Κάθε φορά στο όνομά της
Μία άγρια τρυφερότητα ανεβαίνει και πολιορκεί
Την κατεστραμμένη οδοντοστοιχία
Δονούνται τα γράμματα κι οι λέξεις πολεμούνται
Όλα συνθλίβονται στους ποταμούς της ρέουσας λάβας
Η έκρηξη ενός αβυσσαλέου ηφαιστειογενούς
Θαλασσινού ασπασμού και η ανάδυση
Ενός απεγνωσμένου άναρχα
Κρατήρα
***
Περιδιάβαινε σκοπεύοντας χρησιμοθηρικά
Καθώς ερχόταν αριστοκρατική
Μέσα στο νόθο αίμα
***
Το βλέμμα ύποπτα απλανές
Το άγγιγμα κολασμένα ηδονικό
Το γέλιο προσποιητά στοχευμένο
Η φωνή αναπάντεχα ψεύτικη
Η γλώσσα φιδίσια ιερόδουλη
Η μνήμη βιασμένα αλεσμένη
Ο έρωτας διαστρεβλωμένα αφροδιτικός
Ο σκοπός σκοτεινά προδοτικός
Ο φόνος αυτουργικά ηθικός
***
Μεσημεριανή παρουσία
Ύμνος στον εναγκαλισμό της πυράς
Η πόλη που στεριώθηκε το έγκλημα
Όταν επιστρέφοντας την αναχώρηση ο κάτοικος
Βαδίζει αγέρωχα ηττημένος
Την εγκαθίδρυση της αυτοκρατορίας
Του σκοτωμένου αίματος
***
Ήχος σπάτουλας καλημερίζει
Το νυχτερινό νεύρο του εφιάλτη
Το μάτι εγείρεται στη θέα του κήπου της
Πρώην οφθαλμολογικής χειρουργικής κλινικής
***
Η οδός Πενταδαχτύλου ορίζει
Το φοίνικα παρατηρητή μαστροπό
Της βουνοκορφής τού
Αιματοκτόνου ορίζοντα
***
Έτσι
Ρήμαξε το πλάσμα στο ρήγμα του άσματος
Το βλέμμα καθετή ψαριά στον πυθμένα της ύπαρξης
Εκείνης όπου ανύπαρκτη καρδιά έστυβε
Τους χυμούς της σάρκας άπιστη
Σ’ ό,τι το δέρμα όρκιζε
Το σώμα