Μάνα,
η αυλή σου ,
ο παράδεισος σου είναι εδώ στο σπιτι σου, κατασταλαγμένη ,
όμορφη,
ηλιοποτισμένη ,
ηλιοφορτωμένη από λογής, λογής λουλούδια που εσύ
φύτευες στις γλάστρες,
η ωραιότερη εσωτερική αυλή ανάμεσα στους πλιθαρένους τοίχους,
με ανοιχτή ουράνια πόρτα,
για να σε βλέπει και να την βλέπεις,
ήταν η αυλή τροφή αγάπης,
κουβέντας και ξεκούρασης!
**
αγαπήσαμε την αγάπη
γιατί κοιμόμαστε με την αλήθεια μαξιλάρι,
τότε,
το ψέμα το τρώγαμε γιατί δεν είχε δηλητήριο μέσα,
τότε,
η αγάπη είχε μόνο
μια λαχτάρα ,
την αύρα της ματιάς
με τα μάτια
τότε,
τρώγαμε μέσα από το ίδιο πιάτο γιατί έτσι δηλώναμε την αγάπη,
τότε,
το χέρι με το χέρι σφικτά,
περπατούσαμε,
τα μάτια έλαμπαν,
τα χείλη δειλά ,
λίγα μαρτυρούσαν,
δεν ακουμπούσαν,
υπομονή σκέφτονταν,
τότε,
αλλιώτικα τότε,
το νόημα γλυκό, αληθινό,
η αγάπη δήλωνε περήφανη για την ψυχή της,
εμεις την κρατούσαμε
σαν άγιο φυλακτό,
τότε,
σήμερα ζει, αναπνέει,
ομως την απομονώνουν γιατί δεν μιλούν,
ληστεύουν την ομορφιά της,
την καλοσύνη της, την αγκαλιά της,
η αγάπη,
ο βράχος του κόσμου
δεν νιώθει αγάπη ,
εχει γίνει σαν μύθος στις ψυχές και στις καρδιές,
πλέει στην επιφάνεια της θάλασσας σαν πληγωμένος γλάρος!
όμως η αγάπη
δεν λιποτάκτησε,
δεν λύγισε,
τα ίχνη της είναι παντού,
βρίσκεται σε κίνηση,
αγγίζει, ακουμπά,
απλά ζει σε ένα αβέβαιο κόσμο.
***
μεγάλωσα γιαγιά,
το μικρό γιασεμάκι
στην πόρτα μου,
μεγάλωσε, ψήλωσε,
τα λεπτά πράσινα κλαδιά
με τους ανθούς άπλωσαν
πανω σε όλη την πόρτα,
ο τοίχος γέμισε και αυτός,
δεν θα κόψω ούτε
ένα κλαδί με γιασεμί,
άστο να παρει το δρομο του,
άμα θέλει ας περάσει και από το παράθυρο μέσα,
ας απλώσει παντού
αυτός είναι ο δικός μου κήπος, το γιασεμί μου
η εγγονουλα μου,
η καρδιά την λατρεύει,
την αγαπά, την χαιδεύει,
την ποτίζει με αγκαλιές
και φιλιά,
η ψυχή μεσα στάζει τάματα και προσευχές,
σαν ανοίγω την πόρτα
στο γιασεμί η ψυχή μου
πηγαίνει στην θέση της,
- μεγάλωσα γιαγιά,
τον άλλο μήνα θα είμαι 9 χρόνων,
πόσο γρήγορα,
τόσο γρήγορα,
πόση αλήθεια,
τόσο αληθινό,
το Άγιο σου χέρι Χριστέ μου να την προστατεύει,
εσύ η ζωή, εσύ το θαύμα!