Μια Κύπρος στέκει πας τη γην
Ούλους τζιαι να μας θάψουν
Εμείς πονούμεν τούντη γη
Όποιαν μερκάν τζι αν κάψουν
Θέλουμεν την ελεύθερη
Εν της ψυσιής λαχτάρα
Τζιαι κρούζουμεν τζι εμείς μαζί
Σαν κρούζει η Καντάρα...
Βρόμισε σάρκα η σκόνη
και αίμα η γη,
έδαφος
με δώματα
απέθαντων.
Κάνεις δεν πεθαίνει.
Κάνεις δε ζει, όπως άρχισε να βιώνει.
Είχα να καπνίσω το ίνδαλμά μας στον ήλιο.
Βαφτίστηκα, μπογιατίστηκα και νέγρα
παραπονιόμουν για την ποιότητα της θέρμης.
Ο έρωτας εν αθασιά,αθάνατα μυρίζει
Με τόν αέρα που φυσά Κοφκει την γην εις τα μισά Τον κόσμον τον γυρίζει Τζεινοι καρποί που εννα φκουν ωραίοι,μυροδατοι Που το χωρκό σου αν ιφκείς Δοτζιμασε Τζιαι εννα δεις Πων ομορκιά γεμάτοι Έσιει τζιαιρο που σαν αττεί,άξξιππα μαρανισκει Εν αδρωπος που καρτερεί Ώσπου να τού'ρτει το γυρίν Τζιαι το σπορίν του βρίσκει