Είναι και κάποιες νύχτες που μόλις κλείσω τα μάτια μου
βλέπω μπροστά μου ένα τραίνο να περνά αργά,
το τρίξιμο του πάνω στις ράγες είναι σαν κλάμα ενός μικρού παιδιού
κι απ’ τα ανοιχτά τζάμια του
περνούν πρόσωπα θλιμμένα που όλα με ρωτάνε, « γιατί; »,
δεν θυμάμαι που και πως,
αλλά σίγουρα κάπου είχαμε ανταμώσει παλιά,
η θύμηση τους όμως βούλιαξε μέσα στη λησμονιά
κι όταν το τραίνο ξεμακρύνει πια,
ξυπνώ μέσα σ’ ένα χορταριασμένο κοιμητήρι
και βλέπω τον πατέρα μου με ένα τσιγάρο στο χέρι να μου χαμογελά,
« τις νύχτες ζωντανεύουν όλοι αυτοί που δεν τους λησμονούν,
αλίμονο, γιε μου, σ’ αυτούς που είναι ζωντανοί - νεκροί ».
βλέπω μπροστά μου ένα τραίνο να περνά αργά,
το τρίξιμο του πάνω στις ράγες είναι σαν κλάμα ενός μικρού παιδιού
κι απ’ τα ανοιχτά τζάμια του
περνούν πρόσωπα θλιμμένα που όλα με ρωτάνε, « γιατί; »,
δεν θυμάμαι που και πως,
αλλά σίγουρα κάπου είχαμε ανταμώσει παλιά,
η θύμηση τους όμως βούλιαξε μέσα στη λησμονιά
κι όταν το τραίνο ξεμακρύνει πια,
ξυπνώ μέσα σ’ ένα χορταριασμένο κοιμητήρι
και βλέπω τον πατέρα μου με ένα τσιγάρο στο χέρι να μου χαμογελά,
« τις νύχτες ζωντανεύουν όλοι αυτοί που δεν τους λησμονούν,
αλίμονο, γιε μου, σ’ αυτούς που είναι ζωντανοί - νεκροί ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου