Της φόρεσε το δακτυλίδι απαλά
με μια λεπτότητα που πρώτη φορά
παρατηρούσε στις κινήσεις του.
με μια λεπτότητα που πρώτη φορά
παρατηρούσε στις κινήσεις του.
Ύστερα πήρε απ’ τη συγκατάβαση του φεγγαριού
όλη τη φαντασία που πρόσφερε ή στιγμή
κι έφτιαξε τα μεγάλα λόγια.
Εκείνη δάκρυσε.
όλη τη φαντασία που πρόσφερε ή στιγμή
κι έφτιαξε τα μεγάλα λόγια.
Εκείνη δάκρυσε.
Πέρασαν πολλές ώρες έτσι μαζί,
ώσπου ο άνεμος έσβησε τα κεριά
και τραβήχτηκαν μέσα.
ώσπου ο άνεμος έσβησε τα κεριά
και τραβήχτηκαν μέσα.
Αυτός ακόμα θυμάται
πως ξαφνικά σκλήρυναν τα χέρια του
πως όλη τη νύχτα δεν την άγγιξε διόλου
μην και νιώσει τον αφέντη
που γεννήθηκε μέσα του.
πως ξαφνικά σκλήρυναν τα χέρια του
πως όλη τη νύχτα δεν την άγγιξε διόλου
μην και νιώσει τον αφέντη
που γεννήθηκε μέσα του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου