Το βροχερό βαγόνι: Ποιητική Συλλογή της Δάφνης Νικήτα (εκδόσεις :Το Ροδακιό, 2007)
ΤΟ ΒΡΟΧΕΡΟ ΒΑΓΟΝΙ
Βρέχει
καθώς το
ξύλινο βαγόνι
χαράζει τις γραμμές
Από το ανοιχτό παράθυρο
σε βλέπω να κρεμάς κλωστές
από τον ουρανό
και στην άκρη τους
το χαμόγελό σου.
ΣΑΝ ΑΓΚΑΘΙ
Χωρίς εσένα
μέσα σε κοιλιά
γεμάτη λόγια
το αγκάθι
δε μ' αφήνει
να χαρώ
της μέρας
τα κρυμμένα
ΒΡΑΔΙΝΗ ΕΞΟΔΟΣ
Απόψε
λέω
να σ' επισκεφθώ
έντυσα λοιπόν
με χρώμα τα μαλλιά
κτένισα τα ρούχα
και περπάτησα μέχρι
την πόρτα σου
Τότε
ακούω μια φωνή
-ακούω τη φωνή σου-
που ανέβηκε
στη στέγη
μ' ένα σύννεφο
στη μέση
να πει ένα τραγούδι
ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΠΟΥ ΠΑΓΩΣΕ
Το νερό
είναι κρύο
γι αυτό λέω να μπω
σ΄ αυτό το αναποδογυρισμένο
καρυδότσουφλο που βρήκα
στο τέλος του παλιού παραμυθιού
- αυτό που φεύγει μακριά -
Από τότε γυρνάω
μαζί του σε κύκλους
μέσα σ΄ ένα ποτήρι
παγωμένη βροχή.
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ ΑΠΟ ΖΑΧΑΡΗ
Κρύβω στις τσέπες
τριαντάφυλλα από ζάχαρη
και περπατώ στους ζεστούς
διαδρόμους του
κόκκινου λαβύρινθου
- Ακούω τα βήματά σου –
Η γυναίκα με το διάφανο φόρεμα
ισορροπεί στις άκρες των δακτύλων της
καθώς ένας άντρας με κεφάλι αλόγου
και ξερά χόρτα στο χέρι
υποκλίνεται με χάρη μπροστά της
Βγαίνω σε ξέφωτο
γεμάτο μυρωδιές από παραμύθια ξεχασμένα
στον πάτο της λίμνης με τα χιλιάδες νούφαρα
Τι κάνουν τα πράσινα μικρά ποντίκια με τα ξωτικά;
- Ακούω τα βήματα σου –
Ψάχνω να βρω τη γυναίκα
αυτή με τα λευκά πέταλα στο μέτωπο
να τεντώνει πάνω σε στρώμα που γράφει
σ’ αγαπώ
το ατροφικό κορμί της.
Στο τέλος ανοίγω την κόκκινη πόρτα
και τότε ξαφνικά
ο καθρέφτης –
ΦΛΑΟΥΤΟ ΑΠΟ ΚΡΥΣΤΑΛΛΟ
Τα μεσάνυκτα
η πνοή ενός φλάουτου
ζωντανεύει τη μορφή σου
σε σκηνή
σκοτεινή.
Χορεύεις μαζί με τις
μαύρες φιγούρες
αυτές που ταξίδευσαν
μαζί σου
πάνω απ’ τον ωκεανό.
Χωρίς οίκτο τα πόδια
και τα χέρια κτυπάνε τον τοίχο
οι ήχοι των χρόνων που πέρασαν παντού –
τινάζω το κορμί να σε αγγίξω
και όμως σαν ψέματα
από ψηλά κατεβαίνουν
με δύναμη αναμένα κρύσταλλα
και απλώνονται
σαν μικρές φωτιές
που καίνε
τα πάντα.
ΜΑΡΤΗΣ ΤΟΥ 41’
Πίσω από
σκιές και αινίγματα
πλάι στη μεγάλη γέφυρα
της κρύας πολιτείας
σε λευκό κουρέλι
βρήκα το σκονισμένο βιβλίο
Μάρτης του 41’, έγραφε
χαρισμένο για τα δέκα σου χρόνια
κι έτσι έμαθα
κρυφά και σιωπηλά
πως χρόνια πολλά πριν
γνώρισες όπως και γω
όλα τα θλιμμένα μυστικά
που ξέμειναν στις ρωγμές
του κόκκινου σπιτιού
εκεί που αρχίζει το ποτάμι
στο πίσω ράφι
της ξύλινης
βιβλιοθήκης.
ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ ΕΠΟΧΗΣ
Και ξαφνικά
φτερά λευκά παντού
φωνές και δάκρυα
από το κρύο πάτωμα
για την νύκτα που έρχεται
αργά σαν άστρο
που δεν πέφτει ποτέ
στους υγρούς δρόμους
του βορρά η γυναίκα
με το κεντημένο φόρεμα ακόμη
ψάχνει να βρει την μορφή
του χθεσινού ονείρου.
Χάνεται σε μέρος σκοτεινό
με θόρυβο από μηχανές
και ανθρώπους
φτερά λευκά παντού.
Κανείς δεν την γυρεύει
κι όμως την αγαπούν
σαν πορτραίτο εποχής
φτιαγμένο απ’ το δικό σου χέρι
καθώς μάτια γριάς
καρφώνονται πάνω
στο άψυχο
κορμί της.
ΣΟΦΙΤΑ
Το φεγγάρι είναι
κιόλας εφτά ημερών
έλα,
στην επιφάνεια της λίμνης
βλέπω αυτά που ζητάς
μην αργείς γιατί κόκκινες μικρές
πεταλούδες βάφουν το νερό.
Στην Οσάκα σε περιμένουν
κοιτώντας τον ουρανό
ενώ εσύ ερωτεύεσαι
κρυμμένη στο βάθος
της στενής σοφίτας.
Πάνω σε ζεστό χαλί
ονόματα εραστών που κουβαλάς
απ’ τις γκρίζες πολιτείες της Δύσης
σε κρατούν ζωντανή
τα βράδια.
Σε είδα να φεύγεις νωρίς
κρατώντας αγκαλιά το
παγωμένο σώμα του
χθεσινού φεγγαριού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου