Οι μαργαρίτες
ανεβαίνουν στο λόφο τραγουδώντας.
Έχουνε άσπρο
χρώμα,
Κίτρινη γύρη,
πράσινο φύλλο και λεπτό μίσχο.
Πίνουν το νερό
της βροχής
Τρώνε από το
χώμα όσα χρειάζονται.
Με τη μικρή
ρίζα και τα λεπτά ριζίδια της
Στέκονται
όρθιες κοντούλες χαμηλές
Στο χώμα
γέρνουν το αυτάκι τους θαρρείς, όπως ο ερωτευμένος
Που σκύβει κι
ακροάζεται το καρδιοκτύπι της αγαπημένης του.
Όμως αυτό
ξεφεύγει προς το ποιητικό ιδίωμα και τη μεταφορά
Κι όσο κι αν
λέω πως θα μιλώ απλά κυριολεκτικά
Καταργώντας
συμβολισμούς και στερεότυπα
Μ αγαπά δεν μ
αγαπά
Δεν είναι άλλο
αυτοφυές ακαριαίο ποίημα
Από την
κυριολεξία της φύσης.
Οι μαργαρίτες
χαμηλοβλεπούσες ελπίδες
Ανεβαίνουν στο
λόφο τραγουδώντας.
Οι Μαργαρίτες
γίνονται κάποτε κορίτσια
Σε γειτονιές
μαγικές που έχουν σπίτια καμωμένα
Από πλίνθους,
κεραμίδι, χώμα, νερό και πέτρα.
Το φαγητό στα
σπίτια αυτά είναι
Από αλεύρι και
αλάτι
Λάδι, λεμόνι,
καρυκεύματα και τα γνωστά υλικά.
Οι μαργαρίτες
μαργαρίτα Μαργαρίτα μου σε τέτοια μέρη ζουν.
Το ποίημα και
ο ποιητής κυριολεκτείται
Στα μικρά τους
σώματα
Στα γήινα
όνειρα των φορεμάτων τους.
Οι μαργαρίτες
Μαργαρίτα Ρίτα μου δε γίνονται ποιήματα.
Κυριολεκτούν
την ποίηση!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου