Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ
Τὸ κορμὶ συγκολλοῦσε τὰ βάρη του
ἔπεφταν ὅμως εἰκόνες
κατέρρεαν
οἱ κατακόρυφες δομὲς τοῦ προσώπου του
οἱ γοητευτικὲς μεταφράσεις τῶν ἰδεῶν του
ἔπεφταν ὅμως εἰκόνες
κατέρρεαν
οἱ κατακόρυφες δομὲς τοῦ προσώπου του
οἱ γοητευτικὲς μεταφράσεις τῶν ἰδεῶν του
Φωνὴ παρέσερνε τὰ λόγια
μετακινοῦσε τοὺς ἤχους
ν’ ἀλλάξουν θέση τ’ ἀντικείμενα
τὰ σύννεφα νὰ ρίξουν τὸ βάρος τους
σμήνη φτερῶν
ν’ ἀνθίζουν
στὴ νεότερη γῆ
νὰ φυτρώνουν
στὴν πικρότερη θάλασσα
μετακινοῦσε τοὺς ἤχους
ν’ ἀλλάξουν θέση τ’ ἀντικείμενα
τὰ σύννεφα νὰ ρίξουν τὸ βάρος τους
σμήνη φτερῶν
ν’ ἀνθίζουν
στὴ νεότερη γῆ
νὰ φυτρώνουν
στὴν πικρότερη θάλασσα
**
ΔΕΝΤΡΟ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ
Θυμοῦμαι
ἔμοιαζε νερὸ
ἔμοιαζε χρυσὸ
σκοῦρο ξανθὸ
κι ἀνάβλυζε τὸ χῶμα
καθαρὸ
κάτω στὰ πόδια της νὰ βγεῖ
τὸ μαῦρο δέντρο μὲ τὰ κρίνα
ἔμοιαζε νερὸ
ἔμοιαζε χρυσὸ
σκοῦρο ξανθὸ
κι ἀνάβλυζε τὸ χῶμα
καθαρὸ
κάτω στὰ πόδια της νὰ βγεῖ
τὸ μαῦρο δέντρο μὲ τὰ κρίνα
Θυμοῦμαι χωρὶς νὰ ξέρω
θά ’τανε γῆ
θά ’ταν πηγὴ
στεριὰ καὶ τώρα
θά ’χει στερέψει τὸ κορίτσι
θά ’τανε γῆ
θά ’ταν πηγὴ
στεριὰ καὶ τώρα
θά ’χει στερέψει τὸ κορίτσι
**
ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΩΝ ΚΡΙΝΩΝ
Εὐώδιαζε ὁ ὕπνος
ἄνθιζε
τὸ σύννεφο ὑγρὸ
ἄνοιγε
ἅπλωνε ἕνα σεντόνι
βρεγμένα κρίνα στὸ λαιμό της
ἄνθιζε
τὸ σύννεφο ὑγρὸ
ἄνοιγε
ἅπλωνε ἕνα σεντόνι
βρεγμένα κρίνα στὸ λαιμό της
Ἔσταζε τὸ σύννεφο
ὁ ὕπνος στὸ λαιμό της ἔγερνε
τὸ καλάθι μὲ τὰ κρίνα
ἔγερνε κι ἔσταζε
χρῶμα κι ἔφεγγε
χρῶμα βαθύλευκο βαθὺ
τὸ καθαρὸ τῆς μέρας
ὁ ὕπνος στὸ λαιμό της ἔγερνε
τὸ καλάθι μὲ τὰ κρίνα
ἔγερνε κι ἔσταζε
χρῶμα κι ἔφεγγε
χρῶμα βαθύλευκο βαθὺ
τὸ καθαρὸ τῆς μέρας