Εκδόσεις POWER PUBLISHING, 2009 / "Δελτία Αγάπης",
ποιήματα ερωτικά. Εκδόσεις POWER PUBLISHING, 2009/ "Ωδές στην Νεφέλη",
συλλογή ποιημάτων και πεζοτράγουδων, Εκδόσεις POWER PUBLISHING, 2010.
Θα υποστήριζα ότι καθυστερήσετε να εκδώσετε …..λιγάκι. Ποιοι ήσαν οι
λόγοι; Δεν παραβλέπω το γεγονός ότι το
συγγραφικό σας έργο είναι ογκώδες. Υπάρχει κάποια άλλη ποιητική συλλογή που
οδεύει προς έκδοση;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Η ποίηση δεν είναι το δυνατό μου λογοτεχνικό πεδίο,
παρόλο που άρχισα να ασχολούμαι με αυτήν πολύ πριν τη πεζογραφία. Πιστεύω ότι η
ποίηση είναι ένα πολύ δύσκολο λογοτεχνικό είδος. Για μένα ποίηση σημαίνει
συμπυκνωμένη σοφία. Μέσα σε λίγες λέξεις πρέπει να πεις είτε πολλά είτε κάτι το
πολύ ωραίο. Νομίζω ότι δεν είμαι και τόσο καλός σ’ αυτό. Από την άλλη δεν μπορώ
να συμβιβαστώ με την δυσνόητη ποίηση, με την ποίηση που δεν γράφεται για όλους
αλλά για μερικούς. Έτσι, παρόλη τη μεγάλη μου ηλικία, ακόμη δεν ξεκαθάρισα μέσα
μου ποια ποίηση με αντιπροσωπεύει και πώς μπορώ να γίνω ένας καλός ποιητής σ’
αυτό. Περιμένουν προς έκδοση εκατοντάδες ποιήματα, αλλά δεν είμαι σίγουρος αν
αξίζει να δημοσιευτούν. Έχω δημιουργήσει διάφορες συλλογές, έχω ετοιμάσει
εξώφυλλα, αλλά δεν προχωρώ πάρα κάτω. Δεν είμαι ικανοποιημένος, έγινα, όσον
αφορά την ποίηση, πολύ πιο απαιτητικός. Αυτή τη στιγμή, μάλιστα, ετοιμάζομαι να
πάρω μέρος σε ένα διαγωνισμό ποίησης χαϊκού. Δεν θα ήθελα να ασχοληθώ ιδιαίτερα
με αυτό το ξένο είδος ποίησης αλλά σε κάποιο βαθμό είναι απολαυστική. Δεν είναι
όμως τα χαϊκού που έχω στο μυαλό μου σαν ορισμό της ποίησης.
Δ. Γκόγκας: Διαβάζοντας τα «Κύπρια Πάθη» μου
δημιουργείται η αίσθηση ότι γράφονταν επί μακρόν και κάποια στιγμή αναδύθηκε η
ανάγκη της έκδοσής τους. Μιλάτε για την Κύπρο. Η Κύπρος για σας είναι η φωτεινή
γραμμή μετά το σκότος; Γράφετε: «…. Εν αρχή το σκότος, κι ύστερα φωτεινή
γραμμή..»
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Έχετε απόλυτο δίκαιο. Στην ουσία ήταν σκόρπια ποιήματα,
μερικά ερωτικά, που γράφτηκαν κατά καιρούς που στο τέλος τα έδεσα μαζί κι
αποτέλεσαν μια συλλογή για την Κύπρο. Γιατί η Κύπρος είναι
η μεγάλη μου ερωμένη. Πιστεύω εξάλλου, ότι ο ποιητής ή ο λογοτέχνης, που δεν
ασχολήθηκε με την ίδια την πατρίδα του είναι αποτυχημένος. Πρέπει να είναι
αποτυχημένος. Γι’ αυτό και στα πεζά μου έχω συγγράψει ένα τεράστιο μέρος
της κυπριακής ιστορίες σε ιστορικό μυθιστόρημα.
Τα «Κύπρια Πάθη» εκδόθηκαν γιατί
ένιωθα ότι ήταν προσωπική ανάγκη. Πιστεύω ότι χρειάζεται ένας πολύ καλύτερος
ποιητής από μένα για να αποδώσει την αγάπη που θέλησα εγώ να παρουσιάσω μέσα
από τα «Κύπρια Πάθη».
Δ. Γκόγκας: Σε
κάποιο άλλο σημείο αναρωτιέστε: «….Και τώρα που πάω γλυκιά μου, τρόμος
εντός των τειχών…» Πόσο επηρέασε την ζωή σας η εισβολή του 1974; Πιστεύετε στην
απόδοση της δικαιοσύνης έστω και με την πάροδο του χρόνου ή ο χρόνος λειτουργεί
ως μια γιορτινή ταφόπλακα; Κάπου – κάπου διακρίνω ένα ασίγαστο πόνο για τα
δεινά όχι μόνο της Κύπρου αλλά και γενικότερα για τα δεινά του Ελληνισμού.
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Δεν είναι μόνο η εισβολή που με έχει συγκλονίσει, είναι
και το πραξικόπημα. Δεν είναι μόνο η απώλεια εδαφών, ζωών, περιουσιών κλπ, αλλά
η απώλεια μνήμης, η απώλεια συνείδησης. Πώς μπορώ να κατηγορώ τον εχθρό, όταν
εκείνο που αγαπώ περισσότερο από κάθε τι άλλο στον κόσμο, η Ελλάδα, με πληγώνει
περισσότερο κι από τον Τούρκο; Οι μητρικές μαχαιριές πονούν περισσότερο από
εκείνες του εχθρού, δεν επουλώνονται εύκολα και δυστυχώς είναι
επαναλαμβανόμενες. Η Κύπρος, η μικρή μου πατρίδα, εμφανίζεται στη σκέψη μου σαν
η Ιφιγένεια. Μια Ιφιγένεια που δεν βρίσκει δικαίωση και που είναι έτοιμη πάντα
να θυσιαστεί από τον ίδιο θύτη. Η αγάπη μου για την Ελλάδα, όμως, δεν χωράει μέσα στα χνώτα των ανθρώπων. Η
αγάπη για την Ελλάδα είναι υπερφυσική. Γιατί στα μάτια, στο νου και στη σκέψη μου η Ελλάδα είναι
ο Προμηθέας.
Όσον
αφορά στην απόδοση δικαιοσύνης δεν τρέφω ψευδαισθήσεις, γιατί ακόμη δεν
ξεκαθάρισα ποιος κρατάει τη ζυγαριά ή μάλλον θα έλεγα ότι η ζυγαριά βρίσκεται
σε λάθος χέρια.
Δ. Γκόγκας: Ασχοληθήκατε με πολλά είδη συγγραφικής:
Μυθιστόρημα, Μελέτες, Ποίηση, Διήγημα κτλ. Ποιο από αυτά σας εξιτάρει
περισσότερο, σας γοητεύει και εάν θέλετε δικαιολογήστε το. Υπάρχει κάποιο είδος
που δεν έχετε ασχοληθεί και θα θέλατε; Όπως πχ το ΘΕΑΤΡΟ;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Έχω αφιερώσει τον περισσότερο
εαυτό μου στο ιστορικό μυθιστόρημα, από τη μια επειδή νιώθω την υποχρέωση
απέναντι στην πατρίδα, κι από την άλλη γιατί το ιστορικό μυθιστόρημα με
συνεπαίρνει. Κινύρας, Ευέλθων, Ονήσιλος, Ευαγόρας, Ισαάκιος Κομνηνός, Πέτρος Α,
Δραγουμάνος. Όλες αυτές οι προσωπικότητες με έχουν μαγέψει κυριολεκτικά, τις
έχω συντροφέψει και έχω ζήσει νοερά μαζί τους περιπέτειες, πολέμους, ίντριγκες,
έρωτες. Σ’ αυτά έρχονται να προστεθούν δυο άλλα ιστορικά μυθιστορήματα από την
πραγματική μου ζωή: «Μη μαδάς Μαργαρίτες» και
«Για την πατρίδα και τον έρωτα».
Όταν
σκέφτομαι αυτό το τεράστιο έργο, μου έρχεται παράπονο. Ένα παράπονο γιατί κανένας
μέχρι σήμερα δεν ήρθε να το εκτιμήσει, η πολιτεία κλείνει τα μάτια, προτιμά να
ασχολείται με τον εαυτό της.
Ένα
αγαπητό μου είδος μυθιστορήματος είναι και η επιστημονική φαντασία. Έχω εκδώσει
μέχρι σήμερα τρία μυθιστορήματα και
σύντομα θα εκδώσω ακόμη ένα, ενώ ο εκδοτικός οίκος της Ελλάδας «Συμπαντικές
διαδρομές» βράβευσε ένα διήγημά μου. Με σαγηνεύει μια καλύτερη προοπτική για το
μέλλον της ανθρωπότητας, κι αυτό πασκίζω να φανερώσω στα βιβλία αυτού του
είδους. Δεν γράφω αλλοπρόσαλλες ιστορίες από μια αχαλίνωτη φαντασία, όπως
μερικοί. Κέντρο
των βιβλίων μου επιστημονικής φαντασίας είναι πάντα ο άνθρωπος, τα προβλήματά
του, η επιστήμη και η τεχνολογία που εξελίσσονται με ταχύ ρυθμό. Με
έκπληξή μου ανακαλύπτω πως κάποιες από τις φανταστικές θεωρίες μου που
περιγράφονται σε εκδοθέντα βιβλία μου, γίνονται πραγματικότητα σήμερα.
Όσον
αφορά το θέατρο, δοκίμασα στο παρελθόν να ασχοληθώ με αυτό αλλά δεν με
προσέλκυσε ιδιαίτερα. Για να επιτύχει κάποιος στη συγγραφή θεατρικών έργων θα
πρέπει να έχει κάποιον να ανεβάζει τα έργα του. Δυστυχώς εδώ στην Κύπρο σ’ αυτό
τον τομέα λειτουργούν κλειστά κυκλώματα. Δοκίμασα να λάβω μέρος στο διαγωνισμό
του ΡΙΚ για έργα σειράς. Μετέτρεψα κάποια υφιστάμενα μυθιστορήματά μου σε
θεατρικά-κινηματογραφικά, αλλά απορρίφθηκα παταγωδώς. Δεν τους συγκίνησαν καθόλου οι τίτλοι
«Δραγουμάνος, ψυχή φυλακισμένη», «Για την πατρίδα και τον έρωτα», και
προτίμησαν να συνεχίζουν να ανεβάζουν σάχλες, μάλλον επειδή τις έγραψαν
άνθρωποι του κυκλώματος.
Δ. Γκόγκας: Κύριε Παπαδόπουλε, επειδή μιλάμε ουσιαστικά
για την ποίηση, θα ήθελα να σας ρωτήσω τι είναι ποίηση για εσάς; Πως
γεννιόντουσαν τα ποιήματά σας. Ποιες οι πηγές έμπνευσής σας;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Έχω ακούσει και έχω διαβάσει πολλούς ορισμούς για την
ποίηση αλλά κανένας από αυτούς δεν με ικανοποιεί. Δεν είναι εύκολο να δώσεις ορισμό σε κάτι
τόσο πολυδιάστατο, απλό και δαιδαλώδες συνάμα. Όπως είπα και προηγούμενα για
μένα «η ποίηση
είναι συμπυκνωμένη σοφία», μπορεί όμως να είναι και η συγκίνηση που
προσφέρει, γιατί πώς αλλιώς θα εξηγούσα τη συγκίνηση που προσφέρουν στίχοι όπως
αυτοί στη «τρελή ροδιά» του Ελύτη; Από την άλλη η ποίηση μπορεί να είναι και
απλή, λιτή. Με λίγα κι απλά λόγια να πεις χιλιάδες, να κινήσεις αισθήματα και
συναισθήματα. Γι’ αυτό λοιπόν θεωρώ την ποίηση ένα πολύ δύσκολο λογοτεχνικό
είδος. Γι’ αυτό συμφωνώ σε κάποιο βαθμό με τον Έζρα Πάουντ όταν λέει πως «η
ποίηση είναι η πιο πυκνή μορφή προφορικής έκφρασης». Γι’ αυτό συμφωνώ και με
τον Πάμπλο Νερούντα που λέει ότι «η ποίηση δεν ανήκει σ’ αυτούς που τη γράφουν
αλλά σ’ αυτούς που την έχουν ανάγκη».
Όταν
γράφω ποίηση, νιώθω την ανάγκη να το κάνω. Είμαι ταυτόχρονα ποιητής και
αναγνώστης με ταραγμένα συναισθήματα που χρειάζονται να ισορροπήσουν. Η
λεγόμενη έμπνευση έχει στην περίπτωση μου κινητήρια, που ξεκινούν από τον
συναισθηματικό κόσμο μου. Μπορώ, βέβαια, να πω «εντάξει, θα κάτσω τώρα να γράψω
ένα ποίημα για τον έρωτα». Πράγματι, το ποίημα δεν είναι το ίδιο όπως το
μυθιστόρημα. Το ποίημα μπορεί να γραφτεί στο πόδι, σε μερικά λεπτά, το
μυθιστόρημα, όμως, μπορεί να γράφεται για χρόνια. Πώς όμως μπορώ να γράψω για
τον έρωτα χωρίς να είμαι ερωτευμένος; Σίγουρα κάτι θα βγει, μπορεί να είναι
κάπως ωραίο, μπορεί και να στέκει σαν ποίημα, αλλά δεν θα έχει τη χάρη του
εμπνευσμένου ποιήματος, αυτού που βγαίνει αυθόρμητα από ένα εσωτερικό κόσμο που
βράζει από συναισθήματα.
Τα περισσότερα ποιήματά μου είναι προϊόντα της αποφόρτισης
συναισθηματικών φορτίσεων, ένας ποταμός λέξεων στις οποίες μεταμορφώθηκε το
συναίσθημα, είτε έρωτας, είτε απογοήτευση, είτε θυμός. Ο έρωτας για μια γυναίκα, ο έρωτας για την
πατρίδα, ο έρωτας της φύσης, όλα αυτά αποτελούν κορυφαία κεντρίσματα που
αναστατώνουν τον συναισθηματικό κόσμο ο οποίος αναζητά διέξοδο. Για τον ποιητή
η διέξοδος είναι μια, η συγγραφή ενός ποιήματος.
Δ. Γκόγκας: Πως θα κρίνατε τις νέες γενιές (όχι
ηλικιακά) των Κυπρίων ποιητών αλλά και γενικότερα των Κυπρίων συγγραφέων;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Οι ποιητές και οι συγγραφείς
μιας χώρας αποτελούν μέρος αυτού που λέμε πολιτισμός της χώρας. Υπάρχει εδώ
όμως μια οξύμωρη σχέση, η χώρα και ο ποιητής. Αν η χώρα δεν σέβεται τους
ποιητές της, τότε αυτή η σχέση σπάει. Ο ποιητής μετατρέπεται σε Σίσυφο και τα
ποιήματά του σε φτηνά δώρα. Οι Κύπριοι ποιητές και συγγραφείς προσπαθούν μέσα σε
αντίξοες συνθήκες να περάσουν το έργο τους με την απουσία των ανθρώπων του
κράτους, ή με την παρουσία τους εκεί μόνο που θα προβληθούν οι ίδιοι.
Επίσης, τα κυπριακά βιβλιοπωλεία δεν εκτιμούν τους Κύπριους συγγραφείς,
αντίθετα τα περισσότερα τρέφουν μια αρρωστημένη αποστροφή προς αυτούς.
Από
την άλλη όμως θα ήθελα να πω και μερικές πικρές αλήθειες όσον αφορά τους νέους
ποιητές και συγγραφείς. Επειδή η έκδοση μιας ποιητικής συλλογής ή ενός
μυθιστορήματος, έγινε, με τα σημερινά μέσα, μια πολύ απλή διαδικασία, γέμισε ο
τόπος από ποιητές και συγγραφείς, πολλοί από τους οποίους δεν αξίζουν. Δεν
λέγω, όλοι έχουν το δικαίωμα να δοκιμάσουν τη δύναμή τους, κάποια βιβλία
μάλιστα έγιναν και best sellers, έστω κι αν δεν άξιζαν. Η κατάσταση αυτή όμως έχει γίνει ένα καρκίνωμα για
τον πολιτισμό, γιατί χαλά όχι μόνο την εικόνα του πολιτισμού αλλά χαλάει και
την εικόνα των «καλών συγγραφέων». Επομένως η δημοσίευση μιας ποιητικής
συλλογής, ενός βιβλίου, το ανέβασμα στην τηλεόραση κλπ δεν αποτελούν δείγματα
καλής δουλειάς. Καλό ποίημα ή μυθιστόρημα είναι εκείνο που γίνεται διαχρονικό.
Δ. Γκόγκας: Εισπράττετε από το περιβάλλον που ζείτε,
ότι οι Κύπριοι σήμερα διαβάζουν; Έχω την αίσθηση ότι δεν ασχολούμαστε τόσο με
την ποιότητα και την ουσία αλλά μάλλον με την επιφανειακή γνώση επί πάντων. Το
βιβλίο απουσιάζει από την ζωή μας στο νησί. Τι φταίει;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος:
Ελάχιστοι Κύπριοι διαβάζουν, κι ευτυχώς που υπάρχουν ακόμη κι αυτοί. Οι
εποχές άλλαξαν, άλλαξαν και οι άνθρωποι. Οι προτεραιότητες είναι βασισμένες
στις ανάγκες της καθημερινής ζωής, στην αντιμετώπιση των ζωτικών προβλημάτων
του ατόμου, της οικογένειας, της πόλης κλπ. Οι προτεραιότητες που ανήκουν στην
απόλαυση και στη διασκέδαση περιλαμβάνουν μια μεγάλη σειρά από δραστηριότητες,
μέσα στις οποίες ο χρόνος που δίνεται στο βιβλίο συνεχώς συρρικνώνεται. Μεγαλύτερο χρόνο παίρνουν οι κοινωνικές συναναστροφές και
διασκεδάσεις, το ποδόσφαιρο, η τηλεόραση, η κοινωνική δικτύωση. Εκεί που στο
παρελθόν κάποιος θα απολάμβανε ένα βιβλίο, μια ποιητική συλλογή, σήμερα περνάει
το χρόνο του με την τηλεόραση ή με το facebook.
Τι
φταίει γι’ αυτό; Πολλά και διάφορα. Φταίει η οικογένεια που δεν διαπαιδαγώγησε
σωστά, φταίει το κράτος που γράφει τον πολιτισμό στα παλιά του τα παπούτσια,
φταίνε οι δάσκαλοι όλων των επιπέδων που έχασαν την επαγγελματικότητα τους κι
έγιναν συλλέκτες μισθολογίων, φταίνε οι τηλεοράσεις για τα άνευ επιπέδου
προγράμματά τους και για την απουσία προώθησης του βιβλίου.
Ο
πολίτης είναι αποδέκτης μηνυμάτων που εκτοξεύονται συνεχώς από το κοινωνικό του
περιβάλλον. Αν άκουσε κανένας κάποιο μήνυμα που αφορά το βιβλίο, τότε
απολογούμαι που γίνομαι τόσο άδικος. Γιατί κι αν ακούσετε τέτοιο μήνυμα τότε
κάποιο συμφέρον κρύβεται πίσω από αυτό κι όχι η καθαρή κι αμόλυντη έγνοια για
τον πολιτισμό του τόπου.
Πολιτισμός σημαίνει να έχεις πολιτισμένους πολίτες, καλλιεργημένους
και μορφωμένους. Ένα πολιτισμένο κράτος πρέπει να αγκαλιάζει τους ανθρώπους του
πνεύματος και της τέχνης, να προωθεί και να αναδεικνύει τη δουλειά τους. Κι
επειδή αυτό δεν συμβαίνει έχουμε πολίτες που δεν διαβάζουν καθόλου βιβλία, δεν
το θεωρούν απαραίτητο, δεν είναι μέσα στις ανάγκες και στις προτεραιότητες
τους. Αρκούνται με την τηλεόραση με κανένα κουτσομπολίστικο περιοδικό, με τα
αθλητικά της εφημερίδας κλπ.
Ποιοι
μπορούν να αλλάξουν αυτή τη σαθρή κατάσταση; Πιστεύω ότι τι κράτος βολεύεται με
την έλλειψη πολιτισμού, με την έλλειψη γνώσης και προβληματισμού. Το ίδιο και η
εκκλησία. Επομένως ο μόνος που μπορεί να αλλάξει αυτό το σαθρό κατεστημένο
είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος μέσα στην ίδια την οικογένειά του, στις
παρέες και στις συναναστροφές του.
Δ. Γκόγκας: Από την πληθώρα των συγγραμμάτων σας,
μπορεί κάποιος να συμπεράνει ότι γράφατε συνέχεια. Αν σας έλεγαν να
σταματήσετε, κυρίως με βίαιο τρόπο, πως θα αντιδρούσατε; Είναι η συγγραφή
ανάσα;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Η συγγραφή
είναι για μένα πηγή ζωής. Μια ζωή πολυποίκιλτη, ενδιαφέρουσα, ανανεωμένη. Αν
κάποιος μου αφαιρούσε αυτή τη δραστηριότητά είτε δια της βίας είτε άλλως πως,
δεν θα άντεχα. Θα γέμιζε η ζωή μου από ένα κενό που δεν θα μπορούσα να το
αναπληρώσω με τίποτε. Κι αυτό γίνεται χωρίς να στερούμαι τις χαρές της ζωής,
αυτές τις χαρές που εκτιμώ εγώ ότι αξίζουν. Χωρίς αγάπη προς τη ζωή, χωρίς
εκτίμηση του ίδιου του εαυτού σου, χωρίς γνώση του μικρού και του μεγάλου περιβάλλοντος,
δεν μπορείς να γίνεις ποτέ ένας αξιόλογος συγγραφέας. Κι αυτό προσθέτει ακόμη
περισσότερη ουσία και απόλαυση. Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή συγγράφω το
ιστορικό μυθιστόρημα «Πέτρος Α», και στην πορεία, καθώς μελετούσα κάθε πτυχή
της περιόδου που έζησε, έχω ανακαλύψει τόσες ενδιαφέρουσες πτυχές της ιστορίας
μας και τόσες διασυνδέσεις με τον άλλο κόσμο, που με έχουν συγκινήσει
ιδιαίτερα. Έτσι δεν πρόκειται να παρουσιάσω απλά ένα μυθιστόρημα με γνωστά
γεγονότα αλλά θα περιλάβω νέα κι άγνωστα μέχρι της στιγμής στοιχεία που θα
κάνουν το έργο περισσότερο ενδιαφέρον και πρωτότυπο.
Δ. Γκόγκας: Δραστηριοποιηθήκατε έντονα στον τομέα της
Οινολογίας και της Οινοπαραγωγής. Πόσο σημαντική ήταν αυτή η ενασχόληση, η
δραστηριότητα για εσάς, εκτός από το βιοποριστικό κομμάτι που είναι ίσως και το
σημαντικότερο. Κάνατε την δουλειά τελικά που θέλατε στην ζωή σας;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Μπορεί να μην ακολούθησα τις σπουδές που από μικρός
ονειρευόμουν αλλά τελικά αγάπησα το επάγγελμά μου περισσότερο από εκείνο που
ονειρευόμουν. Η χημεία και η οινολογία είναι ένας θαυμαστός κόσμος, τον οποίον,
όταν κάποιος αγαπήσει, μπορεί να τον απολαύσει. Τελικά ναι, έκανα ένα
επάγγελμα, ιδανικό θα έλεγα για τα μέτρα μου. Αφιέρωσα όλο μου το είναι, τόσο
στην παραγωγή όσο και στη διοίκηση, στην έρευνα και στη συγγραφή. Έχω φέρει
ποιοτικές αλλαγές στην οινική παραγωγή, έχω βοηθήσει στην αναβάθμιση της
ποιότητας του κυπριακού κρασιού, διετέλεσα πρόεδρος του Συνδέσμου Οινοπαραγωγών
Κύπρου, μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Οίνου και έχω δώσει διαλέξεις και
μαθήματα για το κρασί σε όλη την Κύπρο. Έχω κάνει σωρεία μελετών και έχω
συγγράψει εκατοντάδες άρθρα για το κρασί γενικά, και για το κρασί της Κύπρου
ειδικότερα. Έχω συγγράψει και εκδώσει δυο μοναδικά βιβλία για την Κουμανδαρία και
ένα για την Οινολογία. Και τελευταία έχω τελειώσει ένα μοναδικό έργο, την
«Ιστορία του Κυπριακού κρασιού», ένα βιβλίο που αποτελείται από δυο τόμους των
πεντακοσίων σελίδων το καθένα.
Αγάπησα αυτό το επάγγελμα του οινολόγου, γιατί αγάπησα και το κρασί. Ξέρω
σχεδόν όλα τα μυστικά του αλλά πάντα ξέρω πως θα βρεθεί κάποιο κρασί που θα με
εκπλήξει είτε με το μοναδικό άρωμά του είτε με την ιστορία του είτε με τη γεύση
του. Όπως μια γυναίκα.
Δ. Γκόγκας: Επιστρέψατε στην Κύπρο, το 1976. Ζήσατε όλες τις προσπάθειες
επίλυσης του Εθνικού Προβλήματος. Λύση δεν ήρθε παρά τα 40 χρόνια προσπαθειών.
Εσείς ευελπιστείτε σε κάτι καλό τα επόμενα χρόνια…. Ή οι κατεχόμενες περιοχές
θα ενταχθούν στις ….χαμένες πατρίδες;
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Ποτέ δεν φοβήθηκα να πω την
άποψή μου. Μερικές φορές υπέστηκα διωγμούς όχι μόνο γιατί υποστήριξα τη
διαφορετική άποψη αλλά και γιατί αγωνίστηκα γι’ αυτή. Γι’ αυτό το λόγο μέχρι
σήμερα κανένας δεν αναγνώρισε την προσφορά μου. Ποιος; Η κυβέρνηση του άλφα και
του βήτα; Το κόμμα άλφα ή βήτα; Πώς, αφού όλοι αυτοί με θεωρούν εχθρό τους. Κι
από την άλλη αυτοί δεν ασχολούνται με τους επικριτές τους, αυτοί αγκαλιάζουν
μόνο όσους τους δοξάζουν. Πώς τότε θέλετε να λυθεί το Κυπριακό, όταν οι
πολιτικοί που χειρίζονται το πρόβλημα δεν μπορούν να κρίνουν ανεπηρέαστα;
Κρίνουν πάντα με βάση τα στενά κομματικά τους κριτήρια. Πώς είναι δυνατό σε μια
χώρα που υποφέρει από ξένη κατοχή, κάθε κόμμα να έχει διαφορετική πολιτική
επίλυσης του Κυπριακού; Γιατί τόσα χρόνια δεν έχει καταρτιστεί ένα κοινό
πρόγραμμα αγώνα, έτσι που κάθε νέα κυβέρνηση να είναι δεσμευμένη να συνεχίζει
από εκεί που σταμάτησε η προηγούμενη; Αντί αυτού, κάθε νέα κυβέρνηση σβήνει τα
προηγούμενα και αρχίζει από την αρχή. Γιατί υπάρχει τόσο μίσος και φανατισμός
μεταξύ των κυπρίων που κορυφώνεται στα ποδοσφαιρικά γήπεδα; Ποιος τρέφει αυτή
την απαράδεκτη συμπεριφορά;
Κι
ύστερα είναι όλα εκείνα τα ξένα συμφέροντα, οι φίλοι που αποδείχτηκαν εχθροί
και όλη εκείνη η σαβούρα των ξένων πολιτικών που έχουν σμπαραλιάσει τον κόσμο. Το κυπριακό θα
λυθεί μόνο τότε όταν θα το θελήσουν οι μεγάλες δυνάμεις που ελέγχουν την
περιοχή μας, όταν θεωρήσουν ότι η λύση θα είναι για το συμφέρον τους.
Όσον αφορά τη μορφή της λύσης, δια της επιβολής ή όχι, αυτή θα εξαρτηθεί από τη
δύναμη της Τουρκίας και τα συμφέροντα Τουρκίας-USA.
Ήμουν
από τους πρώτους στρατιώτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπηρέτησα την πατρίδα
στην Κερύνεια και στον Πενταδάκτυλο στα χρόνια 67-68. Κατά τη διάρκεια της
θητείας μου οι αξιωματικοί και το κατεστημένο με κυνηγούσαν συνέχεια γιατί η
οικογένειά μου ήταν αριστερή. Ήμουν από τους καλύτερους στρατιώτες αλλά με
απέρριψαν να γίνω αξιωματικός για τον ίδιο λόγο. Με έχουν βάλει φυλακή γιατί
δεν φορούσα τα γαλόνια που δεν μου έδωσαν ποτέ. Κι όμως
υπηρέτησα την πατρίδα με όλη μου την καρδιά, και όταν τέλειωσε η θητεία μου
πάνω στον Πενταδάκτυλο, έδωσα υπόσχεση στον εαυτό μου να επιστρέψω πίσω
πολίτης, να περπατήσω την Κερύνεια και τον Πενταδάκτυλο. Δεν ευτύχισα να
πραγματοποιήσω το όνειρό μου, και τώρα που άνοιξαν τα «σύνορα» δεν νιώθω ότι
πρέπει να επισκεφτώ τους κατεχόμενους τόπους που τόσο αγάπησα, γιατί δεν θα
επισκεφτώ μια ελεύθερη Κερύνεια, δεν θα επισκεφτώ ένα περήφανο Πενταδάκτυλο.
Ναι,
δυστυχώς είναι χαμένες πατρίδες.
Δ. Γκόγκας: Τελειώνοντας θα ήθελα να μας αναφέρετε ότι
εσείς νομίζετε πως δεν σας κεντρίσαμε να το πείτε ……………
Κ. Δ. Παπαδόπουλος: Καλώ όλους, όσους έχουν τα μέσα και τη δυνατότητα να
πείσουν το κράτος, ότι αν δεν στηρίξουν τον πολιτισμό και ιδιαίτερα τα γράμματα
και τη λογοτεχνία, θα καταλήξουμε να έχουμε ένα κράτος απολίτιστο, με πολίτες
αδιάφορους και δουλοπρεπείς. Ας αφουγκραστούν
επιτέλους την κραυγή αγωνίας που εκπέμπουν όλοι οι πνευματικοί άνθρωποι της
Κύπρου. Ας μην μιλούν μόνο, ας ανοίξουν τα αφτιά τους να ακούσουν. Οι καλύτεροι
πολιτικοί είναι εκείνοι που μιλούν λίγο και ακούνε περισσότερο.
Στο
τέλος θα ήθελα να απευθυνθώ στους ανθρώπους του πνεύματος και να πω ότι θα
πρέπει να αντέξουν αυτή την εποχή της ξηρασίας και της πολιτιστικής
οπισθοδρόμησης. Θα πρέπει να αντέξουν και να συνεχίσουν να βάζουν τα θεμέλια
για μια πατρίδα πολιτισμένη που θα έχει πολίτες πολιτισμένους. Μόνο αυτοί
μπορεί να το πετύχουν. Γιατί την πατρίδα μόνο
ο πολιτισμός και η ομορφιά του θα τη σώσουν.