Κυνηγημένος από κόσμο στ’αεροδρόμιο, θα έμενα μόνος με μ’έναν σάκο συντροφιά,
μαζί οι φίλοι οι σταθεροί σαν το ιώδιο, μη με λερώσει οποιαδήποτε βρωμιά.
μαζί οι φίλοι οι σταθεροί σαν το ιώδιο, μη με λερώσει οποιαδήποτε βρωμιά.
Δύο φιλιά μια αγκαλιά ένα χαμόγελο, όμως το σάλιο να προδώνει τη ζημιά,
πως η εμπειρία του αντίο είν’ στον άνθρωπο, τομή του δέρματος προεγχειρητικά.
πως η εμπειρία του αντίο είν’ στον άνθρωπο, τομή του δέρματος προεγχειρητικά.
Μα εσύ δεν ήσουνα εκεί, είχα τον σάκο σου, που μου’χες κάνει δώρο μια Πρωτοχρονιά
και μου’πες Χάρη σε αυτόν θα μπει ο δρόμος σου κι εγώ γελούσα πιστός σε κίνητρα κρυφά.
και μου’πες Χάρη σε αυτόν θα μπει ο δρόμος σου κι εγώ γελούσα πιστός σε κίνητρα κρυφά.
Σαν φύγαν όλοι την κοπέλα βλέπω απέναντι, που πριν με χρέωσε περίσσια οκτώ κιλά,
χαμογελάει σαν να λέει πως οι άνθρωποι, βαραίνουν σάκους που αγαπούν συνειδητά.
χαμογελάει σαν να λέει πως οι άνθρωποι, βαραίνουν σάκους που αγαπούν συνειδητά.
Μα που να ξέρει η δειλή πως είμαι σάκος σου, πως κουβαλάω χρόνια την τόση σου ερημιά,
μήπως ταξίδεψε η φτωχή εντός του κόσμου μου, ή ζει εκδικούμενη ό,τι βιώνει ονειρι
μήπως ταξίδεψε η φτωχή εντός του κόσμου μου, ή ζει εκδικούμενη ό,τι βιώνει ονειρι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου