Επόθησε ο πορθητής
Πόθο μεγαλεπήβολο υψιπέτη
Στέλνει φιρμάνι
Τους ανυπότακτους
Να φέρουν αλυσόδετους
Όσους ορκίστηκαν
Να μην αλλάξουν γλώσσα
Μαχαίρια ακονίζονταν
Σπαθιά άστραφταν
Στιλέτα επαίροντο
Οι δήμιοι ανάλγητοι πλησίαζαν
Ήμουν κι εγώ εκεί
Να ακολουθώ τη μοίρα
Της φυλής μου
Έτρεμα σύγκορμη
Στου μαχαιριού την όψη
Ο φόβος
Τι φόβος, τι φρίκη
«Σε γνωρίζω από την κόψη»
Από μελλούμενους αιώνες
Ήχησε μια φωνή
Αίφνης μια δύναμη
Εκτόπισε το φόβο
Στεφάνωσε το θάρρος
Και γνώρισα
Το τι θα πει γενναίο
Στους γενναίους
Προχώρησα
Τείνω τη γλώσσα μου
Σαν ζώο σε σφαγή
Ανάπηρο αιμόφυρτο μου στόμα
Πώς να φωνάξω
Τα φωνήεντα της γλώσσα μου
Τα εύηχα, τα αέναα
Επόθησε ο πορθητής
Πόθο μεγαλεπήβολο υψιπέτη
Ωσάν διακαώς
Να επόθησε την ήττα
Γιατί το ανάπηρο
Το αιματωμένο στόμα
Έστω μπορεί να πει
Λα ζει, Λα ζει
Που πάει να πει
Στην γλώσσα την ελληνική
Ζει, ζει
Η Ελλάς ζει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου