Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Ξενιτεύομαι μ’ ένα φωνήεν (απόσπασμα) / Νικολαΐδης Παναγιώτης

ανοίγει φόβος
και φτερό Μάτι φιδιού
ο χρόνος

++
ξυπνά η μάνα
με ξυπνά
ψήνει καφέ να σηκωθεί
οχιά ο χρόνος

++
δίχως επίθετο
τη θράκα του θανάτου
θωπεύω

++
έμπης τζ’ ο τόπος έφεξεν
εστάξαν φως τα δέντρα
++
σε τούτο το βάραθρο βάση μου είναι η Στιγμή
ο Σολωμός κομήτης

++
 δίχως πατρίδα
περπατώ στον χρόνο πόνο
πόντο

++
 η πένα μου βαθιά
φλεβίτιδα
βάφει το ποίημα μαύρο

++
 χρόνια εμπορευόμαστε
το φως
κι όμως σκοτάδι
ασάλεφτο

++
 με φυσικό αέριο
ορύσσουμε
ξανά
την ιστορία

++
 όταν ο άνθρωπος πεινά
το μάτι του ζώου
βαθαίνει

++
 μ’ ένα στενό ντουφέκι
πενθώ
τα τρομαγμένα κοπάδια

++
 με φως σφαλίζουμε τα μάτια
των νεκρών
++
 σε εποχή τετράγωνη
θάνατος και ζωή
εξέχουν

++
 πεθαίνοντας έρχεται η ποίηση
++
το ποίημα
δεν είναι αλήθεια
δεν είναι ψέμα
είναι το ουράνιο τόξο
του ποιητή 

++
 
φύτρωσα

στην πέτρα και στον φόβο

++

 
χωρίς βροχή μεγάλωσα

 λιθάρι φως σκοτάδι

++

 
στη γλώσσα μου

 κλίνεται η ψυχή
 σ' όλες τις πτώσεις

++

 
όταν τα σύμφωνα φλέγονται

 ξενιτεύομαι μ' ένα φωνήεν

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Ο μουγκός ποιητής / Καλλίνος Χριστόδουλος

Ο μουγκός ετούτος ποιητής,
που τον βαραίνει η οργή των τρομερών ανέμων
η θλίψη των κλειστών παραθυριών
των ερημωμένων δρόμων η οδύνη.
ο μουγκός ετούτος ποιητής
που τον βαραίνει η σιωπή,
η αδικία των αιώνων,
ο μουγκός ετούτος ποιητής,
δεν θα μιλήσει…

Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

ΤΟ ΔΙΑΜΑΝΤΙ ΤΗς ΨΥΧΗΣ

(Και εγένετο Εύη Ζυμπουλάκη)
Το ΔΙΑΜΑΝΤΙ της ψυχής  λατρεία
δάκρυα της γαρδένιας Άνοιξή μου
σούρουπου το φως Εσύ.
Πάνε κι έρχονται τα χελιδόνια
φθινοπώρου μοναξιά
μα η ποίηση της καρδιάς μου
ωρολόγιον μουσικής.
Πρωινού τρισάγιο χρόνου
κρίνοι, γιασεμιά, λευκά τα φούλια
και το γέρικο πουλί
ανασαίνει ανταρσία.
Λιγοστός ο χρόνος
προσευχή ζωής.
Πιάσαμε τα χέρια και τα μάτια εκ βαθέων
το ουράνιο τόξο.
Στη μορφή του ονείρου
τ΄  όνειρο μας ένα.
Ένα Εσύ, Ένα εγώ
και οι γλάροι συντροφιά μας
στο πλατύ η θάλασσα
Το παραπάνω ποίημα του Στέφανου Ζυμπουλάκη γράφτηκε στις 24 Μαίου 2010.

Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Η μαύρη μπαλαρίνα / Νικήτα Δάφνη



Σήμερα πήρε το γράμμα
στα χέρια της
το φως από την υγρή πλατεία με τα ψηλά φανάρια
γλιστρά στο δωμάτιο του πρώτου ορόφου
το κρυστάλλινο πρόσωπο ακουμπάει στην άδεια παλάμη
-πρέπει να σε αφήσω πια-
Το φόρεμά της λάμπει κάτω από τη φωτισμένη ομπρέλα της σκυφτής κάμαρας
τα παπούτσια με τις μαύρες κορδέλες ισορροπούν στις μύτες ανάποδα σε ταβάνι
με αγγέλους και τριαντάφυλλα από μαλακό χαρτί
χορεύει με τα χέρια ανοικτά σε κύκλους
από λευκή κιμωλία και παλιά φαντάσματα
χωρίς μουσική, όμως όλα είναι όμορφα
μόνο ο ήχος της μυστικής ιστορίας οδηγεί τον παράξενο ρυθμό της
-θέλω να πάω εκεί έξω χωρίς εσένα-
Ο χορός δυναμώνει,
το δωμάτιο μεγαλώνει,
το σώμα  αιωρείται τεντωμένο σαν σχοινί,
το γράμμα εκεί
πάνω στο χαμηλό τραπέζι του περσινού ονείρου
όταν η μαύρη μπαλαρίνα σωριάζεται στο πάτωμα,
σε μια λίμνη
από το δάκρυ
μιας ανόητης
νύχτας.

Ο μολυβένιος άνθρωπος / Νικήτα Δάφνη



Και ξαφνικά
απλώνει το χέρι
και πετάει τη χρυσή
επιταγή στο ποτάμι
που στις όχθες του
ανασαίνουν με δυσκολία
ανάμεσα σε βρώμικα σεντόνια
και τυφλά σκυλιά
οι απόκληροι της μολυβένιας χώρας
με τα κλειστά παράθυρα
και τα κρύα μπαλκόνια
Ανεβαίνει στην άκρη του μεγάλου γεφυριού
πετάει από το κεφάλι
το στέμμα του δειλού άρχοντα
ξεριζώνει από το βαρύ παλτό
τα μικρά πολύτιμα εικονίδια της νίκης
ανοίγει τα μακριά του χέρια
και πηδά
στο κενό.

Παγωμένα πουλιά / Νικήτα Δάφνη




Αυτά που μου
δίνεις είναι ψίχουλα για παγωμένα πουλιά 
που κρέμονται τα βράδια στα παράθυρα  των σπιτιών
των ρημαγμένων πόλεων.

Κυριακή 20 Απριλίου 2014

ΠΡΟΣ ΚΥΠΡΙΟ ΠΟΙΗΤΗ


Ως πότε θα στήνεις καρτέρι
στα τραγικά συμβάντα
με απώτερο σκοπό ιδία οφέλη
Ένα ποίημα να έγραφες
για τον αγνοούμενο αρκούσε
Με μια ολόκληρη όμως συλλογή
βεβήλωσες εντέλει τον πόνο
της δικής του αγαπημένης.

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΨΑΧΝΕΙ ΝΑ ΒΡΕΙ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ


Σήμερα που τα ποιήματα
κυκλοφορούνε συστημένα
πρέπει να βρω κι ’γω προξενητή
κι ας τον καλοπληρώσω
αλλιώς θα πρέπει ν’ αρκεστώ
σε δύο ή τρεις ομότεχνους μου
Αν κι αυτοί με απαξιώσουν
το δυσοίωνο μέλλον σου τέχνη
με σκεύος ποιητικής δεν θα επιβαρύνω
Τρόμαξα σαν άκουσα τα πουλιά να κρώζουν.

ΤΟ ΚΑΦΕ ΣΑΚΑΚΙ



Στο μουντό Λονδίνο
τον έδιωξαν από τη δουλειά
γιατί φορούσε καφέ σακάκι.
Χρώμα αντιεπαγγελματικό
όπως του εξήγησαν
Δείλιασε να τους πει
ότι καφέ είναι οι κορμοί των δέντρων
καφέ είναι και η γη που κατοικούμε
Φόρεσε γκρι κουστούμι κι επέστρεψε
επαγγελματίας στη δουλειά
Στη μέσα τσέπη είχε
τα ποιήματα του Κώστα Καρυωτάκη.

ΔΙΑΙΡΕΣΗ


Για τη διαίρεση
από μικρός κουβαλώ τον φόβο
Όταν την έμαθα στην Δευτέρα τάξη
τον τόπο μου διαίρεσαν
σε δύο πράξεις
Τώρα που την μαθαίνω
στο δικό μου το παιδί
Φοβάμαι
Το πηλίκο θα επικυρωθεί.

ΥΠΟΣΧΕΣΗ ΑΚΡΟΒΑΤΗ


Θα συντάξω βιβλίο σχολικό
χωρίς φασαρίες
Κηπουρό θα προσλάβω
να ψεκάζει τη μνήμη
σαν την ψώρα την άνοιξη
Χαριτωμένα θα συνοψίζω
αιματηρά γεγονότα
σε βωμούς κινουμένων σχεδίων
Υπόσχομαι να ταυτίσω τις δάφνες
με τους Βeat ποιητές
Να συστήνω ασκήσεις ισορροπίας
το σούρουπο
Να περνώ την ιστορία
δυο φορές από το μηχάνημα
κοπής του κιμά
Να φαίνομαι πολίτης του κόσμου
Ποιου κόσμου δε θα ρωτήσω
Διατάξτε κύριε!

ΓΙΑΤΙ ΣΒΗΝΕΙΣ ΑΓΡΙΕΜΕΝΟ



Σ’ έγραψα, σε ξανάγραψα
σε δούλεψα
κι όταν κατάλαβες
ότι σε προόριζα για ποίημα
έγινες έξαλλο.
Δεν ντρέπεσαι μου ’πες
Τόση δουλειά
για να μείνω αδιάβαστο
Πες με στιχούργημα
Δώσε μου μέτρο
Να ’χω ελπίδα τραγουδηθώ
αλλιώς σ’ εγκαταλείπω
Δάκρυσα
Δεν είμαι προϊόν ευαισθησίας
είπες αμείλικτα
πριν σβήσεις αγριεμένο.

ΕΙΝΑΙ ΚΡΙΜΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΜΥΘΟΣ


Είναι κρίμα να γίνουμε μύθος τόσο νωρίς
Είναι κρίμα να γίνουμε μύθος
Να μη ζήσουμε ως κατ’ εξοχή θνητοί
Είναι κρίμα να γίνουν οι μικρές μας χαρές
ξένες χαρές
Είναι κρίμα οι λύπες μας
να αποκτήσουν διαστάσεις εξωπραγματικές
Είναι κρίμα να μην παραμείνει κάτι
καθαρά προσωπικό
Να μην κρατήσουμε μια μας ήττα
εμπιστευτική
ένα μας όραμα υπερρεαλιστικό.

Είναι κρίμα να γίνουμε μύθος
ερήμην της δικής μας ψυχής

Βάκης Λοϊζίδης (μικρό βιογραφικό)

Ο Βάκης Λοϊζίδης γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1965. Σπούδασε οικονομικά στην Αθήνα και έκανε μεταπτυχιακά με θέμα τον τουρισμό στην Αγγλία. 

Ποιητικές συλλογές: 

  • "Ποίηση και Κολάζ", Λευκωσία 1995· 
  •  "Χειροποίητα Μηχανής", εκδ. Ορίων, Λευκωσία 1999· 
  • "Κινητά Μνημεία", Λευκωσία 2002· 
  • "Σε ώρα Αιχμής", εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2005, 
  • "Κλαράκι σπάζει", εκδ. Γαβριηλίδης 2007 και
  •  "Τα στοιχειώδη", εκδ. Γαβριηλίδης 2009.

Σαν άλλοθι οι λέξεις (απόσπασμα) / Μιχαηλίδης Μάριος

Σαν άλλοθι οι λέξεις
Κι ο ποιητής υψώνει το σώμα του
Καιόμενος
Μα ούτε φθόγγος κραταιός
Μόνον ανάσες χνώτο προβάτου
Πριν απ’ τη σφαγή
Ή σαν νεφέλη απλωμένη
Στο σώμα στρατιώτη που ξεψύχησε
Βογκώντας όνειρα παιδικά.
Αποκεφαλισμένοι φθόγγοι
Τυμπανισμένοι ήχοι
Κραυγές αλυχτώντας
Σαν άλλοθι οι λέξεις
Γυρεύουν δικαίωση

Και φρύαξε η αυγή
Καθώς μας άνοιγαν τα σπλάχνα οι οβίδες
Και δεν μπορώ σου λέω να μη θυμάμαι
Και σκοτείνιασε μου λες
Τα κορίτσια μας κλειστά
Σαν άνθη και δεν έστερξαν το φως.
Η Μαίρη η Χρύσω κι η άλλη Μαίρη
Με τους λωτούς στα στήθη
Και σκοτείνιασε Κι ούτε που ξέρω
Πώς θα βγει και τούτη η νύχτα

Λοιπόν πώς εκλαμβάνεις
Τα όσα τεκταίνονται
Σιωπάς
Ωσάν να συνηγορείς μου φαίνεται
Και εκείνος ο Καρδιανός ο Θραξ
Πού έπεσε στα ανοιχτά του Κιτίου
Να πούμε πως δεν υπήρξε ποτέ
Άλλωστε με αρχαία φαντάσματα δεν πλάθεται η Ιστορία
Βέβαια παραμένει εκείνη η λευκή λήκυθος
Τοις εν Κύπρω πεσούσι
Μα και σ’αυτό θα δώσουμε απάντηση
Ναι πρόκειται περί ψευδεπιγράφου
Τώρα ως προς «τα κόκκαλα που λευκαίνονται
Στις ακτές μας» το ματωμένο πουκάμισο
Του τελευταίου στρατιώτη κλπ., κλπ
Ας το παραδεχθούμε πώς όλα υπήρξαν εν φαντασία
Είναι ρομαντικοί σου λέω οι ποιηταί
Πολύ ρομαντικοί

Να βαδίζεις ώρα μεσάνυχτα
Γυρτή η ματιά στους ώμους
Μια σκιά να πασχίζει λοξά
Τα λόγια που ακούς
Και να σέρνεις ένα βήχα
Στο στόμιο του φεγγαριού αργά
Τα βήματα σου ώρα μηδέν

Λόγος αντίφωνος
Στην όρχηση του μυαλού
Καθώς αρχινάς τον κανόνα
Ψαλμωδία μεσονύκτια
Εκεί που θροΐζουν φυλλωσιές
Και φιλήματα λάγνα
Τροπαιούχε ερωτικέ
Κανοναρχείς τη ζωή με το λόγο σου
Σαν άξαφνα ο πεπτωκώς μου φθόγγος
Ανοίγει τις φτερούγες του
Στο αιθέριο Σύμπαν

Σαν κάτι μια υποψία
Ψηλαφώντας αδιόρατους παλμούς
Και ήχους συριστικούς
Μιας ανάσας κεκαυμένης
Πώς όταν επέρχεται σκότος
Και μυριάδες θρύμματα
Του αντιρρόπου φωτός
Περιλούζουν το συμπαντικό κενό
Και μέσα σε όλα αυτά
Ασθμαίνει η εσωλέμβιος Μαρία
Τα έξω του κόσμου καταμετρώντας
Σαν κάτι μια υποψία
Το «αχ» που της έλαχε
Στα περίχωρα μιας νυκτωδίας
Και η αγωνία της να φθέγγεται
Καμπύλους υμεναίους
Στα άωρα μιας ευμέλειας
Ο ίσκιος της με τις ευθυτενείς προσδοκίες
Καθώς η Μαρία συρρικνώνεται υποδορίως
Μες στην ευρυχωρία του κάτι



.....................

ΒΛΑΣΤΗΣΗ / Νεοφυτίδης Ανδρέας


τοπίο με όνειρα μπετονικά που ανεβαίνουν
στα ύψη εφιάλτες. Τα δέντρα φυτρώνουν εντός
μου   
 

ΕΓΕΡΤΗΡΙΟΝ ΣΑΛΠΙΣΜΑ (Θα πάρω μιαν ανηφοριά)

Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
 να βρωτα σκαλοπάτια 
που παν στη Λευτεριά.
~
Θ΄ αφήσω αδέλφια συγγενείς,
τη μάνα, τον πατέρα
μεσ΄ τα λαγκάδια πέρα
και στις βουνοπλαγιές.
~
Ψάχνοντας για τη Λευτεριά
θα ΄χω παρέα μόνη
κατάλευκο το χιόνι,
βουνά και ρεματιές.
~
Τώρα κι αν είναι χειμωνιά,
θα ΄ρθει το καλοκαίρι
Τη Λευτεριά να φέρει
σε πόλεις και χωριά.
~
Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω μονοπάτια
να βρω τα σκαλοπάτια
που παν στη Λευτεριά.
~
Τα σκαλοπάτια θ΄ ανεβώ,
θα μπω σ΄ ένα παλάτι,
το ξέρω θαν απάτη,
δεν θαν αληθινό.
~
Μεσ΄ το παλάτι θα γυρνώ
ώσπου να βρω τον θρόνο,
βασίλισσα μια μόνο
να κάθεται σ΄ αυτό.
~
Κόρη πανώρια θα της πω,
άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου,
μονάχα αυτό ζητώ.

Των αθανάτων το κρασί / Παλληκαρίδης Ευαγόρας

Των αθανάτων το κρασί
το ‘βρετε σεις και πίνετε
ζωή για σας ο θάνατος
κι αθάνατοι θα μείνετε

ημέρα της Νίκης / Παλληκαρίδης Ευαγόρας



Μέρα λαμπρή κι αθάνατη
κι αδούλωτ' είναι σήμερα
που κι η σκλαβιά νικήθηκε
από την τόση ορμή...
~
Και λύγισαν, και σπάσανε
και λυώσανε τα σίδερα
που σου μάτωναν, Κύπρο μου,
το ασθενικό κορμί.
~
Μέρα χαράς ξημέρωσε
και μέρα ευλογημένη
κι απ' τη σκλαβιά που πέρασε
τίποτε πια δε μένει.
~
Χαρείτε όσοι πονέσατε
κι' όσοι νεκρούς εκλάψετε
το κλάμα παύει σήμερα
στης Κύπρου τα χωριά.
~
Κι όσοι πάτέρα, κι αδελφό
για φίλο σας εθάψατε
όλοι χαρήτε σήμερα
γιατ' ήρθε η λευτεριά
η πρώτη μέρα ελεύθερη
-στιγμή που δεν ξεχνιέται-
στη σκλαβωμένη Κύπρο μας
η λευτεριά γεννιέται.

η Κύπρος δεν πεθαίνει / Παλληκαρίδης Ευαγόρας




Την Κύπρο μασ κι αν δέσανε
οι Άγγλοι μ' αλυσίδα,
έχει για πάντα την καρδιά
πίστη σε μια πατρίδα.
~
Η Κύπρος κι αν ελύγισε
δεν είναι σκλαβωμένη
Ελληνοπούλ' αδούλωτη
πάντα η ψυχή της μένει.
~
Το λέει ο γιαλός,
το λέει η στεριά,
κάθε βουνού κορφούλα.
Το λέει κάθε ανηφοριά
και κάθε της βρυσούλα.
~
Η Κύπρος δεν απέθανε
κι ούτε ποτέ πεθαίνει
κι απ' της σκλαβιάς τα σίδερα
τη βλέπω γω να βγαίνει.
~
Την Κύπρο δεν τρομάζουνε
φοβέρες και κανόνια
έχει βαριά κληρονομιά
απ' τα παλιά τα χρόνια.
~
Στην Κύπρο την αθάνατη,
την Κύπρο τη γενναία
είναι καιρός να στήσουμε
Ελληνική σημαία.

[Είντα γυρεύκεις πέρτικα] / Μυριάνθη Παναγιώτου- Παπαονησιφόρου

«Είντα γυρεύκεις πέρτικα
με τα πλουμιά τα σέρτικα
ξηφώτιν τζιελαηδώντα;
- Εν τη κρατίζω την χαρά
γιατί έχω ταίριν στην φουλιάν
τζιαι στην φουλιάν μιτσιά πουλλιά
ελάλε μου πετώντα

Είντα που θέλεις πέρτικα
με τα φτερά τα πέττικα
ποσκότιν στην αυλή μου;
- Μήτε φαϊν μήτε νερό.
Το κλάμα το λυπητερόν
εν πο’ χω ταίριν χασιμιόν
γυρίζει τζιαι λαλεί μου».

Εδώ φοβούνται να γεράσουν / Παπαφιλίππου Λουκής

Εδώ φοβούνται να γεράσουν. 
Καρφώνονται 
Κάπου μεταξύ πενήντα, εξήντα, εβδομήντα 
 και πεθαίνουν 
καμακιασμένοι από μια κλιμακτήριο 
 που δε γνώρισαν 
ένοχοι 
ξοδεύονται 
συμβατικά 
και γυρίζουν 
σε θρανιά 
να διδαχθούν 
για δεύτερη φορά 
την αμάθειά τους

«Ελλάδα μου» / Παπαφιλίππου Λουκής

«Στην ανάγνωση δηλώνω
αγράμματος
στη φωνή δηλώνω
άφωνος
στην όραση δηλώνω
τυφλός
να μη σε διαβάσω
να μη σε ακούσω
να μη σε δω
πληγωμένη μου»

Σάββατο 19 Απριλίου 2014

Όταν ο έρωτας θα φύγει / Πιερής Μιχάλης


Όταν ο έρωτας θα φύγει
θα με ξεχάσεις τόσο που σχεδόν
φοβάμαι να χαρώ αυτό που μας συμβαίνει.
Όταν ο έρωτας θα φύγει θα είναι το κενό
χώρος που θα θυμίζει φονικό.

Πρωινός καφές στη Λήδρας / Πιερής Μιχάλης

Είμαι σαράντα εφτά ετών και είμαι
ευτυχισμένος. Επειδή κάθομαι εδώ
σε προνομιακή γωνία κι εντός αυτής της μέρας
που δεν είναι χτεσινή μήτε αυριανή.


Είμαι εδώ, σʼ αυτήν τη μέρα που είναι
σήμερα, δεν ήταν χτες δεν θα ʼναι αύριο
κι είμαι στην πόλη στον πεζόδρομο, σʼ αυτήν
εδώ την πόλη (την έστω μοιρασμένη)
και κάθομαι κι απʼ το γυαλί κοιτάζω τη βροχή
τον κόσμο που κινείται κι η σερβιτόρα
είναι όμορφη (και το γνωρίζει)
κι έχει και το χαμόγελο εύκολο.


Είμαι στʼ αλήθεια τόσο, μα τόσο
(έστω για λίγο) ευτυχής.

Στο καφενείο της πόλης / Πιερής Μιχάλης

Το μερτικό στα χρόνια μου το πήρα.
Ό,τι μου αναλογούσε ήρθε, έφυγε.
Κάθομαι μόνος τώρα. Δεν πίνω δεν καπνίζω.
Κάθομαι τώρα. Βιβλία ξεκινημένα
κι αφημένα γραφτά μισογραμμένα
κείμενα που δεν μπορώ ν’ αποτελειώσω.


Τα χρόνια μου ήρθαν, σώθηκαν.
Του σώματος η δύναμη, της σκέψης, έχει λήξει.
Σαρκίο που κάθεται στο καφενείο της πόλης
κοιτάζει απ’ το θαμπό γυαλί την κίνηση
αφαιρείται. Άδειο φλυτζάνι του καφέ στο λείο
του τραπεζιού που λάμπει μάρμαρο ψυχρό και κρύο…

Τεμαχισμένη Πατρίδα» (από την συλλογή Αγυρτείες) / Περατικού Κοκαράκη Μαρία

Μοιρασμένη πατρίδα, πληγιασμένες οι λεμονιές
παραμελημένα τα κιονόκρανα, αφρόντιστα τα μνημεία,
μαραζωμένα τα τρεχούμενα νερά
αδειασμένα με τη βία τα σπίτια
Αθέλητη εγκατάλειψη!
Σιγοκλαίω!
Διχοτομημένη πατρίδα,
αποκαμωμένες οι πορτοκαλιές,
ραγισμένες οι εκκλησιές,
κακοφορμισμένες οι μαρμαροκολόνες
νεκρωμένα τα νερά, πληγιασμένα τα σπίτια.
Αγανακτισμένα τα λουλούδια.
Αθέλητη εγκατάλειψη!
Αμμόχωστος – Σαλαμίνα
Κερύνεια – Μπέλλα-Πάις.

Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Ιουλία Βασιλέα Παχνιώτου (μικρή αναφορά)

Η Ιουλία Βασιλέα Παχνιώτου γεννήθηκε στη Βάσα Κοιλανίου στην Κύπρο. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση ως καθηγήτρια. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Λεμεσού «Βασίλης Μιχαηλίδης». Είναι μέλος του Πνευματικού Ομίλου Λεμεσού, της Εθνικής Εταιρείας Λογοτεχνών Κύπρου και του PEN Κύπρου. Έχει δημοσιεύσει διάφορες μελέτες. Ποιήματά της και πεζά έχουν συμπεριληφθεί σε ελληνικές και κυπριακές Ανθολογίες.

Τρεῖς λόγοι τοῦ Οἰδίποδα Β’

Φόρεσε τό χαμόγελό σου καί χτύπα τήν πόρτα
–Καλησπέρα, καλοί μου ἄνθρωποι
Καί πάλι ξαναφόρεστο καί ξαναχτύπα
–Καλησπέρα, καλοί μου ἄνθρωποι
Καί πάλι ξαναχτύπα καί πές καί πές καί πές.
Δέ μᾶς ἀναγνωρίζει πιά κανείς
τό σκυλί γαβγίζει ἄγρια στό φράχτη
ὄχι, δέ βλέπω πιά τή θάλασσα μπροστά μας
ὁ ἐλαιώνας δεξιά δέν εἶν’ δικός μας
ἀγνώριστος ὁ κάμπος στά ζερβά μας
μᾶς πλακώνει τό βουνό πού ‘ταν χαρά τῶν ὀμματιῶν μας.
Πᾶμε νά φύγουμε, δυστυχισμένο τέκνο μου,
μπές μέ βῆμα ταχύ στό σύγνεφο τοῦ ἐρέβους.

Ἐλεγεία Α

Ποῦ θά πλαγιάσουμε καλή μου;
Τά λούλουδα τοῦ κήπου λόγχες
κι ὁ ἴσκιος του πλατάνου θάνατος.
βόμβοι κρωγμοί καί θειάφι στόν ἀγέρα.
Τά χέρια μας μετέωρα, ἀγαπημένη,
βῆμα μπροστά καί βῆμα πίσω
ἐσύ στήν ὄχθη ἐδῶ κι ἐγώ στήν ἀντιπέρα
κι ἀνάμεσό μας τά παιδιά μας πού σκοτώθηκαν
ψηλαφώντας
τίς γραμμές τῆς ὀδύνης στά πρόσωπα
τό δάκρυ στά μάγουλα
τήν τέφρα στά μαλλιά.

ο γέροντας

Εἶχ’ εὐπρεπίσει τό σπίτι του,
καλλιέργησε τόν κῆπο του,
φύτεψε γαρούφαλλα καί γιασεμιά.
Διάλεξε τόν τάφο του
κοντά στούς τάφους τῶν γονέων του.
Καθόταν τό πρωί τήν ἄνοιξη στόν κῆπο.
κι εὐφραινότανε τήν ὀσμή τῶν λουλουδιῶν.
τ’ ἀπόγευμα στό μπαλκόνι
κι ἀγνάντευε σιωπηλά τό κοιμητήρι.
ἔτοιμος πάντοτε, ἤρεμος, πεπληρωμένος.
Τώρα στό βράχο κατά τό νοτιά
κοιτάει τήν ἀτέρμονη θάλασσα
κι οὔτε μπροστά βαδίζει οὔτε πίσω.
Μέρα τή μέρα ριζώνει στό βράχο.
ἤδη τά πέλματά του πέτρωσαν
καί προχωρεῖ ἡ μεταστοιχείωση ραγδαῖα.
Γύρω τριγύρω του ξεράθηκε κι ἡ τελευταία πόα.
ποῦ νά βρεθεῖ δάκρυ νά τήν ποτίσει;

Τρίτη 15 Απριλίου 2014

Ανώφελη θυσία / της Μαρίας Παχίτη

“Δεν βαρέθηκες
ν’ αναζητάς
την αγάπη
σε λάθος μέρη;”
ψιθύρισε η μαργαρίτα
λίγο προτού σωριαστεί
ανάμεσα
στα σκόρπια της πέταλα…

Δευτέρα 14 Απριλίου 2014

Τριών χρονών / Ποδιναράς Γιάννης

«Έχεις τη δύναμη της αγάπης
να φτερουγίσεις στη λιτανεία των πουλιών.»
Σου ψιθύρισα σαν προσευχή.
Και συ τριών χρονών μου φώναξες:
«Θέλω να γίνουμε θάλασσες.
Όπως τη θάλασσα να μου μιλάς.
Όπως το κύμα.»

Ποιητές / Ποδιναράς Γιάννης

Οι ποιητές πασκίζουν να υποτάξουν
σε μορφές μυστικές τους βυθούς του κόσμου
Σταλαγματιές αιμάτινες
αντιφεγγίζουν την τέχνη τους
σε στέρεα σχήματα
με χιλιάδες χρώματα και διαθέσεις
να σφραγίζουν τη μοίρα των ανθρώπων.
Πέφτει ο ήλιος
κι απλωμένοι στη γη
σκάβουν λαγούμια
να φυλάξουν τα όνειρα.

Μόρφου 2005 / Ποδιναράς Γιάννης



Χριστούγεννα.
Λαμπροί δρόμοι σεργιανίζουν τους πόθους των παιδιών
και παλιά τραγούδια ταξιδεύουν το σφρίγος της νοσταλγίας.
Το γυμνό κορίτσι χάθηκε στο ρέμα της αφθονίας.
Στολισμένα πρόσωπα
αντιφεγγίζουν τη λήθη των διωγμένων ψυχών.
Κι ένα αστέρι στο βορρά ρίχνει το στιλπνό φως
στους καμένους ίσκιους των δέντρων της Στεφανιάς.

Πότε θα μαζέψουμε τα πινόλια που αφήσαμε
κάτω απ' τους πεύκους της Έπαυλης στο Γεωργικό Γυμνάσιο;

Μη..., μου ψιθύρισες.
Μη θερμαίνεις το πεσμένο μου σώμα.
Μην ανοίγεις διάπλατα τον κλειστό δρόμο της ψυχής μου.
Μίλα μου μόνο σαν θα είσαι σίγουρος
πως τα όνειρα θα ορθώσουν επιτέλους το ανάστημά τους.
Θα περάσουν τις γραμμές και θα ενωθούν
με το μεγάλο διάφανο άστρο
σ' ένα θρίαμβο απροσπέλαστο
που σαρώνει τους παλιούς καιρούς
και στεφανώνει την έγερση των καινούργιων ασμάτων.

Περι της κυπριακης διαλεκτου (ενας προβληματισμος)

έχω την αισθηση ότι οι άνθρωποι των γραμμάτων στην Κύπρο θα πρέπει να πάρουν πρωτοβουλίες ώστε και η (όντως υπέροχη) Κυπριακή διάλεκτος να διασωθεί ατόφια, αλλά και η Ελληνική γλώσσα στην Μεγαλόνησο να μιλιέται όπως της αρμόζει. Η καθημερινότητα δυστηχώς άλλα μας διδάσκει στην Κύπρο. Σχεδόν κανένας μας, δεν χρησιμοποιεί λέξεις όπως: Καλημέρα, γειά σας, εντάξει, παρακαλώ κτλ και στις θέσεις τους υπάρχουν οι αγγλικές λέξεις : good morning, please, οκ, hello, Ηι , Bye-Bye! κτλ Το πρόβλημα δεν περιορίζεται όμως μόνο στην ύπαρξη των αγγλικών λέξεων στο καθημερινό λεξιλόγιό μας, αλλά σε έναν αχταρμά λέξεων της Κυπριακής διαλέκτου, της ελληνικής δημοτικής, της αγγλικής γλώσσσας και κάποιων άλλων λέξεων,
Είναι χαρακτηριστικός ο κος Φοίβος Νικολαίδης, Κύρπιος συγγραφέας στο βιβλίο του : Νεοκύπριοι Πλουτοκράτες ή Νεόπλουτοι αρχοντοχωριάτες και στο κεφάλαιο: Το πιθηκίζειν εστίν αγγλικουρείν σελ: 146 Λέει χαρακτηριστικά: Χτές πήγαμε από το Highway στη Πάφο non stop σε wedding reception στο Cyprus Hotel. Στη reception ρώτησα που είναι το parking. ...........Sorry να μου μιλούν εγγλέζικα στον τόπο μου είναι Funny!........... 
Το μεγάλο λάθος μας είναι ότι μόλις μας υποδείξουν το σφάλμα μας πάνω σε αυτού του είδους την ομιλία ξεκινά ένας επιθετικός λεκτικός πόλεμος για το πως μιλούν κάπου αλλού, πχ στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στην Αγγλία κτλ και δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ότι χάνουμε μέρα με την μέρα, χρόνο με τον χρόνο την ταυτότητά μας. Η δικαιολογία ότι όπως περνούσαμε θα περάσουμε μας βολεύει πολύ. Πριν από ένα μήνα περίπου σε μια τηλεοπτική πρωινή ενημερωτική ενπομπή είχαν κληθεί να μιλήσουν εκπρόσωποι νεολαίας φοιτητικής παράταξης και με λύπη διαπίστωσα ότι δεν μπορούσαν να αρθρώσουν λέξεις αλλά και να συνθέσουν ολοκληρωμένες προτάσεις. Προσέξτε το μέλλον μας. Και τούτο δεν έχει φυσικά να κάνει με την Κυπριακή διάλεκτο που όπως όλες οι διάλεκτοι (ποντιακή, κρητική, βλάχικη κτλ ) μιλιέται αλλά δεν γράφεται και δεν διδάσκεται.
Κάποιοι κύπριοι ποιητές και συγγραφείς που προσπάθησαν, ανέδειξαν την σημαντικότητά της αλλά μέχρι εκεί. Φυσικά και είναι αξιοθαύμαστος ο πλούτος της γλώσσας μας στο νησί, αλλά πολύ φοβάμαι ότι σκυλεύεται από τον σύγχρονο τρόπο ζωής και επικοινωνίας. Ελπίζω ότι οι ...υπεύθυνοι θα εντοπίσουν γρήγορα το πρόβλημα εάν θέλουν η ταυτότητά μας ως Ελλήνων να μείνει ακέραια (διότι η γλώσσα είναι ένα από τα χαρακτηριστικά ενός έθνους) και να προχωρήσουμε στον χρόνο με διαφορετική καθαρότητα και άλλο πνεύμα.


Στην συνέχεια διαβάζουμε ένα σχόλιο του ποιητή Σωτήρη Π. Βαρνάβα  με αφορμή την έκδοση του βιβλίου Βασίλης Μιχαηλίδης , επιλεγμένα ποιήματα , επιμ Λευτέρης Παπαλεοντίου ,Λευκωσία  Μικροφιλολογικά , 2013,μέρος του οποίου αφορά τον προβληματισμό που θέσαμε περί της Κυπριακής Διαλέκτου.




"Βασικά κριτήρια για να είναι ένα βιβλίο ελκυστικό είναι η συγκέντρωση σ’ αυτό πρωτότυπων στοιχείων και πληροφοριών που φωτίζουν ολιστικά το πραγματευόμενο θέμα, η σαφήνεια στην έκφραση και η αντικειμενική παρουσίαση γεγονότων και απόψεων, η συνθετική προσέγγιση των διαφόρων πτυχών του θέματος, καθώς και η ικανότητα του συγγραφέα να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη κατά την ανάγνωση. Το βιβλίο αποκτά ακόμα μεγαλύτερη επιστημονική αξία, αν κατά την ανάγνωσή του προκύπτουν ειδικότερα ενδιαφέροντα για περαιτέρω μελέτη επιμέρους θεμάτων που θίγονται σ’ αυτό. Αν δηλαδή αναδεικνύεται αυτό που ορίζεται ως επιστημονικό κενό για το θέμα (scientific gap) και το οποίο στην πραγματικότητα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο ή την κινούσα δύναμη (driving force) στην εξέλιξη και πρόοδο της έρευνας.

Όπως διαπιστώνεται στη σύντομη αυτή περιδιάβαση, στα Επιλεγμένα ποιήματα του Βασίλη Μιχαηλίδη, με επιμέλεια του Λευτέρη Παπαλεοντίου, όλα τα πιο πάνω κριτήρια πληρούνται με τον καλύτερο τρόπο. Γι’ αυτό το βιβλίο αυτό συνιστάται ανεπιφύλακτα στο κοινό, σε εκπαιδευτικούς, ερευνητές κ.ά. και σε κάθε Κύπριο που επιθυμεί να γνωρίζει τα ποιητικά, πολιτιστικά, κοινωνικά, πολιτικά πράγματα του τόπου του και τη διαχρονική εξέλιξη της κοινωνικής δομής της πατρίδας του.

Στο βιβλίο δίνονται πολύτιμα στοιχεία που αφορούν τη ζωή του ποιητή, την περιορισμένη σχολική μόρφωση και τη γενικότερη παιδεία του, ενώ εξετάζονται και τα θέματα και οι τεχνικές στα ανθολογημένα ποιήματά του. Ο επιμελητής διερευνά αρκετά σχολαστικά πιθανές επαφές και συνομιλίες του κύπριου ποιητή με την ευρύτερη νεοελληνική ποίηση και ειδικά με εκπροσώπους του αθηναϊκού ρομαντισμού ή ακόμη και της «Γενιάς του 1880», αλλά και με τη δημοτική παράδοση. Ανάμεσα σ’ άλλα, εντοπίζει ενδιαφέρουσες επιρροές και γόνιμες συνομιλίες με τη σατιρική ποίηση του Σουρή ή και με την πατριωτική ή σατιρική ποίηση του Αλ. Σούτσου. Και από τη διερεύνηση αυτή συνάγεται ότι ο Β. Μιχαηλίδης υπήρξε μια ισχυρή ποιητική προσωπικότητα, παρά το γεγονός ότι δημιούργησε σε πολύ αντίξοες περιβαλλοντικές συνθήκες.

Η πληθώρα των βιβλιογραφικών παραπομπών και των αντίστοιχων αναφορών στην εκτεταμένη εισαγωγική μελέτη, είτε πρόκειται για σχολιασμό ποιημάτων του Β.Μ., είτε πρόκειται για πολιτικά, ιστορικά γεγονότα που προκύπτουν μέσα από τα ποιήματά του, σε συνδυασμό με το χωροχρονικό πλαίσιο στο οποίο γράφτηκαν, καθιστούν τον τόμο αυτό πολύτιμη δεξαμενή πληροφοριών κάθε υφής (λογοτεχνικής, γλωσσικής, λαογραφικής, ιστορικής, κοινωνικής, οικονομικής κτλ). Στην προκειμένη περίπτωση ο επιμελητής εξερευνά σε βάθος τη σχέση της ποίησης του Β.Μ. όχι μόνο με το πνευματικό περιβάλλον, αλλά και με οτιδήποτε άλλο ρυθμίζει τη λειτουργία της ποίησης στο δεδομένο χρόνο.

Ας μου επιτραπεί εδώ μια παρεκβατική αναφορά στον σημερινό κυπριακό τύπο και στη σχέση του με την κυπριακή ποίηση, εκφράζοντας μια άποψη - πρόταση, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι πολλά δημοσιεύματα στον κυπριακό τύπο της εποχής (που αναδημοσιεύονται ολόκληρα ή αποσπασματικά σε Παράρτημα του βιβλίου, σελ. 193-253) αναφέρονται στο πρόσωπο και το έργο του Βασίλη Μιχαηλίδη.

 Ο παραδοσιακός Κύπριος ομιλεί ποιητικά, η ποίηση (και η ποιητάρικη τέχνη) ήταν πάντα μέρος της καθημερινότητάς του. Κι όμως, σήμερα οι εφημερίδες εξοβέλισαν την ποίηση από τα φύλλα τους, αν και δημοσιεύουν σποραδικές κριτικές. Οι σύγχρονοι κύπριοι ποιητές παραμερίζουν το κυπριακό ιδίωμα, άρα και την προφορικότητα της ποίησης, οι κύπριοι λαϊκοί ποιητές εκλείπουν με τη συγκεκαλυμμένη χλεύη σύγχρονων λογίων, πλην εξαιρέσεων (π.χ. Κ. Γ. Γιαγκουλλής). Για όποιον απορεί, παραπέμπω στη συνήθη διάκριση που γίνεται μεταξύ ποιητών και ποιητάρηδων, με απαξιωτική σημασιολογική χρησιμοποίηση του δεύτερου όρου, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για άλλη μορφή ποίησης.

Και όμως, ο μείζων ποιητής της Κύπρου, ο Β.Μ., όχι μόνο αξιοποίησε το προφορικό ιδίωμα της ιδιαίτερης πατρίδας του, όχι μόνο πάντρεψε με τον καλύτερο τρόπο τη λαϊκή, δημώδη παράδοση με τον έντεχνο λόγο, αλλά πέτυχε να αγγίξει τα ευρύτερα στρώματα του κυπριακού πληθυσμού, κατάφερε να συγκινήσει ολόκληρες γενιές με τα κορυφαία ιδιωματικά ποιήματά του, γιατί μπόρεσε να αφουγκραστεί τους εθνικούς καημούς, τα πάθη, τις χαρές και τις λύπες του κυπριακού λαού ή πέτυχε να αποδώσει περισσότερο από κάθε άλλον κύπριο ποιητή την ψυχή της Κύπρου, με τα οράματα και τις διαψεύσεις της, με τα καλά και τα στραβά της.

Η δομή του βιβλίου (η Εισαγωγή, τα ανθολογημένα ποιήματα, ο υπομνηματισμός, οι πολλές κριτικές και μαρτυρίες για το πρόσωπο και το έργο του ποιητή, το επίσης εκτενές Χρονολόγιο αλλά και το Γλωσσάριο) διευκολύνει τον αναγνώστη να έλθει σε επαφή με την ποίηση του Β.Μ. και να σχηματίσει μια ολοκληρωμένη άποψη για την αλληλεπίδρασης που υπήρχε ανάμεσα σ’ αυτήν και στον λαό (αυτό δηλαδή που λείπει σήμερα από τον σύγχρονο κύπριο ποιητή). Ο Β.Μ. αντλεί την ποιητική του δύναμη από τον λαό, ενώ η απήχησή της θεμελιώνεται πολύ καλά στο βιβλίο, με τις πυκνές αναφορές στον τύπο, σε σχόλια πολλών λογίων και συγγραφέων.

Όπως προκύπτει από πολλές μαρτυρίες, ο Β.Μ., γράφοντας ελεύθερα κι αισθαντικά, με ευαίσθητη αλλά και με κοφτερή ματιά, στην ουσία παρεμβαίνει στα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα της εποχής του και μας δίνει στοιχεία που αφορούν τη δύσκολη ζωή του κύπριου αγρότη, που έχει να αντιμετωπίσει δυσβάστακτες φορολογίες, τη φτώχεια και την απόγνωση. Αν ανατρέξει κανείς σε αρκετά από τα ανθολογημένα ποιήματα του τόμου, ιδίως στα ιδιωματικά του Β.Μ., δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσει ότι αυτά διασώζουν κυπριακές παραδόσεις, ήθη, νοοτροπίες, το προφορικό ιδίωμα αλλά και το ιστορικό, πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της εποχής του. Μάλιστα, στα περισσότερα από τα ανθολογημένα ποιήματα δεσπόζει η σατιρική στόχευση του ποιητή, που είναι μια σημαντική παράμετρος της ποίησής του, αν και αυτή έμεινε μάλλον στη σκιά της πατριωτικής πτυχής του έργου του.

Επομένως, με το βιβλίο αυτό συμπληρώνεται σιγά σιγά, εκτός των άλλων, και η εικόνα για την κυπριακή ποιητική παράδοση, και ιδίως για την ιδιωματική. Προκύπτει αμέσως το ερώτημα: Ποια η προοπτική και ποιο το αύριο της κυπριακής (ιδιωματικής) ποίησης; Παρ’ ότι δεν ήταν η πρόθεσή μου να θίξω ένα τέτοιο θέμα, αυτό αναφύεται εν τη ρύμη των επιστημονικών προκλήσεων που συνεπάγεται μια τέτοια έκδοση. Γιατί, από τη στιγμή που δεχθούμε τα λεγόμενα του Κώστα Μόντη για τη γλώσσα που πρωτομιλήσαμε: «οι λέξεις βγαίνουν ίσα από μέσα σου… Δεν ξέρω τι ρίζες έχει μέσα μας η γλώσσα που πρωτομιλήσαμε, που δεν μπορούν να αντικατασταθούν με γλώσσα την οποία μάθαμε…», δηλαδή ότι μόνο έτσι μπορείς να πεις κάποια πράγματα, δηλαδή στη γλώσσα που πρωτομίλησες), τότε προκύπτει ένα συμπέρασμα όχι τόσο ευχάριστο για την κυπριακή ποίηση. Γράφοντας σήμερα οι κύπριοι ποιητές μόνο στην καθομιλούμενη ελληνική και καθόλου ή αποσπασματικά στο κυπριακό ιδίωμα, κάτι χάνεται. Δυστυχώς αυτό που χάνεται είναι το πιο σημαντικό, είναι το αυθεντικό, το δυνατό. Και εδώ δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω με την άποψη ότι, αν ο Β.Μ. είχε λόγια μόρφωση και αν ήταν σε θέση να γράψει σε μια άψογη ελληνική της εποχής του, τότε η «9η Ιουλίου», λ.χ., δεν θα ήταν αυτό το ποίημα, αν δεν είχε γραφτεί στο κυπριακό ιδίωμα. Αυτό δεν μπόρεσε να το καταλάβει ο Συκουτρής, όταν χαρακτήριζε τον Β.Μ. «εξευγενισμένο ποιητάρη», ενώ οι χαρακτηρισμοί του για την «9η Ιουλίου» μόνο θυμηδία μπορούν να προκαλέσουν. Μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να γίνει αντιληπτή, αν θεωρήσει κανείς ισότιμα τις δύο μορφές γραφής (χωρίς προκαταλήψεις περί πτωχείας και πλούτου ή οποιουδήποτε άλλου είδους διακρίσεις) και επιχειρήσει να διατυπώσει ποιητικά τα μικρά και μεγάλα θέματα της έμπνευσής του και με τους δύο διαφορετικούς τρόπους, δηλαδή τόσο στο τοπικό ιδίωμα όσο και στην «κοινή» νεοελληνική. Ένα συνέδριο με θέμα το χθες και το αύριο της Κυπριακής ποίησης (ιδιωματικής και μη) θα μπορούσε ενδεχομένως να φωτίσει πολύπλευρα το θέμα αυτό.

Μήπως όμως, τελικά, το κλίμα που καλλιέργησε η άποψη του Συκουτρή ή κάποια «Σχολή Συκουτρή» αποτελεί την απάντηση στο ερώτημα γιατί η κυπριακή ποίηση περιορίστηκε κατά την εξέλιξή της μόνο στην καθομιλουμένη ελληνική, αφανίζοντας σχεδόν το κυπριακό ιδίωμα από αυτήν (εκτός εξαιρέσεων); Κατανοητό το επιχείρημα να γίνουμε γνωστοί και έξω από τα κυπριακά σύνορα, όμως το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Κι έπειτα, όπως μας το υποδεικνύει και ο Κώστας Μόντης, το κυπριακό ιδίωμα είναι μια ρίζα της πανελλήνιας γλώσσας, μια ρίζα βασική, όπως διευκρινίζει. Άραγε συνειδητοποιούμε ότι η εξαφάνιση του κυπριακού ιδιώματος από την κυπριακή ποίηση ισοδυναμεί με ξερίζωμα της ίδιας της πανελλήνιας γλώσσας;

Επομένως, έχουμε την άποψη ότι το κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα έχει να προσφέρει και άλλα στην ποίηση. Όχι βέβαια για να γυρίσουμε στην εποχή του Μιχαηλίδη και του Λιπέρτη, αλλά για να προωθήσουμε τον πολιτισμό μας και να μην αφανιστούμε στον ισοπεδωτικό τεχνολογικό πολιτισμό του διαδικτύου. Επομένως το βιβλίο «Βασίλης Μιχαηλίδης: Επιλεγμένα ποιήματα, Επιμέλεια Λευτέρης Παπαλεοντίου» αποτελεί, εκτός όλων των άλλων και σημαντική πηγή σκέψεων, ιδεών και προβληματισμών προς την κατεύθυνση αυτή· και από αυτή την άποψη ακόμα αξίζει να διαβαστεί."

θα 'ναι πάντα εκεί / Ποδιναράς Γιάννης

Υπάρχουν εκείνοι που στο κάλεσμα σου
πάντα θα λένε ναι
χωρίς μετρήματα και μασημένα λόγια.
Μόνο ένα νεύμα αρκεί.
Μια ικεσία άναρθρη της μυστικής βουής
της πιο βαθιάς λαχτάρας σου.
Θα ΄ναι πάντα εκεί
χωρίς αντίπραξη και μελωδίες γλυκερές.
Χωρίς ούτε ένα δάκρυ στη θολή ματιά
της κοινωνίας της πιο βαθιάς ουσίας σου.
Αυτή που κάποτε την είπανε μοίρα ή θεά.
Αγέραστη, χωρίς λύπη ή ακραία χαρά.
Είναι εκεί σαν υγρή νοτιά καινούργιας μέρας.
Η αβεβαιότητα αυτού που είσαι.
Η γαλήνια προσμονή αυτών
που πάντοτε θα λένε ναι στο κάλεσμα σου
για να μη χαθείς.
Να μη νοιώσεις ποτέ
το φόβο της φθοράς
μα ούτε και την ψευδαίσθηση
των μάταιων ονείρων.
Αυτοί που πάντα θα 'ναι εκεί.
Για να κοιτάξεις
μέσα στην ήρεμη κι απόλυτη αποδοχή τους
το πιο βαθύ σημάδι της ζωής σου
που τους χάραξε.

αέναη πορεία / Πυλιώτης Αχιλλέας



Πορευόμαστε με κουρασμένο βήμα
κάτω από τον άδειο, τον θολό ουρανό.
Από τους πληγωμένους ώμους μας
ρέει πηχτόν αίμα και τα πέλματα μας
βάφουν πορφυρά τα χαλίκια του δρόμου μας.
Για μας και τους αδελφούς μας
έχουν περάσει πια οι μεγάλες ώρες.
Με μεγάλες, οργισμένες δρασκελιές
πέρασαν το κατώφλι μας
αφήνοντας τη ντροπή και την περιφρόνηση σ' εμάς
που σταθήκαμε ανάξιοι της προσφοράς τους.
Κι όμως οι σάλπιγγές μας δε σιγούν.
Με ξέπνοο παράφωνον ήχο
προπορεύονται στις θλιβερές παράτες
επιμένοντας να μας θυμίζουν
αυτό που ήταν κάποτε:
την εγερτήρια φωνή.
Ωραία μιλούν οι ρήτορές μας
και αρχοντικές και επιβλητικές οι κινήσεις
τους
καθώς ανεμίζουν τις χλαμύδες τους
πάνω από τ' απαστράπτοντα «βήματα».
Κι οι νεκροί μας,
μάρμαρο, γύψος και σίδερο,
ακούσιοι και ανήμποροι ακροατές
των κενών λόγων.
Μοίρα κακή και παμπάλαια του τόπου μας:
ο εμπαιγμός και η εγκατάλειψη.
Αλίμονο
Δεν είναι αυτοί
δεν είναι αυτοί οι φίλοι μας
δεν είναι αυτοί οι χτεσινοί μας σύντροφοι
οι εκλιπαρούντες ανταμοιβή
οι αδημονούντες να κυβερνήσουν
και να εμπορευθούν
Μόνοι
κάτω από τον άδειο
τον θολό ουρανό.
Μόνοι
μέσα στη χλεύη των επιτηδείων
μέσα στην ασυδοσία των ασεβών
Την αέναη πορεία μας
θα τη συνεχίσουμε μόνοι
Με πεισμωμένο βήμα θα πορευτούμε
σηκώνοντας το βάρος των προδομένων ιδα­νικών μας
προσμένοντας το ξαναγύρισμα του χρόνου.