Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

ΠΕΝΤΑΠΡΑΚΤΟ / Κύρρης Κώστας

Ι

Σκοτώσαμε κρυφά τον αδελφό μας

και τον θάψαμε στην καρδιά μας, 
μες στην απόλυτη σιωπή της νύχτας. 
Προσέχομε τα βήματά μας
μη και ξυπνήσουν τον πεθαμένο. 
Αλίμονο αν υψώσει το κεφάλι 
μέσα στην ένοχη ψυχή μας. 
Αλίμονο εάν δια μέσου των συρίγγων 
της σκέψης μας επανεμφανιστεί....
Ξέρουμε πως υπάρχει, δεν πεθαίνει.
Αυτό που μας τρομάζει 
είναι η δύναμή του να επιζεί
και μέσα στις χιλιάδες σφαίρες
και μέσα στις πιο άγριες μαχαιριές 

ΙΙ


Ξέρουμε πως ανθίζει 

και νέος φυτρώνει από το αίμα, 
αυτόν ο θάνατος τον τρέφει, 
τον τρέμει ο πικροχάροντας
στα μαρμαρένια αλώνια...


III

Όταν ενομίσαμε πλέον 

ότι ξεψύχησε και πάει 
καμωθήκαμε πως δεν τον ξέρουμε, 
λησμονήσαμε που βρίσκεται θαμμένος, 
γίναμε μακρινοί του συγγενείς...
Μα χύσαμε δάκρυα που δεν ταίραζαν 
για τέτοιους συγγενείς, 
σαν αδελφό τον κλάψαμε. 

IV


Φέραμε τότες έναν ξένον, 

έναν αλλόθρησκον, 
ειδικευμένο ν΄ ανευρίσκει τους χαμένους
και τον παρακαλέσαμε γονατιστοί
μες στην πλατεία της αγοράς
να τον αναζητήσει, όπου μπορεί...


V


Ο ξένος ερευνώντας 

ξεκίνησε απ΄ τα μάτια μας
και πήγε στην καρδιά μας
και διάβασε τον πόνο μας
και δάκρυσε, τι ξέρει 
πως κι άν τον ξαναφέρει από του Χάρου 
τα δόντια ζωντανόν, 
εμείς θα τον σκοτώσουμε και πάλι, 
κρυφά, 
μια σιωπηλή βραδιά, πριν ξημερώσει....

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου