[…] Μα ολύμπιο* να τραβάς στα γλαυκά* ύψη
ω κυπαρίσσι, ξέρω εσέ μονάχα.
Ελεύτερ’ η ψυχή σου δεν θα σκύψει
στ’ όποιο κατάτρεγμα της μοίρας τάχα;
Δεν σε βαραίνει πόνος, καμιά τύψη;
Τη δύναμή σου να μπορούσα να’ χα
ώς την κορφή σου, ω αγέρωχο και στείρο,
ελεύτερο τον ύμνο μου να σύρω!
[…] Δεν είσαι κούφιο δέντρο που ετοιμάζει
καρπούς, για τα σακιά τού νοικοκύρη.
Δεν είσαι η καλαμιά π’ όλο φωνάζει.
Δεν μοιάζεις τ’ ανοιγμένο παραθύρι
του σπιτιού, που τα μέσα, τ’ αραδιάζει
στο κάθε μάτι. Της νυχτός οι γύροι
καλόβουλοι κρατάν το μυστικό σου,
κι αμίλητο τραβάς προς τον σκοπό σου.
[…] Ω κυπαρίσσι, πόσο εγώ σου μοιάζω
στη θέληση, στ’ ανάστημα, στη μοίρα!
Στον κορμό σου ακουμπώντας λογαριάζω
το σύμβολο που από σένα πήρα∙
και μαζί σου προς το άπειρο γαλάζιο
υψώνεται του στήθους μου η πλημμύρα,
σαν του φωτός το θρίαμβο στη μέρα,
βουβή και σιωπηλή καθώς φοβέρα.
* Εωσφόρος, ο: ο αρχηγός των αγγέλων που εξέπεσαν
από τον Παράδεισο, ο Διάβολος, ο Σατανάς
* ολύμπιος: που χαρακτηρίζεται από επιβλητικότητα και
μεγαλείο (όπως ταιριάζει σε θεό)
* γλαυκός: αστραφτερά γαλάζιος, γαλανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου