Που την ώραμ που γεννήθης,
πούσουμ μιαν οντζιάμ μωρόν,
που σ΄ αγάπησα τζαι στέκω
ως τωρά τζαί καρτερώ,
να μιαλύνης, να μυρίσεις,
τα γινής νόμου σειράν.
Τζ΄ όπως κάμν΄ ο κόσμος ούλλος,
με αγάπην, με χαράν,
να σου πέψη τους γονιούςς σου,
νάρτουν, τζ΄ άσ΄ σε δώσουσιν
οι γονιοί σου, να σαστούμεν
τζαί να μας χαρτώσουσιν.
Μάλειπεν ο χανουτάρης
πώβκαλλα λοαρκασμόν
τζαί γυρίσαν οι ορπίες
τζ΄ οι χαρές ούλλον καμόν.
πούσουμ μιαν οντζιάμ μωρόν,
που σ΄ αγάπησα τζαι στέκω
ως τωρά τζαί καρτερώ,
να μιαλύνης, να μυρίσεις,
τα γινής νόμου σειράν.
Τζ΄ όπως κάμν΄ ο κόσμος ούλλος,
με αγάπην, με χαράν,
να σου πέψη τους γονιούςς σου,
νάρτουν, τζ΄ άσ΄ σε δώσουσιν
οι γονιοί σου, να σαστούμεν
τζαί να μας χαρτώσουσιν.
Μάλειπεν ο χανουτάρης
πώβκαλλα λοαρκασμόν
τζαί γυρίσαν οι ορπίες
τζ΄ οι χαρές ούλλον καμόν.