Τετάρτη 6 Ιουνίου 2018

ΧΡΥΣΑ ΨΩΜΙΑ / Ιωσηφίδης Ιωσήφ


Λάτρευε τον χρυσό ο Πύθης, μέχρι τρέλας,
έκτισε βίλα στα μεταλλεία να τον ζει από κοντά, 
ας του ’λεγαν οι σοφοί, ‘χρυσός μόνο η παιδεία’.
Μα η εξουσία είναι τροχός. Επελαύνει ο Ξέρξης,
σφάζει τον γιο του που θα τον γηροκομούσε,
παίρνει μαζί του στον πόλεμο τους άλλους δυο.
Τότε η βασίλισσα τού έφτιαξε χρυσά ψωμιά,
κι αυτός είδε την αξία του νόστιμου ψωμιού,
του νερού, του κάθε περιφρονημένου απλού∙
η τιμή κερδίζεται, αβέβαιο ό,τι σου δωρίζεται.
Κι έδωσε στη γυναίκα το σκήπτρο, έφτιαξε τάφο
μακριά κι ένα ρυάκι να ρέει απ' το παλάτι ως εκεί,
εντολή έδωσε να του στέλλουν ψωμί με σχεδία
κι έκατσε εκεί ασκητής μέχρις ότου αποδημήσει.
Στην κηδεία δεν ήρθαν χρυσοχόοι, χρυσομανείς,
ούτε μετέχοντες ή αμέτοχοι, αθώοι ή πονηροί.
Τα πουλιά σκάλιζαν το χώμα και το ανέμιζαν,
η σκόνη μες στο φως φάνταζε χρυσόσκονη
ενώ στο ρυάκι επέπλεαν ψωμιά ανέγγιχτα
και ριγμένος ένας χαλασμένος αχυράνθρωπος.
Ο Πύθης, ανώνυμος, αχειροκρότητος στο χώμα
μα αυτό ευωδίαζε και σάλευε, για άγνωστο λόγο !
.

Από την ανέκδοτη Ποιητική Συλλογή «ΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ ΚΟΡΗ»
© ΙωσήφΙωσηφίδης
• Το ποίημα είναι εμπνευσμένο από μια Ιστορία του Πλούταρχου

2 σχόλια:

  1. Ευχαριστώ Δημήτρη Γκόγκα για την ανάρτηση. Το ποίημα είναι εμπνευσμένο από μια ιστορία του Πλούταρχου και έρχεται ν' απαντήσει στην πλεονεξία των ανθρώπων αλλά και των συλλογικών οργάνων (Ταμεία, Δανειστές) που αγνοούν/ ισοπεδώνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα για χάρη του συμφέροντός τους και μόνο

    ΑπάντησηΔιαγραφή