Κρίμας τα τόσα κάλλη σου τζι εμαυρογερημιάσαν
νεκατσιασμένοι Μάρτηες πιον πάνω σου ελουρκάσαν
Πού έν’ τα πορτοκκάλλια σου, γοιον λίρες που κρεμμούνταν
τζι εκοτσινολοούσασιν οι κόφινοι πο’ ’ρκούνταν;
Σήμμερον εν θωρείς ψυσήν, καλάθιν να γεμώσει
μήτε Τουρκούν με Γρισκιανήν. Πότ’ εννά ξημερώσει;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου