Τώρα ο ήλιος
το βλέμμα ρίχνει οργισμένος
στην άδικη μέρα…
το βλέμμα ρίχνει οργισμένος
στην άδικη μέρα…
Κι εσύ,
αλύγιστος στο πείσμα της εκδίκησης,
μήνυμα σήκωνες βαρύ
μπροστά στο πλήθος
που ’γραφε την ιστορία
και καρτερούσε να κατέβεις παλικάρι
με τ’ άλικο πανί στο χέρι,
έχοντας μάρτυρα του Βαρωσιού το τείχος,
ήρωα, νέε με το σκουρόχρωμο σγουρό μαλλί,
που στη ζωή δε σήκωσες λιθάρι.
αλύγιστος στο πείσμα της εκδίκησης,
μήνυμα σήκωνες βαρύ
μπροστά στο πλήθος
που ’γραφε την ιστορία
και καρτερούσε να κατέβεις παλικάρι
με τ’ άλικο πανί στο χέρι,
έχοντας μάρτυρα του Βαρωσιού το τείχος,
ήρωα, νέε με το σκουρόχρωμο σγουρό μαλλί,
που στη ζωή δε σήκωσες λιθάρι.
Τώρα η πικραμένη μάνα σου
μαντίλα σήκωσε πικροστεφάνωτη
το σήμα του κατακτητή να σκιάσει.
μαντίλα σήκωσε πικροστεφάνωτη
το σήμα του κατακτητή να σκιάσει.
Ολόκληρο λαό στ' ανάστημά σου σήκωσες
το θάνατο αντικρίζοντας,
κει που στη ράχη του εχθρού σκαρφάλωνες
και μια πατρίδα σταυρωμένη ατένιζες,
μα δε δείλιασες.
το θάνατο αντικρίζοντας,
κει που στη ράχη του εχθρού σκαρφάλωνες
και μια πατρίδα σταυρωμένη ατένιζες,
μα δε δείλιασες.
Τώρα το χώμα,
πατημένο από άρβυλα ξένα
κράζει το αίμα να δραπετεύσει
απ’ τα σπλάχνα της νιότης,
τη ραγισμένη φλέβα να νίψει της γης
που καίγεται απ’ τη λάβρα ηφαιστείου αγανάκτησης.
πατημένο από άρβυλα ξένα
κράζει το αίμα να δραπετεύσει
απ’ τα σπλάχνα της νιότης,
τη ραγισμένη φλέβα να νίψει της γης
που καίγεται απ’ τη λάβρα ηφαιστείου αγανάκτησης.
Απ' τη σκιά τ' οχτρού
με λιονταρίσια τη ψυχή κρεμάστηκες,
τη ματωμένη σου πληγή ανοίγοντας στον άνθρωπο.
με λιονταρίσια τη ψυχή κρεμάστηκες,
τη ματωμένη σου πληγή ανοίγοντας στον άνθρωπο.
Άντρια Γαριβάλδη
Kυπριένια
Εκδόσεις Ναυτίλος
Μελβούρνη 2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου