Αέρηδες θωπεύουν αμπελώνες
στου Μοριά τη φθινοπωρινή γη
διαβάτης κι εγώ
μες σε καιρούς διακόσιους
αναπνέω τ’ ουρανού την απλοχεριά
και ξεκλειδώνω κρασοπατητήρι
στου μοναστηριού τ’ οχυρό,
κρασοκανάτι με προϋπαντεί
γεμάτο κι αδειανό
που του δωματίου την ιδιαιτερότητα τονίζει,
πλαταίνω κάθε γουλιά στα χείλια μου
κι ακούω τον καλόγερο παραδίπλα
να σημαίνει συναξάρια νικηφόρα στην πρώτη μου γουλιά,
στη δεύτερη οσφραίνομαι προκηρύξεις που υπνώττουν
σε χώματα λεμονανθών π’ αειθάλλουν έξω στο περιβόλι,
στην τρίτη συγχωρώ τις ανορθογραφίες
και ράβω, συλλαβίζω και σηκώνω λάβαρα
που κρατάνε επετείους σ’ αέναη περιφορά,
στην τέταρτη υποκλίνομαι σε χοροστασία άυλη
που ορίζουν νησιώτες, στεριανοί και στρατηγοί
σε μνημόσυνα πασχαλιάτικα λευκά
κι ακούω θούριους τονισμένους σε μέλη βυζαντινά,
απαγγέλω απομνημονεύματα,
πορεύομαι σε πηδάλια σταυρωμένης θυσίας
σε κρησφύγετα αιγαιοπελαγίτικα
που αναπνέουν μυρτιές, θυμάρι και λιβάνισμα
ανασταίνομαι σ ’αγάπες περασμένες,
πιο νέες κι απ’ τις καινούριες,
μεθάω, σηκώνομαι
και γράφω στα καθεχρονικά επισκεπτήρια
"Χαίρε, ελευθερωμένη!"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου