ΕΙΣΑΚΟΥΣΕ ΜΕ
Πουλιά των μακρινών καιρών
κι΄ ένας μακρόσυρτος μες την καρδιά μου πόνος να οργιάζη.
Ν΄ ανθέξω τον παρατεταμό της νύχτας
καθώς σιγαλινά απ΄ το χρόνο μ΄ ανακόπτουν
τ΄αθέλητα μάτια της καταιγίδας.
Κι ύστερα
μες τ΄ αυγινά ακρογιάλια να πνιγώ στην παρανάλωση.
Γνώρισα την αγάπη ακδιώχνοντας
ανακαλώντας τους ιριδισμούς της Πούλιας
θρυμματίοντας βράχους οκνούς της ψυχής μου.
Κι η θάλασσα η συντρόφισσά μου
μες τις μεταλλαγές της ανημποριάς μου
αγνοώντας το τραγούδι με παράτησε.
Κύριε, θεέ της ψυχής μου
ενθάδε κείται τ΄ άυλο παραμύθι της ποίησής μου.
Αηδόνι ερωτικό της φυλής μου εισάκουσέ με
ακολουθώντας τις φθινοπωρινές υποστολές των βουνών
κι έλα να με πάρεις, να με πάρεις
καθώς τα γαλανά ρυάκια των αστερισμών
θα πλαταίνουνε τις θάλασσες.
Ω θεέ μου, να πεθάνω έτσι
κι΄ ας χαθούν ολόγυρά μου οι μνήμες
κι΄ οι πληγές του Σύμπαντος.
....
1974
Σε μυστήριο ευτυχίας
πνίγηκε η ψυχή,
(Μια θερμή ανάσα κι η θεσπέσια μνήμη)
να πάρη και να δώση
αίμα απ΄ τη μορφή της.
Σε πλατειά ποτάμια
η σιωπή κι΄ ο Δίας.
Στην καρδιά το φως.
Κύκνοι σε χιλιάδες
απεργούν το θρήνο
Φεύγουν τα καράβια, σφίζουν οι ωδές
κι΄ οι ρυθμοί ταλαίπωροι
ανασαίνουν ανταρσία
.......
ΔΙΑΘΗΚΗ
(θα πάω εκεί που ο στοχασμός θα φτάση την καρδιά μου)
Κάποτε τα μάτια μου μ΄ ανάπλασαν
κι΄ ήταν οι κόσμοι μου
επίδοξες ερωτικές στιγμές.
Ντυμένες, ενάριες, βασιλικές
ντελίριες ευτυχίες μες την καρδιά μου
λύγιζαν τραγούδια.
Τώρα τα μάτια δεν πεθαίνουνε ποτέ
αντιβουίζοντας απ΄ τη χώρα τ΄Αηδόνιου
κι΄ η ονειροπόληση με το κρασί και με τον έρωτα.
Αργοί γαλανισμοί όπως και πριν
σας αναγέννησε την ποίηση ο Μεγαλέξανδρος
με τους ενάλιους βυθούς να ξαναγεννηθούν.
Εγκαταλελειμένη ιστορία
ματιές χλωμές που σε κοιτάζουν
καθώς σε παίρνουνε στο πέλαγος
αναπολώντας τους βαρβάρους.
1.
Τ΄ άλογο κι΄ η ψυχή
πήρανε ανεπαίσθητα
την ηδονή της θάλασσας
κι΄ απόμεινε ο ποιητής
ενάλιος να συμπληρώνη
με την κραυγή της Αγιάς Σαλαμονής
τα ρημαγμένα λιμανάκια.
Τότε είναι που ο άνθρωπος
καταμεσίς της γης
κάθησε και συμμάζεψε τη γνώση
και τους βαρβάρους πρόλαβε.
2.
Σήμερα παραβιάσανε το φρούριο.
Αύριο η ποίηση
θα ξαναβάλη τάξη
όπως και πριν που ζούσε
ο Βασιλιάς Αηδόνιος.
3α.
Έχω ένα φίλο ομοίδιο μου!
Στο φρούριο του η ψυχή μου
κι΄ ακολουθούν οι μέρες ανασαίνοντας.
3β.
Τυχαίνει μες τα δάκρυα της χαράς
σε δειλινές αποσπερίδες
να λησμονιέμαι σαν παιδί
μες το μεθυστικό ταξίδι
συνήθεια ως είναι μακρινή
το πετροβόλημα της γνώσης.
Κι΄ αυτό μικροί μου Αγγελινοί
γιατί μ΄ απόμεινε ο Θεός
κι΄ η Περιπλάνησή Του.
4.
(Ανάτειλε ύπνε μου και συ κοιμήσου
ο ακοίμητος σεισμός της συνείδησής μου). Π. Μεράνος.
Καράβι μεθυσμένο η ζωή μου
κι ΄ ένας απέθαντος θεός
μεγαλινός που με προσμένει.
Βράχοι ψηλόδενδροι δικοί μου
και κάποιο χέρι.
Πουλιά των μακρινών καιρών
κι΄ ένας μακρόσυρτος μες την καρδιά μου πόνος να οργιάζη.
Ν΄ ανθέξω τον παρατεταμό της νύχτας
καθώς σιγαλινά απ΄ το χρόνο μ΄ ανακόπτουν
τ΄αθέλητα μάτια της καταιγίδας.
Κι ύστερα
μες τ΄ αυγινά ακρογιάλια να πνιγώ στην παρανάλωση.
Γνώρισα την αγάπη ακδιώχνοντας
ανακαλώντας τους ιριδισμούς της Πούλιας
θρυμματίοντας βράχους οκνούς της ψυχής μου.
Κι η θάλασσα η συντρόφισσά μου
μες τις μεταλλαγές της ανημποριάς μου
αγνοώντας το τραγούδι με παράτησε.
Κύριε, θεέ της ψυχής μου
ενθάδε κείται τ΄ άυλο παραμύθι της ποίησής μου.
Αηδόνι ερωτικό της φυλής μου εισάκουσέ με
ακολουθώντας τις φθινοπωρινές υποστολές των βουνών
κι έλα να με πάρεις, να με πάρεις
καθώς τα γαλανά ρυάκια των αστερισμών
θα πλαταίνουνε τις θάλασσες.
Ω θεέ μου, να πεθάνω έτσι
κι΄ ας χαθούν ολόγυρά μου οι μνήμες
κι΄ οι πληγές του Σύμπαντος.
....
1974
Σε μυστήριο ευτυχίας
πνίγηκε η ψυχή,
(Μια θερμή ανάσα κι η θεσπέσια μνήμη)
να πάρη και να δώση
αίμα απ΄ τη μορφή της.
Σε πλατειά ποτάμια
η σιωπή κι΄ ο Δίας.
Στην καρδιά το φως.
Κύκνοι σε χιλιάδες
απεργούν το θρήνο
Φεύγουν τα καράβια, σφίζουν οι ωδές
κι΄ οι ρυθμοί ταλαίπωροι
ανασαίνουν ανταρσία
.......
ΔΙΑΘΗΚΗ
του Τάκη Χριστοφίδη
(θα πάω εκεί που ο στοχασμός θα φτάση την καρδιά μου)
Κάποτε τα μάτια μου μ΄ ανάπλασαν
κι΄ ήταν οι κόσμοι μου
επίδοξες ερωτικές στιγμές.
Ντυμένες, ενάριες, βασιλικές
ντελίριες ευτυχίες μες την καρδιά μου
λύγιζαν τραγούδια.
Τώρα τα μάτια δεν πεθαίνουνε ποτέ
αντιβουίζοντας απ΄ τη χώρα τ΄Αηδόνιου
κι΄ η ονειροπόληση με το κρασί και με τον έρωτα.
Αργοί γαλανισμοί όπως και πριν
σας αναγέννησε την ποίηση ο Μεγαλέξανδρος
με τους ενάλιους βυθούς να ξαναγεννηθούν.
Εγκαταλελειμένη ιστορία
ματιές χλωμές που σε κοιτάζουν
καθώς σε παίρνουνε στο πέλαγος
αναπολώντας τους βαρβάρους.
(τέσσερα ποιήματα αφιερωμένα στον Παύλο Μεράνο)
1.
Τ΄ άλογο κι΄ η ψυχή
πήρανε ανεπαίσθητα
την ηδονή της θάλασσας
κι΄ απόμεινε ο ποιητής
ενάλιος να συμπληρώνη
με την κραυγή της Αγιάς Σαλαμονής
τα ρημαγμένα λιμανάκια.
Τότε είναι που ο άνθρωπος
καταμεσίς της γης
κάθησε και συμμάζεψε τη γνώση
και τους βαρβάρους πρόλαβε.
2.
Σήμερα παραβιάσανε το φρούριο.
Αύριο η ποίηση
θα ξαναβάλη τάξη
όπως και πριν που ζούσε
ο Βασιλιάς Αηδόνιος.
3α.
Έχω ένα φίλο ομοίδιο μου!
Στο φρούριο του η ψυχή μου
κι΄ ακολουθούν οι μέρες ανασαίνοντας.
3β.
Τυχαίνει μες τα δάκρυα της χαράς
σε δειλινές αποσπερίδες
να λησμονιέμαι σαν παιδί
μες το μεθυστικό ταξίδι
συνήθεια ως είναι μακρινή
το πετροβόλημα της γνώσης.
Κι΄ αυτό μικροί μου Αγγελινοί
γιατί μ΄ απόμεινε ο Θεός
κι΄ η Περιπλάνησή Του.
4.
(Ανάτειλε ύπνε μου και συ κοιμήσου
ο ακοίμητος σεισμός της συνείδησής μου). Π. Μεράνος.
Καράβι μεθυσμένο η ζωή μου
κι ΄ ένας απέθαντος θεός
μεγαλινός που με προσμένει.
Βράχοι ψηλόδενδροι δικοί μου
και κάποιο χέρι.
Ακοίμητα θαλασσινά πουλιά
σε κάποια ποίηση μεθυσμένη
σε κάποια δάκρυα θεικά
που μ΄ ανταμώνουν.
ΚΑΘΕΤΕΣ ΠΛΗΓΕΣ
Τ΄ αηδόνια τα σκοτώσανε
για χάρη της μάνας του.
Αύριο οι πληγές θα ομολογήσουνε
ανοίγοντας στους κάμπους τις καρδιές των
και κηρύσσοντας τον πόλεμο.
ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ
Μπασμένη στη φωλιά του μίσους
η ζωή μας μας χτενίζει.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΙ
Της μνήμης η Αγάπη
Της θύμησης οι κορεσμοί
ΚΑΘΕΤΕΣ ΠΛΗΓΕΣ
Τ΄ αηδόνια τα σκοτώσανε
για χάρη της μάνας του.
Αύριο οι πληγές θα ομολογήσουνε
ανοίγοντας στους κάμπους τις καρδιές των
και κηρύσσοντας τον πόλεμο.
ΙΕΡΟΤΕΛΕΣΤΙΑ
Μπασμένη στη φωλιά του μίσους
η ζωή μας μας χτενίζει.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΙ
Της μνήμης η Αγάπη
Της θύμησης οι κορεσμοί
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου