Καθισμένη στην βαλίτσα την γεμάτη από όνειρα, η ζωντανή μελαγχολία στα μάτια παρακολούθησε το τραίνο που δεν πρόλαβε. Σε ένα έρημο σταθμό που πριν λίγο είχε πάρει το μοναδικό όνειρο της Η καρδιά ν'αναρωτιέται γιατί δεν την περίμενε, μα να επιμένει .
Απόμεινε αμίλητο κι αδάκρυτο το χθες, να περιμένει το επόμενο τραίνο να συνεχίσει να κυνηγάει το τετράχρονο όνειρό της,
Να το περιπλέξει μαζί με τ'άλλα που φύλαγε η βαλίτσα. Αν όχι για τίποτε άλλο να πάρει πίσω την καρδιά της που πήγε μαζί του.
Να διαβάσει εκείνα τα μάτια του γρίφου, να διακρίνει αν το όνειρό της ήταν και το δικό του.
Ήθελε να το πιστεύει! Κι ας μέχρι πριν λίγο της αρκούσε ένα τυχαίο χαμόγελο σε κάθε τυχαία συνάντηση(Που δεν ήταν και τόσο τυχαία ) για να χαμογελάσει η μέρα της .Της αρκούσε που ήταν εκεί κι ανάπνεε μαζί του το ίδιο οξυγόνο.
Αλοιώς συννέφιαζε, κι ο έρωτας έσταζε αίμα στην μυστική πληγή της .
Είχε ονομάσει άδολη την αγάπη που δεν ζητούσε, μόνο έδινε,δίχως να λογαριάσει τον πόνο τον μονόπλευρο, που φως δεν αντικρίζει.
Ας τον νόμιζε ανιδιοτελή, που τώρα απαιτούσε το ζευγάρωμα της ανταπόκρισης
Έφτασε το επόμενο τραίνο, διάβηκε την πόρτα της ελπίδας κι έλαμψε η ματιά στην προσμονή που άρχισε να τραγουδάει τον Απρίλη.
Της χαμογελούσε στο προσπέρασμα, χαρίζοντας της ένα εκατόφυλλο τριαντάφυλλο όσα και τα όνειρά της, κι άφηνε πίσω της τελεσίδικα τον χειμώνα.
Hθελε να το πιστεύει !
Στην φύση και την άνοιξη των είκοσι χρόνων άνθιζε προσμονή, κι εκείνη προσπερνούσε και βιαζόταν να φτάσει στο τέρμα του επόμενου σταθμού.
Εκεί που όλη η ευτυχία θα ξεχείλιζε απ' το δικό του βλέμμα.
Ηθελε να το πιστεύει!
Αγνοούσε ότι άλλο θα εμπόδιζε την διαδρομή της .
Αδιάφορο το ενδιαφέρον στα ξένα μάτια, που ταξίδευαν την ίδια πορεία και τόσο επίμονα, που την ενοχλούσαν
Έφθασε επιτέλους στο τέρμα των μαζεμένων της ονείρων κι αναζήτησε τα μάτια του,
στα τόσα που την κοιτούσαν, μα δεν βρισκόταν πουθενά.
Αδιάφορη την άφηναν τ' άλλα χαμόγελα που έπεφταν στα χέρια της.
Μόνο το δικό του αναζητούσε να γιατρέψει την πληγή που έσταζε αίμα.
-Αδυναμία να στο στείλει μουρμούρισε , η ελπίδα στο αυτί τής απογοήτευσης , που γέννησε καινούργια επιμονή.
Έπρεπε να βρει την χαμένη καρδιά της ,
Έπρεπε να διαβάσει στα μάτια του την λύτρωση ή την καταδίκη.
Κι ο έρωτας έσταζε αίμα στην μυστική πληγή της .
Πήρε το επόμενο τραίνο της αναζήτησης κι η ελπίδα από κοντά να διώχνει τα “όχι δεν σ'αγαπά κι αντικαταστώντας τα με το “μπορεί” Προχώρα. κυνήγα τ 'ονειρό σου.Φτάσε την πόρτα της αγάπης και κτύπησέ την. Μην μένεις στο “Αν” κι ύστερα μετανιώσεις που δεν δοκίμασες .
Μπήκε στο βαγόνι της προσμονής με την αγάπη να του στέλνει μηνύματα που εκείνος αγνόησε .Η δεν τα είδε ,(παρηγοριά και πάλι της ελπίδας) .Πάντα πεθαίνει τελευταία ,έτσι δεν λένε;
Συνεχίζει η διαδρομή επίμονη, αγνοώντας άλλα δυο μάτια απέναντί της πού με την ίδια επιμονή καθισμένα, παρακαλάνε για το δικό της βλέμμα.
Μα η αγάπη έλεγε είν' προδοσία έστω κι ένα βλέμμα να χαρίσει στα παρείσακτα τούτα μάτια, της αφοσίωσης, που συνέχισαν να την ακολουθούν στο τραίνο της δικής της επιμονής.
Εκεί όπου συνέχιζε το μάταιο τούτο ταξίδι του τρελλονείρου της.
Μα έπρεπε πρώτα να πάρει πίσω την καρδιά της, που ακόμα περιπλανιόταν έξω από την δική του πόρτα.
Έφτασε στο τέρμα του ταξιδιού κι η βαλίτσα περίμενε με κουρασμένα τα μάτια, μα άδειος ο δρόμος μέχρι το τέλος.
Εκει που η ψυχή βούλιαξε στ'ανασηκωμα των ώμων και την αδιαφορία των ματιών,ενοχλημένα στην παρουσία της
Η πληγή που έσταζε αίμα, τώρα αιμορραγούσε στην βεβαιότητα του “δεν την αγαπά.
Με άδεια μάτια 'άρχισε να μαζεύει τα σπασμένα κομμάτια της καρδιάς κι ο συνταξιδιώτης, της πρόσφερε την δική του. Μαζί κι ένα ώμο που βράχηκε στα δάκρυα της λύτρωσης .
Ελα αγάπη πάμε! Υπάρχει το επόμενο τραίνο να ταξιδέψουμε στην σιγουριά της αγάπης .
-Αφέθηκε στα χέρια του και πήραν τον δρόμο αποχαιρετώντας τελεσίδικα την κλειστή πόρτα. Μπροστά τους άνοιγε μια μεγαλύτερη που πίσω της καραδοκούσε ο Μάης .
Ηταν βέβαιη .
Το πίστεψε πιά !