Τρίτη 1 Απριλίου 2014

αντιθέσεις / Τεύκρος Ανθίας

Είναι μιαν ώρα, μια στιγμή, που με κυκλώνουνε οι λυγμοί,

και πάω να κλάψω δυνατά, να λυτρωθώ απ΄ τα βάσανα,

σ΄ αυτή την όμορφη βραδιά, να κλάψω για όλα τα παιδιά

που μες τους δρόμους τριγυρνούν, απόκληρα, πεντάρφανα.



Ιδού! ο μικρός μας Θοδωρής κι ο πιο μεγάλος ο Ριρής,

στο πεζοδρόμι κάθουνται, χαζεύουν και καπνίζουνε,

πιο πέρα ο Φάνης κι ο Τοτός, που τους παιδεύει ο πυρετός,

βρωμολογούν και βλαστημούν, γελούνε και δακρύζουνε.



Και κάποιος μορφινομανής, γιος της μαντάμας της Φανής,

– σκιάχτρο και φάντασμα χλωμό, σαράβαλο κ΄ ερείπιο –

περνάει μπροστά τους σιωπηλά, τους αντικρύζει και γελά,

με τ΄ άθλιο παντελόνι του και το πουκάμισο το τρύπιο.



Και μες τη σάλαν η κυρά, πλημμυρισμένη από χαρά,

παίζει Μπετόβεν και Σοπέν, πιανίσσιμο και φόρτε,

μερακλωμένη τραγουδά κ΄ έχει στο πλάι το λαδά,

που προσπαθεί πολύ κουτά να της σερβίρει κόρτε.-

Συλλογή Τα σφυρίγματα του αλήτη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου