Έπειτα έφτιαξαν οι άνθρωποι τα νέου τύπου
εκμαγεία.
Άφησαν πίσω τα αγάλματα, ξέχασαν τα αγγεία.
Μα αυτό το ‘έπειτα’
-μου λες- δεν το κατανοείς,
γιατί έπεται της συγκατάβασης τεράστια
εποχή,
κι είναι επαίτειο μίας αρχαίας Χιλιετηρίας
που τέλειωσε άδοξα, ασκαρδαμυχτί,
την ψάχνουμε στους βυθούς μες τα αρχαία
εκμαγεία
και πίσω από τους τοίχους των σπηλαίων,
ακόμη και στη φρασεολαγνεία των φιλοσόφων
της δυστοπίας
-για να προσέξουμε μην ξανακάνουμε το
λάθος-
Έπειτα έφτιαξαν οι άνθρωποι τα νέου τύπου
εκμαγεία
[ναι, σε αγνοώ,
και δεν με νοιάζει αν το ‘έπειτα’ δεν το
αποδεχτείς
κι αν τη Χιλιετία εκείνη ξεχάσεις]
κι έχυσαν μέσα τα μίγματα.
Κι έχυσαν μέσα το αίμα και τα βλαστοκύτταρα
και διόρθωσαν τον άνθρωπο που έμοιαζε
ατελής
-κατά τη νέα προσέγγιση-
και έφτιαξαν άκρα δυνατά
και έφτιαξαν καρδιές και συκώτια γερά
για τους νέους αθλητές και τα επίμονα ρεκόρ
των προγόνων που πια δεν άξιζαν
και έφτιαξαν ξανθά μαλλιά και γαλάζια
μάτια.
Κι έχυσαν μέσα τα μπάζα και τα σπασμένα
πεζοδρόμια
και μισοχαλασμένα μνημεία και ναούς
και άστεγους, επαίτες και αλλοδαπούς
κι έφτιαξαν τις νέες πόλεις για τις
καινούριες κοινωνίες
με ραφιναρισμένα τετράγωνα κτίρια
και τετράγωνους δρόμους
και ομοιοτέλευτα πάρκα
για να’ναι
σίγουρα λυσιτελές στο νέο χάρτη το κάθε σημείο.
Έξω απ’ το εργαστήρι δεν στεκόντουσαν οι
επιστήμονες,
δεν συζητούσαν οι γιατροί κι οι πολεοδόμοι,
μον’ ήτανε ο Διαφορικός Ζογκλέρ
και έκλαιγε καθήμενος σταυροπόδι,
κι ο Μέλανας Φιλόσοφος έξυζε το κεφάλι.
Κι έπειτα έριξαν μέσα στα εκμαγεία τα
καμένα δάση κι άπλετο άνθρακα
κι έφτιαξαν διαμάντια τεράστια για να
στολίζονται
και να διαπραγματεύονται το ακριβό μίγμα.
Κι αφού τέλος έφτιαξαν το ένα, τεράστιο
εκμαγείο
έλειωσαν μέσα τον ήλιο που έσβηνε
και φτιάξανε ένα αστέρι που έλαμψε επαρκώς,
μα δεν υπολογίσανε
του νέου πλανήτη το εκμαγείο πώς θα το
φτιάξουνε,
με το καλούπι της Γης που πεθαίνει
και με ποιο πολύτιμο μίγμα να το γεμίσουνε
για να γυρνάνε τα γρανάζια αιώνια
ακόμα και προσωρινά πού θα σταθούνε να το
χύσουνε
δεν σκεφτήκανε
κι ούτε σε ποια εποχή το καλούπι να σπάσουν
για να αρχίσει ο Χρόνος να τρέχει ξανά,
κι ο Μέλανας Φιλόσοφος έξυνε το κεφάλι,
-ίσως για τελευταία φορά-
© Χρίστος Ρ. Τσιαήλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου