[οποιοδήποτε πένθος…] Κατερίνα Ηρακλέους
μόνο του πενθεί,
ο πόνος σέρνει τον πόνο
μόνος του,
τα βλέμματα κοιτάζονται μεταξύ τους δευτερόλεπτα
κι ύστερα τα καταπίνει το βόλι,
οι καρδιές αρπάζονται από τον φόβο του θανάτου,
το αίμα σέρνει το αίμα μόνο του κι αφήνει σταγόνες στα νεκρά μονοπάτια,
το πένθος μοναχικό , βουβό στάζει μοιρολόι ,
καταπίνεις άνθρωπε όλο κόμβους από απώλειες ,
πένθος η προσφυγιά,
ο ξεριζωμός , η ελπίδα της επιστροφής χωρίς τέλος
όλοι πενθούμε μόνοι μας!
**
Όταν οι κόσμοι μου αποσύρονται
μονάχη ανηφορίζω...
γονατιστή με βρίσκει η χάρη Του
μονάχα Αυτός ακούει το το μιλητό..
δέεται η ψυχή..
με ευλάβεια προσεγγίζω..
Είναι αλλιώτικη η δική μου προσευχή
δεν είναι μοιρολόι..
είναι η κλωστή
που με ενώνει με την πίστη στη ζωή
υπόκωφα με προσκαλεί
να μην εγκαταλείψω..
Φουρκίζεται η ψυχή κι ο νους στα βάσανα
.λυγοψυχάει στις λύπες
μα σαν βουτάει στην κολυμβήθρα Του
καινούρια βάζει φορεσιά
κρεμάει μαρτυρικό ζωής
βαδίζει ως το τέλος...
ΕΠΕΤΕΙΟΣ / Αγγέλα Καιμακλιώτη
Βγήκε στο γιαλό
ανοικτά του Άη Φίλωνα
με τη μικρή του βάρκα «Καρπασία».
Είδε δύο τούρκικες φρεγάτες.
Έριξε δίκτυ
για σκάρους και κουρκούνες.
Πεθύμησε περήφανος να ψάλλει
τον Εθνικό τους Ύμνο
αλλά τραγούδησε γλυκά «το γιασεμί».
Ήταν εγκλωβισμένος
πενήντα χρόνους
εκεί στη μέση του γιαλού.
Εγώ κι ο άνεμος/ Ρούλα Τριανταφύλλου
Σ΄ αυτήν
Την απέραντη γαλάζια θάλασσα
-που τόσο αγαπήσαμε
Φως ήλιος , ανάσες κυμάτων
-Πόσα μοιραστήκαμε
Αυτή τη θάλασσα που τώρα φλέγεται
-Με προδοσίες πληγώσαμε
Τώρα ,
Έρημο το κύμα κι η ακρογιαλιά
Ηχώ απ’ τα βάθη πελάγου μήνυμα με τ' αγέρι φέρνει
Περαστική σαν Άνοιξη ήσουν
-Αυτό το όνειρο δεν ήταν για μας
Κοράλλια, αστερίες, κύματα
εγώ κι ο άνεμος…
Το βαθύ γαλάζιο του Αιγαίου μάς ξέχασε.
δάκρυ, μελάνι και χαρτί αλήθειες να ξεθάψεις.
Πάρε την πένα σου ξανά με πόνο να μιλήσεις,
το άδικο για να ακουστεί το δίκιο να αφυπνίσεις.
Κράτα σημαία της τιμής στις νότες βάλε στίχο
το μοιρολόι να γενεί
σε κάθε λέξη ήχο.
Έλα θλιμμένε ποιητή η πένα σου σφραγίδα
διώξε το φόβο, της ψυχής, δωσε στο φως ελπίδα.