Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Μαρία Πυλιώτου (βιογραφικά στοιχεία)



Γεννήθηκε στο κατεχόμενο Λευκόνοικο το 1935 και τελείωσε τις σπουδές της στο Διδασκαλικό Κολλέγιο. Υπηρέτησε την δημοτική εκπαίδευση ως δασκάλα. Τώρα είναι συγγραφέας και εικονογράφος παιδικών βιβλίων. Ασχολείται όμως και  με την ποίηση. Υπήρξε γραμματέας του Κυπριακού Συνδέσμου Παιδικού Βιβλίου (εθνικού τμήματος της ΙΒΒΥ) και μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών Κύπρου.

 Έργα της:
  1. "Χαρούμενοι χαρταετοί" διηγήματα, Λευκωσία, 1976 (βραβείο εικονογράφησης και λογοτεχνικού κειμένου).
  2. "Οι Λύκοι και η Κοκκινοσκουφίτσα", νουβέλα, Λευκωσία, 1977.
  3. "Καλημέρα, Μαργαρίτα", τρία διηγήματα, Λευκωσία, 1978 (κρατικό βραβείο). Για τον «Ναζίμ και τον ψηλό κυπαρίσσι ».
  4. "Το κάστρο μας", μυθιστόρημα, Λευκωσία 1979, Εκδόσεις Πατάκη 1995, 6η έκδ. 2001.
  5. "Κι έζησαν εκείνοι καλά...", σύγχρονο παραμύθι, Λευκωσία 1980.
  6. "Τα δέντρα που τρέχουν", μυθιστόρημα, Λευκωσία 1985, εκδ. Καστανιώτης 1987 (Διεθνές βραβείο Κόρτσακ).
  7. "Τα παιδιά του ήλιου", εφηβικό μυθιστόρημα, Εκδόσεις Πατάκη 1993, 8η έκδ. 2001 (κρατικό βραβείο).
  8. "Το ασημένιο καπνιστήρι", μυθιστόρημα, Εκδόσεις Πατάκη 1995, 6η έκδ. 2000 (πανελλήνιο βραβείο γυναικείας λογοτεχνικής συντροφιάς).
  9. "Τζιαφέρ Γιασίντ Αλή", Εκδόσεις Πατάκη 1997, 2η έκδ. 1998.
  10. "Στα φτερά του Χρυσού Αετού", Εκδόσεις Πατάκη 1997, 3η έκδ. 2000.
  11. "Η αρβύλα που 'γινε βαρκούλα", Εκδόσεις Πατάκη 1998, 4η έκδ. 2001.
  12. "Λεώνη", εφηβικό μυθιστόρημα Εκδόσεις Πατάκη 1999 2η έκδ. 2000 (κρατικό βραβείο).
  13. "O σκύλος που έχασε την ουρά του", Eκδόσεις Πατάκη (2001).
  14. "Περιπέτεια στο Βοτανόκηπο"
  15. Μ΄ αγαπάς; Σ΄ αγαπώ!!! , Εκδόσεις Πάργα 2007.
  16. Μικρ'α Πικρά Παράταιρα / 2019

Οι πευκοβελόνες...........

Οι πευκοβελόνες που τώρα κεντάνε
                τα σταχτιά όνειρα.

Η δυσαναλογία των ταχυδρομικών περιστεριών / Νεκτάριος Ροδοσθένους


Το επόμενο τραγούδι είναι αφιερωμένο
στον άνθρωπο
που θέλησε να στείλει ένα μήνυμα
παραδοσιακά,
με τον παλιό-καλό τρόπο
Κάπου, για κάποιο λόγο…
δεν έχει σημασία
Σιγοψιθύρισε (πλεονασμός)
‘Πράγματι
είναι αξιοθαύμαστο
ένα κλουβάκι τόσο δα
να προϋποθέτει τόση ελπίδα’ (πλεονασμός)
τάδε έφη ο προαναφερθείς
που ανέβηκε
και αφέθηκε
στις ερημωμένες ταράτσες που θύμιζαν κατάθλιψη.
Που μύριζαν Αθήνα

Το χωρκό μου η Αχερίτου / Πόλια Προκόπης

Έφκαλα την απόφαση, τζιαι πία στο χωρκό μου,
σαράντα χρόνια εν εια, το σπίτι το δικό μου.
Στην πόρταν όταν έφτασα, εθέλαν να 'χω πάσο,
να δουν, τζιαι αν το εγκρίνουσην, ποτζιεί για να περάσω.

Την πόρταν όταν άνοιξαν, επία στο ταμείο,
να πιάσουν το δεκάλιρο, τζιαι που τζιαμέ να φύω.
Πρέπει να αλλάξεις την καρκιάν, προτού ρέξεις τα ττέλια,
γυρίζουν κλάματα εφτείς, αντίς που ήσιες γέλια.

Που πάτησα τα χώματα, ήτανε λυπημένα,
που ήταν υπό κατοχή, τζιαι ήταν δυστυχισμένα.
Που έφτασα εις το χωρκό, εν ούλλα χαλασμένα,
Που μου 'γιναν αγνώριστα, όπως πολλούς τζιαι ΄μένα.

Άμαν να πάεις τζιαι να δεις, τες λεηλασίες,
τες εκκλησιές, κάμουν τζαμιά, τζιαιν ούλλο γεριμίες.
Άμαν να πάεις τζιαι να δεις, με τα δικά σου μάθκια,
εφτείς ραγίζει η καρκιά, τζιαι γίνεται κομμάθκια.

Καλλύττερα να μεν πάεις, μόνο να τα θυμάσαι,
όπως τα έφυκες που πριν, την νύχτα που
τζιημάσαι.
Να τα θωρείς στον ύπνο σου, να μεν τα
λησμονήσεις

Πόλια Προκόπης (αναφορά)

Γεννήθηκε στην Κοινότητα Αχερίτου το 1937. Ασχολήθηκε με την κτηνοτροφία. Μετά την εισβολή έμεινε στο Τέσσερα Μίλι μέχρι και το 1975 και στη συνέχεια στην Επισκοπή της Λεμεσού. Για βιοποριστικούς λόγους εργάστηκε ως μάγειρας στις Αγγλικές Βάσεις. Η ποίησή του είναι εμπνευσμένη από τα προσωπικά του βιώματα. 

Ροδίνη Αυγή (μικρή αναφορά)

Γεννήθηκε στο Τρίκωμο το 1922. Το πραγματικό της όνομα ήταν: Νίνα Ιεροδιακόνου - Κυριάκου. Αποφοίτησε από την Ανωτέρα Σχολή Φανερωμένης. Ποιήματά της δημοσιεύτηκαν σε πολιτιστικά περιοδικά και εφημερίδες της Κύπρου. 


περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε: http://www.biblionet.gr/author/111864/%CE%9D%CE%AF%CE%BD%CE%B1_%CE%99%CE%B5%CF%81%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CE%BD%CE%BF%CF%85_-_%CE%9A%CF%85%CF%81%CE%B9%CE%AC%CE%BA%CE%BF%CF%85

Ο διαβόητος Γιαλλούρης / Κυριάκος Παπαδόπουλος (ποιητάρης)

Θε ν’ αρχινήσω σιγανά δια να τραγουδήσω,
του Γιαλλουρκού τα πάθη του να σας τα ιστορήσω.
Όπως είναι ο ουρανός με τα άστρα στολισμένος
και το Γιαλλούρην έτσι ήτο εις τον κόσμον ξακουσμένος.
Τόσον που ακούστηκεν εις όλην την οικουμένην,
μα την ζωήν του είχεν την πάντα ’ποφασισμένην.
...

Όταν τον επερνούσασιν από την Λευκωσίαν
δεν εχώρεν η αγορά που την πολλοκοσμίαν.
Πολλοί τον ελυπήθησαν γιατ’ είχεν νοστιμάδες,
μαζεύθη κόσμος άμετρος, άνω τες δυο χιλιάδες.
...

Πολλά τον ελυπήθηκα, έρχεται μου να κλάψω,
τρία μερόνυκτα ’καμα την λύπην του να γράψω.
Είχεν αγγελικόν κορμί, πολλοί τον επαινούσιν,
ποτέ μου δεν τον ήξευρα, άλλοι μου το λαλούσιν.

Παπαδόπουλος Κυριάκος (αναφορά)

Παπαδόπουλος Κυριάκος : Λαικός Ποιητής της Κύπρου από τη Κοινότητα: Αρακαπάς Λεμεσού. Γεννήθηκε το 1872 και απεβίωσε το 1922. 

Ανδριανή Σουρή ( βιογραφικά στοιχεία)

Η Ανδριανή Σουρή γεννήθηκε στο Πραστειό Αμμοχώστου.  Σπούδασε Νοσηλευτική στην Αγγλία.  Αφυπηρέτησε το 2006 ως Διευθύνουσα του Νοσοκομείου Λάρνακας. Ασχολείται με την λογοτεχνία, την ποίηση. 

Ποιητικές συλλογές :

  • «Οπώρες Πορείας 1», 
  • «Οπώρες Πορείας 2», 
  • «Θέλω τόσα να πω», 
  • «Ψίθυροι και Μιλήματα», 
  • «Της Ψυχής μου, της Γης μας, του Κόσμου» (Εκδόσεις Πήλιο), 
  • «Το Φθινόπωρο» (Εκδόσεις Ηλία Επιφανίου) και 
  • «Χαμόγελο Έβδομο» (Εκδόσεις Ηλία Επιφανίου).

Μοιρολόι- Διαμαρτυρία της Ανδριανής Σουρή


Μικρό παιδί, σ΄ ελληνικό νησί
νεκρό στην αμμουδιά, αέρας το φιλά,
ο ήλιος το μοιρολογεί, το κύμα το χαϊδεύει.

-Αγόρι μου, παιδάκι μου
που ΄ναι το σπιτικό σου;
Η Μάνα σου, ο Κύρης σου
αφύλακτο σ΄ αφήσαν;
Κι ήρθε ο Άδης σ΄ άρπαξε,
δίχα να τον προσέξουν.

Μικρούλι κι ολομόναχο, πως βρέθηκες εδώ;
Οι νύχτες απορούν, οι μέρες το ρωτάνε.

-Ο πόλεμος,
σκότωσε και ερήμωσε
ότ΄ είχε κι αγαπούσε.
Με δίχα τους γονείς
βρέθηκε ξαφνικά,
στης προσφυγιάς τους δρόμους.
Απόκαμε, κουράστηκε,
μα πού Μανούλας αγκαλιά,
πουλάκι να κουρνιάσει;

Μπήκανε στην Τουρκία.
Σύγχυση, χαλασμός,
χιλιάδες πρόσφυγες,
πόνος χειροπιαστός,
πεινούσαν και διψούσαν·
ανεπαρκή τ΄ αντίσκηνα
κρύωνε, έκλαιγε
του ΄λείπαν οι δικοί του.

Σε φουσκωτό, προορισμός η Ευρώπη
Αχόρταγη, τους καταπίνει η θάλασσα,
και…
να το παιδί, σ΄ ερημικό νησί,
στην άμμο ξαπλωμένο.

Μια πεταλούδα περαστή,
στάθηκε μια στιγμή,
πετάρισε στο μάγουλο
το νεκροφίλημά της.



Κρινάκια του γιαλού,
του κάμπου παπαρούνες,
με ευωδιές με πέταλα
σκεπάστε τ΄ αγγελούδι.

Ελάτε νύφες του νερού
νεράιδες του δάσους
κύκλο και τραγουδήστε του,
άκλαυτο κι ακανάκευτο,
μη φύγει απ΄ τον κόσμο.

Ντρέπεται ο ήλιος κρύφτηκε.
Τα σύννεφα τον σκεπάζουν.
Μουντός ο ουρανός,
Δάκρυα ψιλοβρέχει…

Ο άνεμος φυσά,
ρωτά, ξαναρωτά,
γιατί τόσα παιδιά,
κακοποιούνται, χάνονται,
συχνά εκτοπίζονται,
χιλιάδες και πεθαίνουν;





9.03.016

Σ΄ όλα τα αδικοχαμένα

παιδιά του κόσμου.

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

[Άλλοι εν έχουσιν παιδκιά] του Ρένου Μαρτίδη

Άλλοι εν έχουσιν παιδκιά
τζ' άλλοι βαστούν αγγόνια,
μα τούτ' η ψεύτιτζη ζωή
φεύκει σε λλία γρόνια.
Άτε τζ, αν έσεις γιον γιατρόν
τζαι κόρην δικηγόρο,
εν νάρτει κάποτε τζαιρός
πο'ν να χαθεί το δώρο.
Έτσι για σέναν εν καλλιόν
όποιαν τζ' αν έσιεις μοίρα,
νάσιεις Θεόν για φυλαχτόν
μες στην κοσμοπλημμύρα.

[Ήρτεν γλυτζίν το μήνυμαν] του Ρένου Μαρτίδη

Ήρτεν γλυτζίν το μήνυμαν
εν πρώτη του Σεπτέβρη,
η κάψες πιον να φύουσιν
τζαι λλίη δροσιά να μ' εύρει.
Να πάσιν πάλαι ούλλοι τους
ξανά μες τες δουλιές τους,
για να βαρίσ' η πούγκα τους
να ζιούν οι φαμελιές τους.
Φτωσιοί τζαι πλούσιοι άδρωποι
μαζίν εν να δουλέψουν,
οι πρώτοι εν να δρόσουσιν
τζ' οι άλλ' εν να σε κλέψουν

Καράβι / Όλγα Ρουβήμ


Θάλασσες. Καράβια. Ταχύτητα.
Καράβι, γεμάτο κόσμο και ναύτες.
Προσπαθώ να βρω τη θέση μου.
Γυρνάω στα μπουντρούμια.
Ανεβαίνω στο κατάστρωμα.
Παίρνω το πηδάλιο στα χέρια μου.
Αναζητώ απεγνωσμένα τη θέση μου στο καράβι.
Πουθενά.
Ούτε μια γωνιά στις αποθήκες,
Ούτε η πρύμνη προς το ηλιοβασίλεμα.
Δε με χωρά.
Κι ο καπετάνιος!
Ο γοητευτικός, καλός καπετάνιος!
Ούτε που το ξέρει.
Το καράβι κατευθύνεται στον προορισμό.
Όποιο προορισμό.
Άγνωστο.
Και γω;
Τι γυρεύω σ’ αυτό το καράβι;
Που είναι ο ορίζοντας μου;
Που είναι τα όνειρα μου;
Τη νύχτα κοιμάμαι στο κατάστρωμα.
Απλώνω τα χέρια και πιάνω τ’ άστρα
Φτιάχνω ένα μικρό ταχύπλοο σκάφος.
Χωρά μόνο εμένα.
Αλλά με χωρά.
Έχω τη θέση μου.
Έχω τα όνειρα μου.
Έχω εμένα.
Το πρωί με βρίσκει μακριά.
Σ’ ένα σκάφος στη μέση του πουθενά.
Στη μέση του ποτέ και του πάντα.
Μόνη. Ο άνεμος μου παίρνει τα μαλλιά.
Μόνη;
Ποτέ δεν είσαι μόνη όταν ο άνεμος σου παίρνει τα μαλλιά!
Όταν μπορείς να τον ακολουθήσεις.
Όταν έχεις τη δύναμη να τον αγκαλιάσεις δυνατά
Και να τον αγαπήσεις βαθιά, ατέλειωτα βαθιά.
Μόνη ήσουν στο μπουντρούμι.
Όταν περίμενες τον καπετάνιο να σε πάρει από το χέρι
και να σου δώσει μια θέση στο πλήρωμα του.
Κι όμως δεν το έκανε ποτέ!
Και ας περίμενες.
Και ας το ήθελε τόσο.
Όλγα Ρουβήμ

Σταγόνες Στιγμής : Ποιητική Συλλογή/ Ανεξαρτητα κείμενα της Όλγας Ρουβήμ (μικρό απόσπασμα) (Εκδόσεις Επιφανίου / 2014)


Αγανάκτηση

Είμαι καθισμένη σ’ εκείνη την κρυφή γωνιά του κήπου.
Πίσω από τους βολβούς με τις μωβ καμπανούλες.
Έχω πιαστεί στη ρίζα μιας κατακόκκινης τουλίπας και περιμένω ν’ ανθίσω.
Έχω φορέσει μια κόκκινη σκούφια και αναμένω με λαχτάρα το νερό να με δροσίσει.
Να ξεπλύνει το δέρμα, να εισχωρήσει στο βολβό
και να φτάσει μέχρι την ψυχή μου.
Να την πλημμυρίσει με αγάπη
και να τη γεμίσει ζωντάνια.

Περιμένω.
Δυο μυρμήγκια έχουν ήδη ανέβει στα λιγνά μου πόδια
και με γαργαλάνε.
Όλο τα διώχνω και όλο ξαναέρχονται.
Φοβάμαι μη φτάσουν τη σκούφια μου και την τρυπήσουν.
Θέλω να είμαι όμορφη όταν θα ανθίσω.
Περιμένω.
Μα το νερό αργεί να έρθει.
Στον κηπουρό αρέσουν τόσο οι μωβ καμπανούλες,
που κάνει πολλή ώρα κοντά τους.
Τις καμαρώνει καθώς τις ποτίζει με το πολύτιμο νερό.
Κι αυτές του κάνουν χίλια νάζια.
Ανοιγοκλείνουν τα βιολετιά βλέφαρά τους
και τον γλυκοκοιτάζουν.
Νιώθει τόσο χαρούμενος που ξεχνιέται.
Και το νερό του τις θρέφει, τις μεγαλώνει,
τις κάνει τόσο σαγηνευτικές.
Ικανοποιημένες, του στείλουν ένα φιλί με τον άνεμο.
Φτάνει στα βλέφαρά του και τον νανουρίζει.
Είναι έτοιμος να πάει για ύπνο.
Μα εγώ του φωνάζω:
«Πού πας! Σε περιμένω! Θέλω ν’ ανθίσω! Μη με αφήνεις!»
Μα η φωνούλα μου είναι τόσο αδύναμη που δε με ακούει.
Αυτό γίνεται κάθε φορά.
Και εγώ κουλουριάζομαι χαμηλά,
στη ρίζα εκείνης της τουλίπας που έχω διαλέξει.
Τα δάκρυά μου την ποτίζουν, τη θρέφουν.
Η αγάπη μου κάνει το χρώμα της πορφυρό.
Ο μίσχος της έχει πάρει το δρόμο για την κορυφή.
Και εγώ έχω μείνει μόνη και περιμένω.
Και κάποια βράδια που δεν κοιμάμαι,
σκέφτομαι ότι ίσως πρέπει να αλλάξω σκούφια.
Να φύγω επιτέλους από τη ρίζα της ερωτικής τουλίπας
και να πιαστώ σε μια ξέγνοιαστη ναζιάρα μωβ καμπανούλα.

...


Νανούρισμα 
Είναι κάποιες άλλες φορές
που δε θέλεις να κάνεις βουτιές.
Θέλεις απλά να είσαι κοντά στη θάλασσα.
Να την αφήνεις να σου φιλά τα πόδια
και να τα χαϊδεύει με τα κύματά της.
Κι όμως, εσύ δε θέλεις ν’ αφεθείς στην αγκαλιά της.
Δε θες τo χάδι και το παιχνίδισμά της.
Σου αρκεί να στέκεσαι στην άμμο.
Να αγναντεύεις το σώμα της
που απλώνεται μπροστά σου.
Να γίνεται ναζιάρα και να σε καλεί.
Και εσύ να μένεις εκεί.
Δίπλα της.
Κράτησέ της σφικτά το χέρι.
Πες της πόσο όμορφη είναι.
Τραγούδησέ της το πιο όμορφο τραγούδι.
Νανούρισέ την μέχρι να αποκοιμηθεί.
Κι όταν πια ήρεμη κοιμηθεί στην αγκαλιά σου
κάτω απ’ τα φωτεινά άστρα,
να χαμογελάς.
Δυο δάκρυα χάρισέ της,
να γίνει δυο σταγόνες πιο μεγάλη.
Και φύγε, πριν την ξυπνήσει η επόμενη αυγή.
...

Στιγμή, απλή, καθημερινή, αιώνια.
Στιγματίζει, αλλοιώνει, ανατρέπει.

Στιγμή, έμπνευση, συναίσθημα, αντίληψη.
Ανακαλύπτει, συνθέτει, δημιουργεί.

Στιγμή, φαντασία, ενόραση, μαγεία.
Ελευθερώνει, ανατέλλει, αναγεννά.

Αναγέννηση / Όλγα Ρουβήμ


Το ποίημα «Αναγέννηση» 
βραβεύθηκε με το β’ βραβείο ποίησης 
στον 28ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό 
της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (2009) 


Αναγέννηση

Η ζωή μου όλη, ατέρμονες ευθείες.
Διασχίζουν το χρόνο, αγγίζουν το άπειρο.
Μονόδρομοι.
Παρωπίδες.
Μάτια κλειστά.
Βουβά βήματα στο πουθενά.
Ο ήλιος λυγίζει τις ευθείες,
κι ακολουθούν την καμπύλη της ψυχής.
Επιστροφή στο σημείο γέννησης κι ανυπαρξίας.
Τρομάζω.
Ψυχορραγεί η εξέλιξη.
Η καρδιά κτυπά για την ανατολή.
Έλεγχος.
Καταλύτης.
Χρυσό σημείο της αρχής.
Έκρηξη.
Κι αναγεννιέμαι, κομμάτι της σάρκας μου.
Μάνα και πατέρας, εγώ.
Δύναμη.
Διάσπαση.
Δημιουργία.
Συνθέτω τον κύκλο.
Η σφαίρα του σύμπαντος, η μόνη αλήθεια.
Δε βγάζω άκρη, δεν υπάρχει η άκρη.
Ροή.
Νερό.
Κύκλος.