Τρίτη 16 Απριλίου 2019

[αραες που τζιηδκιαζουσιν] / Τρίγγης Κώστας

αραες που τζιηδκιαζουσιν
την νυκτα οι οσσιες μας
που ππεφτουν για να πνασουσιν
περκιμον τζι ησυχασουσιν
στον αδην οι ψυσιες μας
τοσες ψυσιες συναμενες
σγιαν του ουρανου τ στερκα
π ο χαρωντας κουβαλησεν
με τα δικα του σιερκα
ψυσιες που τες εσορωψεν
στο δκιαβα τζιαι στον χρονο
τζι αφηννε παντα πισω του
την λυπη τζιαι τον πονο
καθε φορα που δκιαλλασεν
στη γη περιπατουσεν
διχα να δειχνη ελεος
τον θανατο σκορπουσεν
μιτε μιτσιους αγνωριζεν
με γερους με σκαπουλλους
μιτε αρκωντους για φτωχους
αφεντες μα με δουλους
το καθε πλασμαν εις την γη
εσιη την σταλαμην του
δκιατου θεου του την ψυσιη
στο χωμα το κορμιν του
εσιη δικον του ριζικον
μοιρα τζιαι πεπρωμενο
τζιαι το δικον του μερτικον
που το θεον γραμμενο

κωστας τριγγης 
αγιος επικτητος 
κερυνειας

Δευτέρα 15 Απριλίου 2019

ΑΡΓΕΊ / Καϊμακλιώτη Αγγέλα


Ο χρόνος αργά
κυλιόμενη σκάλα
στήνει καρτέρι
τα βουνά διασχίζει
στα κρησφύγετα
Ο αγέρας αργά
ορεσίβιος ήχος
με δόρυ στο χέρι
μυστικά βηματίζει
τον πυρρίχιο
Το χώμα αργά
αρχαία σκουριά
επιτάφιο λημέρι
το αίμα χρυσίζει
ερυθροκαίει
Κι εσύ Γρηγόρη
καλύτερα μην
Καλυτερα μην
ξυπνήσεις ακόμη
αργεί πολύ
Αργεί η Ανάσταση

ΒΙΑΣΥΝΗ / Μαρούλλα Πανάγου


Πόσα αδιάφορα πρόσωπα
περνούν δίπλα σου .
Χωρίς ενα βλέμμα .

Καθ' ένα βιαστικό
να κυνηγάει τον χρόνο .
Κι η ενοχή στο κυνηγητό του
δεν βρίσκει λόγια
Γοργές οι ώρες
προσπερνούν τις στιγμές
αφήνοντας αμύριστα
τ' αγριολούλουδα
Μάταιο το κελαϊδημα
του αηδονιού .
Αυτί δεν αφουγκράζεται
Η βιασύνη προσπερνάει τον ήχο
από το γέλιο του παιδιού
κι η φύση μονάχη ....
αναστενάζει στο τρέξιμό μας
Συνέχεια να κυνηγάμε
την τελευταία ώρα.


Ερωτικό / Άθως Χατζηματθαιου



Χρυσάφι το φεγγάρι απόψε
Στου ουρανού την αγκαλιά 
Κλείνει το μάτι του στ' αστέρια
Κι αυτά του στέλνουνε φιλιά.

Κι εσύ στα μάτια με κοιτάζεις
Γλυκοστενάζει η καρδιά
Μέσα στις φλέβες μου το αίμα
ανάβει γίνεται φωτιά.

Τα χείλη σμήγουν κι οι ανάσες
Σ'ένα χορό ηδονικο
Ψαχνουν να βρουν τ' όνειρό τους
σ' ένα φιλι ερωτικό.


Κάποτε θα΄ρθει... / Ανδρέου Ειρήνη


Καλημέρα, μάς γνέφει ο ήλιος από ψηλά
κι όσα μας είπε το φεγγάρι μυστικά κι ονειρεμένα,
τα πήρε φεύγοντας κι εμείς εδώ στα χαμηλά
μετράμε ήλιους και φεγγάρια κι όνειρα χαμένα...
.
Καλημέρα ,χαμογελάει ο ήλιος από ψηλά
κι ελπίδα στην καρδιά μας ξεχειλά και προσμονή
και λαχταρούμε κάτι άγνωστο και η ζωή κυλά,
μας προσπερνά, μα εμείς το καρτερούμε να φανεί..
Καληνυχτα ...κάπου στο δρόμο θα΄χει ξεχαστεί
με κάποιου άλλου την ψυχή πήγε να παίξει..
Μα που θα πάει,; Κάποτε, λέω, κάποτε θα' ρθεί
και αύριο καινούργια πάλι μέρα θε να φέξει.
Από το βιβλίο  " Φτου μας με αγάπη"

Πέμπτη 11 Απριλίου 2019

Αφροδίτη Οικονόμου (μικρό βιογραφικό)


Η Αφροδίτη Οικονόμου, του γένους Τεύκρου Ανθία γεννήθηκε στην Αμμόχωστο. Είναι παντρεμένη με τον Κώστα Οικονόμου και έχει 2 γιούς. Είναι απόφοιτος του Λυκείου Μακαρίου Γ’ στη Λάρνακα και φοίτησε και για 2 χρόνια στην Αμερικανική Ακαδημία Λάρνακας. Σπούδασε νομικά και δημοσιογραφία. Eργάστηκε στο τμήμα σύνταξης των ειδήσεων του ΡΙΚ, και ως υπεύθυνη του ειδησεογραφικού τμήματος του τοπικού τηλεοπτικού σταθμού VOX TV στη Λάρνακα Ασχολείται με τη ποίηση από τα μαθητικά της χρόνια. Τα πρώτα της ποιήματα δημοσιεύτηκαν στο σχολικό περιοδικού του Λυκείου, όπου φοιτούσε. Έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή. Η δεύτερη ακολουθεί σύντομα. Σήμερα ασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου στη Λάρνακα.

Δευτέρα 8 Απριλίου 2019

" Σκάσματα τζιαί Καψάλια" Ποιητική Συλλογή του Ανδρόνικου Ανδρέα Κατσιαντώνη (αποσπάσματα)

ΘΕΕ ΜΟΥ...


Στην στράταν που παρπάτησες, να φκω να παρπατήσω,
Τζιαι που τα μονοπάθκια σου, να πρόκειται να ρέξω,
Τον πόνον που ετράβηξες, πόμακρα να του ντζιήσω, 
Εν έχω έτσι δύναμιν, χαρκούμαι για ν΄ αντέξω. 

Θεέ μου τούν΄ τα βάσανα, την ώρα που τα πέμπεις,
Θώρηννε που σκορσάρουνται, πολλοί τζι εν τα σηκώνουν,
Αφού εσού ΄σαι ο κριτής, τζιαί πάνω π΄  ούλλα ρέμπεις,
Να τους διας την δύναμην να μπόρουν να τα σώννουν ...

σελ: 29

*

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΜΑΝΑ ΜΟΥ ...

Άμαν στερέψει ο γυαλός,
τζι οι ποταμοί να σβήσουν, 
Οι πόλοι να ξεράνουσιν,
τα σιόνια τους να λύσουν, 

Η μέρα που τα δυτικά,
αυκήν να ξημερώσει, 
Πλάσμα τη πέτραν του Ρωμιού, 
μόνον του να σηκώσει, 

Το σύμπαν να σανταλωθεί, 
στον ήλιον να σιονίσει, 
Να καταφέρει άδρωπος,
τον Χάρον να νικήσει,

Να τρέξει γαίμαν το δεντρόν, 
γρουσάφιν η φουντάνα,
Εν να βρεθεί να σ΄ αγαπά,
περίτου που τη μάνα...

Σελ 47
*


ΜΑΝΑ...

Εν όπως της Αγιάς Σοφκιάς, ολόγρουση καμπάνα, 
Τζιαί σκαλιστήν με την φωθκιάν,
Έτσι την έχω την καρκιάν 
Παντοτινά την μάναν...

Σελ 51

*

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΛΟΙΖΟΥ ΒΑΙΤΗ

Ο Αης Πέτρος που γροικά
Τζιαι τα καλά με τα κακά
Πόψε θα τα ζυάσει, 
Στου παραδείσου την δροσιάν, 
θα βάλει τζιαί την Αθανασιάν
Να νεπαφτεί, να πνάσει...

Σελ 88

*

ΓΝΩΜΙΚΟ 7...

Που την φωθκιάν προσέχετε
Φίλοι, γνωστοί τζιαί ξένοι, 
Γιατ΄ όπου ππέφτει πας την γην, 
Αφήννει μανιχά πληγή
Μαυρογεριμιασμένη...

Σελ 97

" Σκάσματα τζιαί Καψάλια" Παρουσίαση της Ποιητικής συλλογής του Ανδρόνικου Ανδρέα Κατσιαντώνη την 31η Μαρτίου 2019

Η πρώτη ποιητική συλλογή του Λαϊκού Ποιητή Ανδρόνικου Κατσιαντώνη παρουσιάστηκε την 31η Μαρτίου 2019 στην κεντρική αίθουσα του Πολιτιστικού Ομίλου "Βασιλιτζιά" στη Λάρνακα. Πλήθος κόσμου, φίλοι αναγνώστες της λαϊκής ποίηση, γέμισαν ασφυκτικά την αίθουσα. Διοργανωτής το Πολιτιστικό και αθλητικό Σωματείο Μακράσυκας, υποστηριζόμενο από το Κοινοτικό Συμβούλιο.  

Χαιρετισμούς απέδωσαν οι :

  • Πρόεδρος του Σωματείου κος Παναγιώτης Κατσιαντώνης
  • Κοινοτάρχης της Μακράσυκας κος Τάσος Κωνσταντίνου
  • Οι Λαικοί ποιητές: Χαμπής Αχνιώτης και Παντελής Κακολής οι οποίοι και προλόγισαν το βιβλίο
  •  Ο πρώην καθηγητής τέχνης και γυμνασιάρχης Μέσης Εκπαίδευσης κος Λάκης Παπαδάκης, ο οποίος και φιλοτέχνησε το βιβλίο
  • Ο εκπρόσωπος της "παρέας των Ποιητών" κος Γιώργος Φλουρής
Ποιητικές παρεμβάσεις έκαναν οι στενοί φίλοι του ποιητή: Σωτήρης Σιημητράς και Πανίκος Αποστόλου, ενώ λαϊκοί ποιητές όπως οι : Αντώνης Θεοδόρου, Στέλιος Σαλιχιώτης, Δημήτρης Ηλιάκης κ.α


Την παρουσίαση της Ποιητικής Συλλογής καθώς και ανάλυση αυτής,  πραγματοποίησε ο φιλόλογος και συγγραφέας κος Κώστας Κατσώνης. 

Όπως ήταν απολύτως αναμενόμενο, η όλη εκδήλωση θύμιζε ένα άριστο αφιέρωμα στη λαϊκή ποίηση με κεντρικό τιμώμενο τον ποιητή κ. Ανδρόνικο Κατσιαντώνη. Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από την προσπάθειά να αποδώσει με περίτεχνο ομοιοκαταληκτικό τρόπο την καθημερινότητα άλλοτε με στοχαστική και άλλοτε με περιπαιχτική, γελαστική διάθεση. Σ΄ αυτή την συλλογή, ποιητικά αφιερώνει στη γενέτειρά του την Μακράσυκα, καθώς σχεδόν όλη η προσπάθειά του αντλείται από μνήμες, γεγονότα, άλλοτε σοβαρά, άλλοτε αστεία. Δεν είναι τυχαίο που στο πρώτο μέρος της συλλογής τα ποιήματα είναι αφιερώματα στη Κοινότητα Μακράσυκα. Με τον τρόπο αυτό τιμά τον τόπο που γεννήθηκε. Και η τιμή σαφώς είναι αμφίδρομη.  

Η ποιητική συλλογή χωρίζεται στα παρακάτω μέρη:

  • Πατριωτικά Ποιήματα και Αφιερώματα για την Μακράσυκα 
  • Τιμητικά αφιερώματα (Ποιήματα για κύπριους Λαϊκούς ποιητές)
  • Κοινωνικά
  • Σατυρικά
  • Ανέκδοτα που έγιναν ποιήματα
  • Νεκρολούλουδα
  • Γνωμικά
  • Ερωτικά
  • Παλιώματα
  • Η οικογένειά μου (Ποιήματα μελών της οικογενείας του)
  • Χορόδραμα 
  • Επίλογος


Παρασκευή 5 Απριλίου 2019

«Προκαταλήψεις δεισιδαιμονίες στην Κύπρο» : Παρουσίαση του βιβλίου του Αντώνη Λαζάρου


Πραγματοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία η παρουσίαση του βιβλίου του Αντώνη Λαζάρου «Προκαταλήψεις δεισιδαιμονίες στην Κύπρο» στην Στέγη γραμμάτων και τεχνών στη Λάρνακα. 
Την παρουσίαση οργάνωσε ο Δήμος Λάρνακας.
Χαιρετισμοί  στην εκδήλωση έγιναν από τον Δήμαρχο Λάρνακας κ. Ανδρέα Βύρα ο οποίος εξήρε την συμβολή του Α.Λαζάρου, όπως και της συζύγου του  Μαρία Κερτεπενέ-Λαζάρου, στην παράδοση γενικά του τόπου αλλά και ειδικά στον Πολιτιστικό όμιλο ΒΑΣΙΛΙΤΖΙΑ.
Χαιρετισμός έγινε και από τον κ.Ηλία Επιφανίου σαν εκδότης του βιβλίου.

Την παρουσίαση του βιβλίου έκανε ο Δρ.Γιώργος Β. Γεωργίου φιλόλογος –γλωσσολόγος ο οποίος μεταξύ άλλων ανέφερε ότι το βιβλίο αυτό είναι πρωτότυπο και ιδαίτερα ενδιαφέρον, με προσωπικές συνεντεύξεις τόσο από Ελληνοκύπριους όσο και από Τουρκοκύπριους.
Αντιφώνηση έγινε από τον συγγραφέα Αντώνη Λαζάρου, 
Καλλιτεχνικό πρόγραμμα παρουσιάστηκε από την Λουκία Λαζάρου.


Παρασκευή 29 Μαρτίου 2019

[Με βρήκε η νύχτα ...] / Λαμπής Γιάννος

Με βρήκε η νύχτα έξω από ένα μικρό καφενείο,
απογοητευμένο που δεν βρήκα κάτι όμορφο για να σας διηγηθώ
κάτι αληθινό που να με κάνει να γράψω έστω κι ένα στίχο,
ήπια καφέ με τους θαμώνες, κι όπως καθόμουν σιωπηλός
κάποια τσιγγάνα με ρώτησε αν ήθελα να μου διαβάσει τον καφέ
μα όταν γύρισα να την κοιτάξω, και πριν καν να της μιλήσω
πέταξε τρομαγμένη στο δρόμο το φλιτζάνι
κι απομακρύνθηκε βιαστικά, μουρμουρίζοντας,
- πώς να πεις το μέλλον σε κάποιον πού ’ναι προ πολλού πεθαμένος;
άκουσα τότε κάποιο τρένο να σφυρίζει από μακριά,
δεν είμαι και σίγουρος,
ίσως να ήτανε και πλοίο που έφευγε, πάντως με καλούσε,
τότε έτρεξα στη μοναξιά της κάμαρας μου
και με χέρι τρεμάμενο ξεκίνησα να γράφω,
όταν τελείωσα τον πρώτο μου στίχο
τον κρέμασα στα σαγόνια της νύχτας
φόρεσα μια καινούργια φορεσιά
κι έτρεξα στο νεκροταφείο να συναντήσω
τους φίλους τους παλιούς,
και μες στην σιγαλιά της νύχτας τους απάγγειλα,
τίποτε στον κόσμο ετούτο δεν είναι αληθινό
μονάχα ο θάνατος κρύβει μέσα του αλήθεια
κι είναι πάνω απ’ όλα αληθινός

Εαρινή Ισημερία / Αθηνά Τέμβριου


Αδημονώ τη στιγμή της Ποίησης
όταν μ’ ανταμώνει σαν Τρικυμία,
σαν ατάραχο νερό στο ρυάκι,
σαν αφρώδες κύμα της θάλασσας
που πάει να βρει τη στεριά
σ’ ανύποπτο χρόνο,
δίχως Θεούς κι ανθρώπους
να φράσσουν το δρόμο,
για μια στιγμή Αγάπης,
για το Σκοτάδι π’ ασπάζεται Φως.
"Ανάμεσα στους Ήχους", Αθηνά Τέμβριου

Μια Παλιννόστηση (χαικού) / Τσιαήλης Ρ. Χρίστος


Περιπλανώνται
τα χαμένα καράβια
φαύλα γαλήνη
υγρή ελπίδα
πώς εξορία τιμάς
τι μηρυκάζεις
νησιά σφραγιστά
πλανεύτρες πλάτη γυρνάν
θύμησης φρούτα
αφαλάτωση
μιας γενεάς σειρήνων
κατάρτια γυμνά
ταξίδια στείρα
χαλασμένες πυξίδες
βορράς σαλεύει
η παραπλάνηση
κατάρα που απλώνει
δίκτυα παντού
ακούς το κουπί
όταν η ησυχία
νικά το παιδί
ήλιοι μαυλίζουν
δελφίνια και αγόρια
στο βωμό κανείς
νύχτα θεριεύουν
στις αγγειογραφίες
κύκλωπες τραυλοί
γαλάζια Δίκη
ένα νησί θ' ανοίξει
λιμάνι στενό
αθωώνεσαι
στο εδώλιο πλάτη
θα ξαποστάνεις
περιπλάνηση
σημαίνει παράβλεψη
κοινών πταισμάτων
ελευθερία
ζητούν οι σκεπασμένοι
λαθρεπιβάτες
παφλασμό ακούς
στέκεσαι μόνος εκεί
χωρίς καράβι
Χρίστος Ρ. Τσιαήλης

Ο ΧΑΜΈΝΟΣ ΜΑΣ ΚΟΣΜΟΣ / Πανάγου Μαρούλλα


Είχαμε δικό μας ένα κόσμο ολόκληρο.
είχαμε στα μάτια τον ήλιο ολόλαμπρο.
Είχαμε ευτυχία κι ήταν ο τόπος χαρά
ο ουρανός μας δεν είχε καμιά συννεφιά.
Ολόλευκος ύπνος σαν ύπνος παιδιού
ολόλευκα όνειρα μικρού αγοριού
λουλούδια χαμόγελα ξανθού κοριτσιού
ευωδιά απ' το άρωμα ανθού λεμονιού .
Μπήκαν κουρσάροι στον ύπνο μας βρήκαν
Η πόρτα ορθάνοικτη κι ελεύθερα μπήκαν
έφερε ο ύπνος μας τότε εφιάλτη
αιμάτωσε ο 'ήλιος κι η γη συνταράχθει
Μαύρα τα όνειρα κι η καρδιά μια οδύνη
Χαμένα χαμόγελα, η χαρά έχει γίνει
πικρό κιτρολέμονο ,στα μάτια το δάκρυ
διωγμένα πουλιά πεταμένα στην άκρη .
Τώρα το είναι μας μια πληγή ζωντανή
παλιά σαραντάχρονη που ακόμα θρηνεί
αιώνια ψάχνουμε ορφανά περιστέρια
κι οι κουρσάροι μας δένουν από τότε τα χέρια .
Κυλάει ο χρόνος κι η κατάρα μας δέρνει
άδικη κι άπονη την συμφορά ακόμα φέρνει
Σαν όλοι δεν θέλουμε να γίνουμε ένας
μας παίρνει ο άνεμος δεν μένει κανένας .
Βρίσκεται τούνελ(Συραγγα ) ακόμα μπροστά μας
στην άκρη το φως που ζητά η καρδιά μας
τα χέρια σαν σμίξουν μια γροθιά να γενούμε
αλύγιστα θάναι και να πούμε “μπορούμε”.
Μαρούλλα Πανάγου

ΚΑΤΑΠΙΕΣΗ / Χατζηματθαίου Άθως


Πόσο ήθελε να μεγαλώσει
πόσο λαχταρούσε να περάσει το “όριο” της ηλικίας
που του έδενε τα φτερά
που τον κρατούσε φυλακισμένο
στο κλουβί της" καταπίεσης"
πόσο ήθελε να μεγαλώσει
να απ’ εγκλωβιστεί απ’ τα γαμψά τους νύχια
να σπάσει το κλουβί
να λυγίσει τα τέλια
να ξεδέσει τα φτερά του
να ξεφύγει απ’ τις αρνήσεις
να αρπάξει την τύχη στα χέρια του
και λεύτερος να πετάξει
στο γαλανό ουρανό της ζωής
να γευτεί τις χαρές της
να γνωρίσει τη μαγεία της.
Τα χρόνια κύλησαν
το πρόβλημα της ηλικίας ξεπεράστηκε
κι άρπαξε το λάβαρο της ανεξαρτησίας
και ξεχύθηκε στις “λεωφόρους” της ζωής
κι η μαγεία της ήρθε και τον αγκάλιασε
μια μαγεία όμως πολύ διαφορετική
απ’ αυτή που ονειρευόταν
στην αρχή ήταν πιο γλυκιά
ακόμη κι’ απ’ το μέλι
μετά έγινε πιο πικρή
κι απ’ το ίδιο το φαρμάκι
αυτή τη μαγεία φρόντισαν να του χαρίσουν
τα γεράκια που παραμόνευαν
με ακονισμένα τα νύχια
στη γωνιά του δρόμου
κι όταν ήταν στις καλές του στιγμές
που ήταν αλήθεια πολύ λίγες
παρακαλούσε το χρόνο να γυρίσει πίσω
να γίνει και πάλι δεκαεξάρης
να μπει και πάλι στο κλουβί της “καταπίεσης”
εκεί τουλάχιστον ένιωθε ασφαλής.
'Αθως Χατζηματθαίου