ΔΟΚΙΜΟΣ
Οι άλλοι γύρευαν τον ήλιο
Εκούσιοι αιχμάλωτοι της θαλπωρής του.
Αυτός αναζητούσε την ομίχλη
Και τη σκοτεινή της ελευθερία.
Έλεγε-
Αυτό το φως πού κατεβαίνει από ψηλά
Αυτό το φως που ποταμίζει προς το σκότος
Δεν είναι για μάς.
Είναι γι’ αυτούς
Πού κρατούν στο ένα χέρι
Το εκμηδενισμένο βάρος της Τροίας
Και στο άλλο
Το χαμόγελο το υγρό του Αστυάνακτα.
Είναι γι’ αυτούς που έχουν τελειώσει την προσευχή
Και είναι έτοιμοι πια για να πεθάνουν.
Εκούσιοι αιχμάλωτοι της θαλπωρής του.
Αυτός αναζητούσε την ομίχλη
Και τη σκοτεινή της ελευθερία.
Έλεγε-
Αυτό το φως πού κατεβαίνει από ψηλά
Αυτό το φως που ποταμίζει προς το σκότος
Δεν είναι για μάς.
Είναι γι’ αυτούς
Πού κρατούν στο ένα χέρι
Το εκμηδενισμένο βάρος της Τροίας
Και στο άλλο
Το χαμόγελο το υγρό του Αστυάνακτα.
Είναι γι’ αυτούς που έχουν τελειώσει την προσευχή
Και είναι έτοιμοι πια για να πεθάνουν.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ένα ποτάμι κουρασμένο
Που έχασε το δρόμο του
Μες στους κορμούς των δέντρων
Και ξενυχτάει παγωμένο
Μες στο δάσος
Η ζωή τους.
Που έχασε το δρόμο του
Μες στους κορμούς των δέντρων
Και ξενυχτάει παγωμένο
Μες στο δάσος
Η ζωή τους.
Η ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ
Όταν επιτέλους κλείσουν τα μάτια των αγγέλων
Και οί φλόγες της ρομφαίας κοιμηθούν
Ο ποιητής που σ’ όλο τούτο το διάστημα άγρυπνα
Ντύνεται τη στολή του κλέφτη.
Δρασκελά το κατώφλι
Και επιδίδεται στο δυσχερές
Και ανόσιο έργο του.
Επιστρέφει όμως
Την όραση έχοντας εμπλουτισμένη
Από το σχήμα και το χρώμα των πραγμάτων.
Ευδαίμων μέσα στην άβυσσο της αγνωσίας του
Χαμογελά
Καθώς μια καλή οικοδέσποινα
Πού στιλβώνει ένα χάλκινο σκεύος.
Και οί φλόγες της ρομφαίας κοιμηθούν
Ο ποιητής που σ’ όλο τούτο το διάστημα άγρυπνα
Ντύνεται τη στολή του κλέφτη.
Δρασκελά το κατώφλι
Και επιδίδεται στο δυσχερές
Και ανόσιο έργο του.
Επιστρέφει όμως
Την όραση έχοντας εμπλουτισμένη
Από το σχήμα και το χρώμα των πραγμάτων.
Ευδαίμων μέσα στην άβυσσο της αγνωσίας του
Χαμογελά
Καθώς μια καλή οικοδέσποινα
Πού στιλβώνει ένα χάλκινο σκεύος.
ΔΑΜΙΑΝΟΣ
Το χαμόγελο τούτο είναι οικείο
Το γνωρίζω
Το χαμόγελο τούτο είναι το δικό μας χαμόγελο.
Λησμονημένο σε συντρίμματα ήμερων
Εγκαταλελειμμένο σε κάποια αγορά, κάποιες πλατείες
Μέσα σε τόση πάλη για να φτάσουμε ως εδώ.
Σε τόσους συμβιβασμούς τόσες υποχωρήσεις
Για να μπορέσουμε να χαμηλώσουμε τις κραυγές της μοίρας μας.
Το χαμόγελο τούτο είναι το δικό μας χαμόγελο
Κι επιστρέφει και πάλι σ’ εμάς
Ύστερα από μια περιπλάνηση
Αλλά γράφεται στο πρόσωπο του παιδιού.
Το γνωρίζω
Το χαμόγελο τούτο είναι το δικό μας χαμόγελο.
Λησμονημένο σε συντρίμματα ήμερων
Εγκαταλελειμμένο σε κάποια αγορά, κάποιες πλατείες
Μέσα σε τόση πάλη για να φτάσουμε ως εδώ.
Σε τόσους συμβιβασμούς τόσες υποχωρήσεις
Για να μπορέσουμε να χαμηλώσουμε τις κραυγές της μοίρας μας.
Το χαμόγελο τούτο είναι το δικό μας χαμόγελο
Κι επιστρέφει και πάλι σ’ εμάς
Ύστερα από μια περιπλάνηση
Αλλά γράφεται στο πρόσωπο του παιδιού.
H REBECCA JESSIE ΣΤΟΝ ΑΔΗ
Ο κάτω κόσμος αν δεν έκλεβε
Για μια στιγμή μονάχα
Το φως του απάνω κόσμου
Αν δεν δανειζόταν την αυτοκρατορική χλαμύδα της νυχτός
Προ πάντων αν δεν άνθιζε εκείνο το χαμόγελο
Στα χείλη της αβύσσου
Δεν θ’ αντηχούσε με χαρά το πρώτο βήμα
Μέσα στις κάμαρες
Όπου το σκότος το πικρό
Μετρά το Χρόνο.
Για μια στιγμή μονάχα
Το φως του απάνω κόσμου
Αν δεν δανειζόταν την αυτοκρατορική χλαμύδα της νυχτός
Προ πάντων αν δεν άνθιζε εκείνο το χαμόγελο
Στα χείλη της αβύσσου
Δεν θ’ αντηχούσε με χαρά το πρώτο βήμα
Μέσα στις κάμαρες
Όπου το σκότος το πικρό
Μετρά το Χρόνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου