Ντυμένη ρούχα
ακριβά και πρόστυχα
η εταίρα Φρύνη με
το επιτήδειο όνομα
και το αδευτέρωτο
κορμί προσήλθε
για να δικαστεί
για τ' άνομα όργια της.
Μα ο Υπερείδης,
σοφιστής και τρόφιμος
στα κάλλη της, σαν
είδε πως στα λόγια
πήγαινε τη δική να
τη χάσει, της ξέσκισε
τα ρούχα ξαφνικά
κι απρόσμενα
αφήνοντας γυμνό το
θεϊκό της σώμα.
Κι οι δικαστές που
δέχτηκαν απότομα
την τόση ομορφιά,
εκστατικοί και κάθιδροι
και αποκαμωμένοι,
δεν τόλμησαν
να την
καταδικάσουν. Ένα τέτοιο σώμα
σκέφτηκαν ας έχει
τον δικαίωμα
στην πιο φριχτή
αμαρτία.
Μόνο που ύστερα,
σαν γύρισαν σ' αυτό
που ήσαν, θέσπισαν
νόμο, αυστηρό κι απάνθρωπο
που έλεγε πως πια
κανείς κατηγορούμενος
να μην μπορεί στη
δίκη του μπροστά να είναι.
Κι είναι από τότε
που οι δικαστές
αναίσθητοι και
απαθείς κι ανεπηρέαστοι
απ' τη μορφή της
φύσης, το νόμο τους
τον τεχνητό με
πάθος εφαρμόζουν.
Ποιητική Συλλογή: Σ' όνειρο η πατρίδα, Πλανόδιον, Αθήνα, 1998
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου