Ας πκιάσουμεν παράδειγμαν έναν φυτόν του κρίνου.
Αντάν βλαστήσει ’που χαμαί κ’ αρκεύκει να ψηλώνει,
αρκεύει και σειρές-σειρές τα φύλλα του ν’ απλώνει
και λλίον-λλίον ώς που πά’ ψηλά και μιαλυνίσκει,
το φύλλον του καλλιωττερά και θέμι λεπτυνίσκει,
βκάλλει φύλλα και μάχεται και πάει πάνω-πάνω,
βκάλλει το κρίνον ύστερα, σαν βασιλιάν που πάνω.
Άμα το βκάλει, στέκει πκιον· έκαμεν την δουλειάν του,
’φήννει το κείνον και σκορπά παντού τη μυρωδκιάν του.
Αντάν βλαστήσει ’που χαμαί κ’ αρκεύκει να ψηλώνει,
αρκεύει και σειρές-σειρές τα φύλλα του ν’ απλώνει
και λλίον-λλίον ώς που πά’ ψηλά και μιαλυνίσκει,
το φύλλον του καλλιωττερά και θέμι λεπτυνίσκει,
βκάλλει φύλλα και μάχεται και πάει πάνω-πάνω,
βκάλλει το κρίνον ύστερα, σαν βασιλιάν που πάνω.
Άμα το βκάλει, στέκει πκιον· έκαμεν την δουλειάν του,
’φήννει το κείνον και σκορπά παντού τη μυρωδκιάν του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου