Βραδιάζει κι
είναι η ώρα που
σε ονομάζω άστρο,
που μετράω όλα τʼ άλλα
και σταματάω μονάχα
στο δικό σου,
να μην πέσεις φοβάμαι
και μείνω με
εκπληρωμένη ευχή
χωρίς εσένα…
είναι η ώρα που
σε ονομάζω άστρο,
που μετράω όλα τʼ άλλα
και σταματάω μονάχα
στο δικό σου,
να μην πέσεις φοβάμαι
και μείνω με
εκπληρωμένη ευχή
χωρίς εσένα…
Η Ευτυχία της Τετάρτης
Τετάρτες βράδια ερχότανε
ξέρεις, εκείνα τα βροχερά
τʼ ανύποπτα,
που έσφυζαν με υποχρεώσεις,
άξιες σαρκασμού
μα εγώ τα χαιρόμουν.
Βιάσου, είπες,
και κατεβήκαμε εκεί,
Λάζου Εξάρχη χωρίς ομπρέλα,
ζωντανοί νιώθοντας
-τι μεστή λαχτάρα-
Εσύ μπροστά,
εγώ πίσω,
προσπαθώντας να σε φτάσω μια ζωή.
Κοντοστάθηκα κι απόρησα,
τι ποιόν έχει η ευτυχία,
και περπατήσαμε χέρι-χέρι,
δειλά χαμογελώντας.
ξέρεις, εκείνα τα βροχερά
τʼ ανύποπτα,
που έσφυζαν με υποχρεώσεις,
άξιες σαρκασμού
μα εγώ τα χαιρόμουν.
Βιάσου, είπες,
και κατεβήκαμε εκεί,
Λάζου Εξάρχη χωρίς ομπρέλα,
ζωντανοί νιώθοντας
-τι μεστή λαχτάρα-
Εσύ μπροστά,
εγώ πίσω,
προσπαθώντας να σε φτάσω μια ζωή.
Κοντοστάθηκα κι απόρησα,
τι ποιόν έχει η ευτυχία,
και περπατήσαμε χέρι-χέρι,
δειλά χαμογελώντας.
...
Μαζί Ξεχωριστά
Άντρες που βιάζονται,
έτσι έβλεπες τουλάχιστον
και γυναίκες δήθεν
πως το πάνε αργά.
Ήταν μάλλον αργά κι ο τρόπος
που ξενοδινόσουν,
περιττά λόγια για το τίποτα.
Ένας κουφός που θέλει
να μιλήσει και να ακουστεί,
ωτίτιδες,
κόγχες κόκκινες
και προκλητά ραιβόκρανα,
με αντιβίωση
που επίτηδες σε ταλαιπωρεί,
γιατί ο βιολογικός πόνος
αξίζει περισσότερο
βεβαίως,
απʼ το κρασί που σου
φάνηκε πολύ ξηρό
για τον βρώμικό σου
ουρανίσκο.
έτσι έβλεπες τουλάχιστον
και γυναίκες δήθεν
πως το πάνε αργά.
Ήταν μάλλον αργά κι ο τρόπος
που ξενοδινόσουν,
περιττά λόγια για το τίποτα.
Ένας κουφός που θέλει
να μιλήσει και να ακουστεί,
ωτίτιδες,
κόγχες κόκκινες
και προκλητά ραιβόκρανα,
με αντιβίωση
που επίτηδες σε ταλαιπωρεί,
γιατί ο βιολογικός πόνος
αξίζει περισσότερο
βεβαίως,
απʼ το κρασί που σου
φάνηκε πολύ ξηρό
για τον βρώμικό σου
ουρανίσκο.
Αγάπησες και το ʽχεις πει
κάπου δεκαπέντε φορές μέσα
σε μια πρόταση με δύο
υποκείμενα,
στον τρόπο που χαμογελάς και
στον τρόπο που φτύνεις
όταν σου απευθύνουν
ξαφνικά το λόγο.
Μισά τα Χριστούγεννα που
καθόσουν
ακόμη και τώρα
κι άλλα τόσα
που στεκόσουν στις μύτες
για να προσκυνήσεις,
με κλειστά τα βλέφαρα
κι ανοιχτό φερμουάρ
στο σακάκι, ζεσταινόσουν...
κάπου δεκαπέντε φορές μέσα
σε μια πρόταση με δύο
υποκείμενα,
στον τρόπο που χαμογελάς και
στον τρόπο που φτύνεις
όταν σου απευθύνουν
ξαφνικά το λόγο.
Μισά τα Χριστούγεννα που
καθόσουν
ακόμη και τώρα
κι άλλα τόσα
που στεκόσουν στις μύτες
για να προσκυνήσεις,
με κλειστά τα βλέφαρα
κι ανοιχτό φερμουάρ
στο σακάκι, ζεσταινόσουν...