Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2021

Άτιτλο / της Αλεξίας Βίκτωρος


Για να γεράσω φυσιολογικά,
κοίταξε, άνθρωπε,
πόσες μέρες σε έσωνε ο εαυτός σου
ή οι πληγωμένοι του κόσμου,
που για εσένα πληγώθηκαν,
αφού τους πλήγωσες.

Μεταγνώση / Φιλούση Νένα


Εμείς που γεννηθήκαμε κοντά στη θάλασσα
γνωρίζουμε ανάγνωση του κυανού
έχουμε πλήρη επίγνωση του λευκού
μετρήσαμε χιλιάδες φορές τα πράσινα του νερού.
Πρόβλημα έχουμε στο κόκκινο- όχι των άλλων
το δικό μας αίμα
Βάλαμε ένστολους να φυλάνε έξω απ’ το δέρμα μας
αν βγει ή αν χαθεί επί σκοπού
να ξαναγράφεται η ιστορία του
με άλλα επίθετα και προσδιορισμούς
με άλλη διάσταση και αρώματα.
Το σώμα μας στάθηκε σκέτη ταλαιπωρία.

ΠΡΟΣ ΑΓΝΩΣΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗ / Θεοδοσίου - Νικολάου Μαίρη


Ποιός να σου το'λεγε
πως αρχηγοί κρατών
θα χαιρετούσαν με τιμές
τον άκαμπτο ύπνο σου
πρωθυπουργοί θ' ακουμπούσαν
με παγωμένο αδιάφορο χέρι
στεφάνια εις μνήμην
τουρίστες
θα σ'έβγαζαν φωτογραφία
σε ταξίδια αναψυχής.
Ευτυχώς
που τουλάχιστον
τις άπνοες νύχτες του καλοκαιριού
σκουπίζεις νοερά τον ιδρώτα
του εύζωνα
που συντροφεύει τον ταξίδι σου
κι ανταλλάζετε εκείνο το νεύμα
του γνήσιου αμοιβαίου σεβασμού.

Εγκατάλειψη / Γαλανού Αλεξάνδρα


Στην άκρη του δρόμου
στέκει ένα σπίτι.
Φορούσε φράκο κάποτε
με λουστρινένια παπούτσια
άλλης εποχής.
Τώρα ρακένδυτο
κοιμάται συντροφιά
με τους αντίλαλους ζωής
που το προσπέρασε
αφήνοντας αποτυπώματα
ήλιου στα χαλιά.
Στα μισοφαγωμένα του παράθυρα
σφηνόθηκαν κόγχες ψιθύρων,
μυστικών εκμυστηρεύσεων
συγχορδίες.
Κάποια υπολείμματα ποιημάτων
κρέμονται από κουρτίνες κουρελούδες.
Καμιά φορά ακούγονται
τα φτερουγίσματα
αγγέλων χωρίς μάτια
να κτυπούν
στους τοίχους
και τα έπιπλα.
Τα βράδια
την ώρα που η γυναίκα κάθεται
στη βορειοανατολική βεράντα
και νανουρίζει ενοχές της νιότης
που δεν έζησε,
μέσα στη σιωπή
της εγκατάλειψης
απλώνεται αδιόρατη μια μυρωδιά
από ρόδα του κήπου
που επιμένουν.

ΜΙΑ ΑΝΟΙΞΗ ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΜΑΤΙΑ / Τσερκεζής Πέτρος


Στο Μίκη Θεοδωράκη
Εσύ σαν πρωτομάστορας
Πέτρα την πέτρα, τραγούδι το τραγούδι
Χτίζεις και χτίζεις ρίχνοντας πέρα απ’ τα Βαλκάνια
Τις καμάρες για κάποια αόρατα γεφύρια.
Χάραξες κάτι πεντάγραμμα από ηλιαχτίδες
Με νότες που πέταξαν σαν χελιδόνια στον ανοιξιάτικο ουρανό της οικουμένης, να σπρώξουμε πέρα τα νέφη, τους κεραυνούς του μίσους και της εχθρότητας για να μας φέρουν ξαστεριά και γαλανάδα.
Οργώνεις τις απέραντες πεδιάδες της ειρήνης.
Ρίχνεις κάτι τεράστια γεφύρια που κατρακυλάει
πάνω τους η νύχτα να τα γκρεμίσει.
Δεν είναι το γεφύρι της Άρτας, του Δούναβη, ούτε του Ευφράτη,
Είναι κάποια αλλά θεμελιωμένα πέτρα την πέτρα,
Με αγκαλιές αγάπης, δάκρυα πόνου και τύμπανα καρδιάς.
Η μεγάλη καμπάνα από τον μπρούντζο του ήλιου
Σημαίνει Ελευθερία. Τα μάτια υψώνουν πυρφόρους Προμηθέα.
Ενώνονται τα σφυριά, ενώνονται τα χέρια
και το φως της δικαιοσύνης αστράφτει
Για να μεγαλώσουν αυτά τα γεφύρια μέσα στο χρόνο
Θυσιάζοντας στις καμάρες τους όχι τη λυγερή λεβεντονιά
του πρωτομάστορα
Αλλά θεριά μνησικακίας, αλαζονείας και πολέμου,
Για να ξαναγεννηθεί ο ουρανός από τα περιστέρια
Και ο κόσμος της ομορφιάς απ’ τα χαμόγελα της αγάπης.
Σμιλέψαμε στους αιώνες την πέτρα και το μάρμαρο
για τον φωτεινό Παρθενώνα της ψυχής μας!
Έτσι προετοιμάζεις μια άνοιξη για όλα τα μάτια
Πετώντας τα χελιδόνια της καρδιάς σου
στον ουρανό της οικουμένης.
Σπέρνεις τους σπόρους των λουλουδιών και της αγάπης
Για να διώξομε τη λύπη απ’ τον ανθρώπινο βίο.
Έσκισες την καρδιά σου στους μεγάλους αγώνες
Να την κάμεις γάζες για τις πληγές των πονεμένων
Πέρα από τα σκοτάδια της φυλακής και τα σύνορα
Ν’ αναβλύσουν τα δροσερά πηγάδια της Ελευθερίας.
Πάνω από τις πρωτεύουσες του κόσμου
Επεκτείνεται το πεντάγραμμο της ελπίδας
Πάνω στις παγκόσμιες σκηνές το μαγικό σου ραβδί
Ανθίζει ηλιογέννητα κρινάκια για όλα τα μάτια,
Τ’ αηδόνια σου φτερουγίζουν και μέθυσαν το δάσος
Βουίζουν οι τρικυμισμένες θάλασσες των λαών.
Ρίξε αρχιμάστορα, ακόμα πιο πέρα τα γεφύρια στο μέλλον!
Να χιονίσουν τα δέντρα άνθη για την Ειρήνη,
Να δακρύσουν τα μάτια μόνο για ρόδα αρραβώνων,
χαράς και καλοσύνης
Για να φτιάξομε το νέο γαλαξία της Λευτεριάς.
Γεια σου, Μίκη!
Αργυρόκαστρο, 1987
ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ
Από τη συλλογή: «ΟΙ ΛΗΣΤΕΣ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ»

Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2021

ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ/ Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 


Αφήστε το να κλωσήσει μέσα σας·

ξέρει αυτό το δρόμο του.

Θα τρομάξετε από το πλήθος των πουλιών

που αίφνης θα ξεπεταχτούν από μέσα σας !

ΠΟΙΗΜΑ ΕΝ ΣΠΟΥΔΗ / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

                      

Κακόμοιροι! Η γατούλα που τόσο επιπόλαια παίζετε μαζί της

είναι αυτή που θα σας ξεσκίσει αύριο με τα νύχια της ,

για την αφόρητη επιπολαιότητά σας να την πάρετε για

γατούλα σαλονιού!

ΟΠΕΡ ΕΔΕΙ ΔΕΙΞΑΙ / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 


Παραμερήστε το  ‘’έδει ‘’ και ευθύς αμέσως

το πρόβλημα λύνεται .

Αποδεικύεις ακόμα και το αναπόδεικτο .

Ο ΠΗΓΑΣΟΣ / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 
                    
Να καβαλήσω τον Πήγασο
 να δείτε τη γη να φεύγει κάτω από τα πόδια μου .
 Τότε θα καταλάβετε τι σόι άλογο είναι ο Πήγασος
 και από ποιας πηγής  τα νερά ξεδιψάει !

ΜΟΥΡΟΦΥΛΛΟ Ή ΜΕΤΑΞΕΝΙΑ ΚΛΩΣΤΗ / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

               

Μπορείτε να γίνετε μουρόφυλλο;

Τότε δοκιμάστε την τύχη σας .

Κάποτε μπορείτε να γίνετε μεταξένια κλωστή,

να κρεμαστείτε από πάνω της!

H ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΕΝΟΣ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ Ή ΠΩΣ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΕΓΓΡΑΦΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

   

Και ακόμα δεν ξεκινήσαμε!

Να με δείτε να αλλάζω μορφή,

να αρχίσω να βγάζω δόντια,

να γίνομαι τέλειο σαρκοφάγο

τέλειο αιμοβόρο , να αρχίσω να τρώω τις σάρκες σου ,

να αρχίσω να πίνω το αίμα σου, κτήτωρ και κτήμα εν ταυτώ

αδιαχώριστοι για πάντα.

Ποίημα και ποιητής το ανολοκλήρωτο ολοκλήρωμα .         

 

 

Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2021

Δον Κιχώτης / Πούλλος Ανδρέας του Χρίστου

 

                       

 


Τρελέ ,θεότρελε ιππότη ,

καλύτερα να κυνηγάς τ’ άπιαστο και ανέφικτο ,

παρά να σκουριάζεις , φυγοκεντρώντας τις μέρες σου

στον μύλο μιας άχρηστης καθημερινότητας .

Τρελέ , θεότρελε ιππότη ,

μη σταματάς να τρέχεις πίσω από το απραγματοποίητο

κι άσε τους προσγειωμένους εμάς , να σε περιγελούν

για την επιμονή σου να βλέπεις αδιόρατα φτερά

πάνω από τους ώμους ειρηνικών τετραπόδων ,

π’ αδυνατούν να φανταστούν τον εαυτό τους υψιπετή Πήγασο .

Τρελέ , θεότρελε ιππότη ,

κράτα αποστάσεις από τους κύκλους

των συνοφρυομένων πολυπραγμονούντων˙

άσ’ τους να κερδίζουν τα προς το ζην ,

χάνοντας τ’ αληθώς ζην.

Τρελέ ,θεότρελε ιππότη ,

δεν έχω αμφιβολία, εσύ θα γελάσεις τελευταίος,

όταν όλοι  εμείς, που σε χρησιμοποιούσαμε σαν γελωτοποιό,

θα περνούμε από μπροστά σου με κατεβασμένο το κεφάλι ,

την όψη χαμένη σε σκοτεινούς συλλογισμούς ,

τα μάτια βυθισμένα σε πρόσκαιρους υπολογισμούς ,

μετρώντας αενάως τα  <<συν>> και   <<πλην>> τους ,

αενάως ζυγιάζοντας το βάρος

από τα καταγεγραμμένα <<συν >> και  <<πλην>> τους.

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ <<ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΝΑΤΟΜΙΚΗΣ >>

ΠΟΙΗΜΑΤΑ   ΕΚΔΟΣΗ : 2012

 

 

Κυριακή 29 Αυγούστου 2021

Νοσταλγία / Παχνιώτου Ιουλία


Νοσταλγοί στιγμών, χρωμάτων, ήχων
αναδομούν επαίτες την ψυχή
βηματισμοί σε ονείρου γνώριμα ίχνη.
Μέρες αναβιούν, νότες κι αρώματα!
Παιδιά που αδράξανε στα χέρια τους τη μοίρα,
δέντρα που ο ήλιος τα κανάκιεψε
κι ίδρος χωρίς φειδώ τα λίπανε.
Εστίες ερωτικές, κάστρα που αλώθηκαν
νοσταλγικά αναμένουν!
Πόνος, ρουτίνα,ευτυχία, θάνατος
σε νοερές ατραπούς συμποσούνται!
Οικείος ο αγέρας ζωογονεί,
το κύμα λικνίζει τη βαθυγάλαζη άρμη του
κι η γη στέλλει αδημονίας μηνύματα.
Φωταψίας δίνη χειραγωγεί η σελήνη.
Άνασσα η μνήμη, έργου υψηλού
επιλαμβάνεται.
Σε θρόνο περασμένο αναρριχάται,
μεγέθη απόλυτων στιγμών εναγκαλίζεται.
Τη λήθη πτεροφόρα καταλείπει
και προσγειούται ολόγυμνη
σε άβατο απατηλής γαλήνης,
στο πλήθος της ερήμου της
με σχήμα έξωθεν επιβαλλόμενο, τυραννικό.

Δευτέρα 23 Αυγούστου 2021

ΜΑΛΑΛΑ / Γιατρός Πανίκος

 



Μαλάλα δεν σε γνώρισα, τζι’ ούτε ποττέ μου σ’ είδα
Μα που καρκιάς σ’ ευκαριστώ, γιατί μου δκιάς ελπίδα
Εκάμα σου τα κάστια, ιδέες να προδώσεις
Μο’ πλάστης ελυπήθεί μας, έθελεν να γλυτώσεις
Τζι’ αντί στον χάρον σέ πεψεν, μάθημα να μας δώσεις
Που τούτον τον κατήφορο, που πιάμε να μας σώσεις

Τζιαι γειώνει που επίστευκα, οι νέοι εν φελούσειν
Τζιαι θέλουν μόνον να γλεντούν, τζιαι να καλοπερνούσειν
Κοίταξε ήντα μάθημαν, σήμερα μου διούσειν
Ήρτες εσούνει κόρη μου, τα μμάτια να μ’ ανοίξεις
Πως είσαστεν καλλίτεροι, οι νέοι να μας δήξεις

Βοήθα οι ιδέες της, πλάστη μου για να λάμψουν
Τζι’ οι νέοι ούλλοι πας την γην, τον δρόμο να χαράξουν
Πέρκι τζιαι καταφέρουσειν, τα πράματα τζι’ αλλάξουν
Τζιαι κόσμο πιο καλλίτερον, που λλόου μας να φτιάξουν

Τζιαι μείς που γρόνια κάμποσα, στην ράσιη κουβαλούμε
Ν’ ανοίξουμεν τα μμάτια μας, τζιαι να παραδεχτούμε
Πως μ’ έτσι νούν που πάμεντε, εν να αφανιστούμε
Γι’ αυτόν παντού ξεριζωμούς, τζιαι σκοτωμούς θωρούμε
Πρέπει σε σας τους νέους μας, συγνώμη να σας πούμε
Τζιαι να σταθούμεν πόμακρα, να παρακολουθούμε
Τζιαι που τα βάθη της ψυσιής, ευτζιές να σας διούμε
Αν θέλουμεν καλλίτερον, τον κόσμον να τον δούμε ....

ΕΚΑΛΕΣΕ Μ’ Ο ΠΛΑΣΤΗΣ ΜΟΥ / Γιατρός Πανίκος



Εψές εθώρουν Όρομαν , άκου τζιαι σου πελλάραν
Όσον τζιαι φυλλοκάμμισα , ακούω μιαν φωνάραν
Δεικλώ θωρώ ναν’ άγγελον , που κούμπαν πας τ’ αρμάρι
Λαλεί μου ξύπνα Παναή , τζι’ έχω για σεν χαπάρι
Ο πλάστης μας εθέλησεν , κοντά του να σε πάρει

Άτε λαλεί μου τάρασσε , μαζί να πάμε πάνω
Λαλώ του σοβαρό μιλάς , Τώρα εν να πεθάνω ;
Να μεν φοάσαι τίποτε , τζιαι ένθεν να πεθάνεις
Κάτι γρειάστειν ο θεός , τζιαι θέλει να του κάμεις

Λαλώ του πεμού σοβαρά , μεν τζι’ ήρτες να με πάρεις
Τζιαι φέρνεις τα πογυριστά , όσον να με καλάρεις ;
Εν να σου πω το μυστικό , μα μεν με μολοήσεις
Κάμνει ναν ππάρτιν ο θεός , θέλει να βοηθήσεις

Δεν ξέρω λεπτομέρειες , μ’ άκουσα να λαλούσειν
Θέλει να κτίση θέατρον , τζιηνούρκον για να βκούσειν
Ούλλοι παλιοί οι ποιητές , παράδεισο που ζιούσειν
Τζι’ ούλλοι τους πόναν ποίημαν , να γράψουν τζιαι να πούσειν

Λαλώ του τουν τα λόγια σου , γρουσάφιν εν π’ αξίζουν
Τζι΄ αφού στην γην σαν ποιητήν , δεν με υπολογίζουν
Φεύκουμεν πάμε γλύορα , τζιη που μ’ αναγνωρίζουν
Τζι’ άρκεψα τζιαι εσκεφτόμουν , παράδεισο πριν φτάσω
Την τζιεφαλήν μου έσπαζα , τες λέξεις να ταιρκάσω
Του πλάστη έναν ποίημαν , να πω να καλοπιάσω

Αμαν τζιαι φτάσαμε τζιαμε , επήα κουρδισμένος
Λαλώ του πλάστη μου καλέ , είμαι τζιαι κουρασμένος
Μα πο πεψες τζιαι φέραμε , νιώθω συγκινημένος
Τζι’ ευφκαριστώ που μέ τάξες , στους ποιητές το γένος

Μόνον εσού επρόσεξες , ταλέντον έχω μίαλο
Τζιαι θέλησες στους ποιητές , τ’ όνομα μου να βάλω

Εγύρισεν στον Άγγελον , έτσι απορημένος
Τζιαι φένετουν μου μάλιστα , τζιαι νάκκον θυμωμένος
Λαλεί του που τον έπιανες , με τζι’ ήτουν μεθυσμένος
Γι’ άντα ταλέντο μου λαλεί , οξα εν ταραμένος ;

Μήπως τζιοιμάσαι τέκνο μου , τζι’ ακόμα ροχαλίζεις
Το χάρισμα που σου δώκα , Πανίκο να γνωρίζεις
Έννεν πάνω στην ποίηση , μαν μόνον για να κτίζεις
Παραίτα που την ποίηση , τζιαι μεν την βασανίζεις

Έτο ποτζιεί το φτυάρι σου , την λάσπην να γυρίζεις
Έσιει τζιαι Μιστράν τζιαι μυστρί , τζιαι πιάστα για να κτίζεις
Τζιαι να χαρείς για ποίηση , τον κόσμον μεν ζαλίζεις
Τζιαι θυμωμένος μιαν φατσιάν , φακκά του τραπεζιού τού
Τζιαι ευτυχώς εξύπνησα , γιατ’ όρομαν εν που τού ….