Κρυφοκοιτούσε η θηλιά ανάποδα τον ήλιο.
Γύρευαν τα πόδια το σκαμνί,
μα η τιμή ακουμπιστά ακόμα επάτει.
Δεν άγχεστε μπρος στην αγχόνη ούτε για λίγο.
Ανηφορίζει κι αφήνει στον ποιητή ένα μνήμα.
Ένας κοκάλινος τάφος που δεν μολύνει
καμία χλωρίδα μνήμης,
όσο η ψυχή συγχωρεί
στη γλώσσα τη δική της.
Σηκώνει το χρέος της αγγελικά,
κι αποφασίζει ότι τη σωτηρία τη χρωστά,
σ’ έναν λόγο δικαιοσύνης.
Γύρευαν τα πόδια το σκαμνί,
μα η τιμή ακουμπιστά ακόμα επάτει.
Δεν άγχεστε μπρος στην αγχόνη ούτε για λίγο.
Ανηφορίζει κι αφήνει στον ποιητή ένα μνήμα.
Ένας κοκάλινος τάφος που δεν μολύνει
καμία χλωρίδα μνήμης,
όσο η ψυχή συγχωρεί
στη γλώσσα τη δική της.
Σηκώνει το χρέος της αγγελικά,
κι αποφασίζει ότι τη σωτηρία τη χρωστά,
σ’ έναν λόγο δικαιοσύνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου