Όλη τη νύχτα η πολιτεία βογγούσε ασταμάτητα
τα τροχοφόρα περιφέρονταν στους έρημους δρόμους
τα πουλιά κρύβονταν τρομαγμένα στις στέγες
τυλιγμένα σε κατακρεουργημένα σύννεφα
μια γυναίκα γύριζε στις καπνισμένες πλατείες στα στενά
φωνάζοντας εφιαλτικά ονόματα
Γιώργο Μιχάλη Λοϊζο
όλα τα παιδιά φευγάτα
στους τοίχους μόνο τ' αποτυπώματά τους
ήλθες και μού 'πες
τι κάθεσαι εδώ, τι περιμένεις επιτέλους;
εγώ ακουμπισμένος στα γόνατά σου να κλαίω
ύστερα πλάκωσαν οι παρελάσεις
οι φιλαρμονικές τα εμβατήρια
οι επίσημοι στις εξέδρες
χαιρετούσαν όλοι μ' ένα παράξενο τρόπο
τα διερχόμενα λάβαρα τα εορτάζοντα πλήθη
ζητωκραύγαζαν ανεμίζοντας σεντόνια καπνούς
τα παιδιά ξυπνούσαν νωρίς για το εωθινό
τριγύριζαν παντού χωρίς να ξέρουν
για το φόρεμά σου που ξεχάστηκε στη θάλασσα
για τα μαλλιά σου που ανεμίζαν την επερχόμενη βροχή
για το πρόσωπό σου που επέμενε ακόμα
σ' ένα θλιβερό πένθιμο σκοπό.
τα τροχοφόρα περιφέρονταν στους έρημους δρόμους
τα πουλιά κρύβονταν τρομαγμένα στις στέγες
τυλιγμένα σε κατακρεουργημένα σύννεφα
μια γυναίκα γύριζε στις καπνισμένες πλατείες στα στενά
φωνάζοντας εφιαλτικά ονόματα
Γιώργο Μιχάλη Λοϊζο
όλα τα παιδιά φευγάτα
στους τοίχους μόνο τ' αποτυπώματά τους
ήλθες και μού 'πες
τι κάθεσαι εδώ, τι περιμένεις επιτέλους;
εγώ ακουμπισμένος στα γόνατά σου να κλαίω
ύστερα πλάκωσαν οι παρελάσεις
οι φιλαρμονικές τα εμβατήρια
οι επίσημοι στις εξέδρες
χαιρετούσαν όλοι μ' ένα παράξενο τρόπο
τα διερχόμενα λάβαρα τα εορτάζοντα πλήθη
ζητωκραύγαζαν ανεμίζοντας σεντόνια καπνούς
τα παιδιά ξυπνούσαν νωρίς για το εωθινό
τριγύριζαν παντού χωρίς να ξέρουν
για το φόρεμά σου που ξεχάστηκε στη θάλασσα
για τα μαλλιά σου που ανεμίζαν την επερχόμενη βροχή
για το πρόσωπό σου που επέμενε ακόμα
σ' ένα θλιβερό πένθιμο σκοπό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου