Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Μιχάλης Χατζηπιερής (βιογραφικό )

 Γεννήθηκε το  1955  στην  Αθηαίνου.  
Αγωνίστηκε  ως ποδοσφαιριστή του  Οθέλλου,  του  ΑΠΟΕΛ  και  της  Εθνικής  Κύπρου.

Ποιητικές Συλλογές: 

  • Στην  προκυμαία  της  σκέψης (1993)
  • Σου  φωνάζω Λευκωσία (1995) 21 ποιήματά του σε ομαδική δουλειά  Ελληνοκυπρίων  και  Τουρκοκυπρίων   συγγραφέων και  
καλλιτεχνών

Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Το καλόν πο’ ‘σιεις να κάμεις

Ζαπίτης Γεώργιος 


«Το καλόν πο’ ‘σιεις να κάμεις
 για να πνίξεις τον καμόν σου,
πον ιβκαίννει ούτε ώραν
 που τον συλλοϊσμόν σου,

να λαλείς πως έχουν τζι άλλοι 
τον πόνον το δικόν σου,

να βκαριστάς τζιαι 
να δοξάζεις μόνον τον Θεόν σου».

Γεώργιος Κασάπης (μικρό βιογραφικό σημείωμα)


Γεννήθηκε στην Κοινότητα της Ξυλοτύμβου στις 8 Φεβρουαρίου 1903 και πέθανε το 1990. Τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο. Τα πρώτα του ποιήματα ήταν ερωτικά στιχάκια. Τα ποιήματά του είναι κυρίως πατριωτικά, κοινωνικά, φυσιολατρικά. Τα περισσότερα γραμμένα στη Δημοτική Γλώσσα. Έγραψε και στη Κυπριακή διάλεκτο. 

ΓΙΑ ΤΟΥΤΑ ΑΓΩΝΙΖΟΥΜΑΙ

Τα φκιόρα που βλαστήσασιν πόσσω που την αυλήν μου,
για τούτα αγωνίζουμαι,
να κόβκω να μυρίζουμαι,
ώσπου να βκ’ η ψυσιή μου.
Φιλικουτούνια πλουμιστά, ‘νός τ’ άλλου ν’ αγαπάτε
τζι έκαμα την καρκιάν φουλιάν τζι έχω σας τζιαι τζιοιδκιάτε,
χαλάλιν σας σιίλιες φορές, να πιείτε τζιαι να φάτε,
στους τελευταίους γρόνους μου
να ‘ρκεστε πα’ στους κλώνους μου
τζιαι να μου τζιελαδάτε.
Εν θέλω να με κλάψετε άρκον εις το θαφκειόν μου,
ούτε μαυροφορήματα μετά τον θάνατόν μου,
μιαν χάρην μόνον ιζητώ, νά ‘σιετε προκοπάες,
αγαπημένους θέλω σας, όι με τους καβκάες,
τζι έν’ στράτα που την παραπατούν
όσοι αμέτρητα κρατούν,
φτωσιοί τζιαι βασιλιάες.
Εννά βλαστήσω λεμονιά, μετά τον θάνατόν μου,
τέλεια μες στο κατώβλιον τους, στα σπίδκια των παιδκιών μου,
πάλε να μ’έχουν συντροφκιάν, να ζιουν εις τον γυρόν μου
αντάμαν με τ’ αγγόνια μου,
νά ‘χουν τζιαι τα λεμόνια μου
τζιαι τον πασιύν οσσιόν μου.


Κόκος Μυνάς

ΕΙΜΑΙ


Είμ αγράμματος κουλούτζ ιν, έν θωρώ τα δκυό μου νύσ ια
τζ εις τήν γήν γοιόν το σκουλούτζ ιν πασπατεύκω ίσ ια ίσ ια.
Είμαι όπως μνιά κουζούλα, είμαι γέρημος πό ούλα,
πόν έσ ει ποτζ εί τζ αι τζ εί είς τον κόσμον παραπάνω.
Τζ η δουλειά μόν βοσσ ιτζ ή τζ αί βοσκός εννά πεθάνω,
γιατί ο τζ ύρης μ ο φτωχός άφησέν με δίχα φώς.


Κυριάκος Καρνέρας

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2015

Πώς να ξεχάσει κανείς... / Άντρια Γαριβάλδη

Πώς να ξεχάσει κανείς... 
Καρφί στη ραγισμένη καρδιά
της μικρής μας πατρίδας... 
Πώς να ξεχάσει κανείς...
Τόσοι πολλοί θαμμένοι 
σε μια χούφτα χώμα...

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2015

"Επικοινωνία" / Πενταράς Νίκος

Τα δάχτυλα που χαϊδεύουν απαλά
απόψε της κιθάρας τις χορδές
και τη φθινοπωριάτικη βραδιά
γιομίζουν με χαρούμενες αγάπης μελωδίες
είναι γιατί τα λόγια σου σαν φωταψία
πήγαν και δώσανε ζωή
στα φύλλα τα νεκρά.
Είναι γιατί τα χείλη σου σαν βάλσαμο
αγγίξαν και ξυπνήσανε
τα ναρκωμένα κρίνα.
Η μουσική π’ απόψε αντιλαλεί
στο παγωμένο μέχρι τώρα σπίτι της σιωπής
και τη θλιμμένη μου ψυχή
γιομίζει με χαρούμενες αγάπης μελωδίες
είναι για τη χαρμόσυνη
την ιερή στιγμή της ε π ι κ ο ι ν ω ν ί α ς.



 - (Aπό την ποιητική  συλλογή "H ΤΡΙΤΗ ΑΠΟΦΑΣΗ", 1988)

2ο Διεθνές Λογοτεχνικό Φεστιβάλ, ες γην εναλίαν Κύπρον


Το Ιδεόγραμμα 
διοργανώνει το 2ο Διεθνές Λογοτεχνικό Φεστιβάλ, ες γην εναλίαν Κύπρον, 
προσκαλώντας ποιητές, πεζογράφους, μεταφραστές, μουσικούς καθώς και βιβλιοπωλεία και εκδοτικούς οίκους, 
να συμμετάσχουν σε ένα 3ήμερο πολιτισμικής συνύπαρξης. 
Το Φεστιβάλ, δίνει πρόσβαση στη σύγχρονη συγγραφή υπερασπίζοντας ταυτόχρονα και την κλασσική κληρονομιά της Λογοτεχνίας.
Με ένα κοινό στόχο την επικοινωνία και την αλληλοκατανόηση, επιδιωκόμενο είναι η διαδραστική συμμετοχή, φέρνοντας κοντά τη γραφή-ανάγνωση με το κοινό-ακροατή. 

25 Συγγραφείς από 13 χώρες σε ένα λογοτεχνικό τριήμερο...
Ελλάδα, Σουηδία, Δανία, Γερμανία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Φιλανδία, Ιρλανδία, Ισραήλ, Νορβηγία, ΗΠΑ/Παλεστίνη, Νιγηρία και Κύπρος...
2ο Διεθνές Λογοτεχνικό Φεστιβάλ, ες γην εναλίαν Κύπρον 
30, 31 Οκτωβρίου, 1η Νοεμβρίου 2015 – Λευκωσία, Πλάτρες

Κυριακή 4 Οκτωβρίου 2015

[Κανονικά...]

Κανονικά, δεν πρέπει
να΄χω και παράπονο
-έτσι θα΄λεγε κι ο ποιητής-
Μου χάρισες τόσα σύννεφα
να΄χω να περιδιαβαίνω…
Εύα Νεοκλέους, Σημάδια για το δρόμο

ΡΟΥΛΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ-ΣΤΑΥΡΟΥ Modus Vivendi (ΚΡΙΤΙΚΗ)

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΔΡΕΑ ΚΟΥΝΙO  ΓΙΑ ΤΟ      MODUS VIVENDI
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ  «ΑΛΗΘΕΙΑ»   Τρίτη, 22 Σεπτεμβρίου, 2015    Λευκωσίια
ΡΟΥΛΑΣ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ-ΣΤΑΥΡΟΥ
Modus Vivendi



Γράφει ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΝΙΟΣ


Εάν ποίηση είναι εκείνο το ανάλαφρο, και δροσερό, μούδιασμα στη σπονδυλική στήλη της νοσταλγίας. Εάν ποίηση είναι εκείνη η ντροπαλή αύρα που, σε ανύποπτες
ώρες, μας τυλίγει θωπευτικά. Εάν ποίηση είναι εκείνο το άστρο που φέγγει,
θαρρείς, μόνο για εμάς. Εάν ποίηση είναι εκείνη η μεμβράνη επάνω στην οποία ισορροπούν τα συναισθήματα των ανθρώπων ή, καμιά φορά, πέφτουν και γίνονται φύλλα του φθινοπώρου. Εάν ποίηση είναι εκείνη η αξιοπρεπής
στάση που οφείλουμε να κρατάμε, σε χαρές και σε λύπες, σε ευτυχίες και σε δυστυχίες. Εάν ποίηση είναι εκείνος ο μελωδικός θρήνος! που αναδύεται
από τα σπλάχνα της Ιστορίας. Εάν ποίηση είναι εκείνο το φιλί που κο-
λυμπάει ανέμελα στο μέλι της κυψέλης. Εάν ποίηση είναι εκείνο το σμάριτων χρωματιστών πουλιών που, στις φτερούγες τους, φωλιάζουν οι υπαρξιακές
μας αγωνίες. Εάν ποίηση είναι εκείνη η λυρική ματιά πίσω από τις κορνίζες και τα κάδρα, πίσω από τις τυπολατρικές επισημότητες και τις κοινότοπες κολακείες, τότε η συλλογή της Ρούλας Ιωαννίδου-Σταύρου, την οποία μόλις έχω διαβάσει, αποτελεί κάλλιστο και εμβληματικό δείγμα γραφής. Δεν ανήκω στους κριτικούς ποίησης, και ίσως- ίσως ούτε καν στους κριτικούς. Με κατευθύνει, όμως, η συναισθηματική μου αντίληψη και, τούτης δοθείσης, τα ποιήματα της Ρούλας Ιωαννίδου- Σταύρου αποτελούν λιμάνια όπου καταφεύγουν ακυβέρνητα πλοία που είτε έχασαν τον προσανατολισμό τους, είτε δάμασαν άγρια κύματα είτε, τέλος, έκλεψαν το ραβδί της Κίρκης καθώς μεθούσε με το κρασί της υπεροψίας της. Από κανένα ποίημα της συλλογής δεν απουσιάζει η τρυφερότητα και, σε δεύτερη ανάγνωση, ο πόνος, αλλά επιτρέψτε μου να ομολογήσω ότι η ενότητα «Πέντε ποιητικές σπουδές για
τη Δευτέρα Παρουσία» έχει κολλήσει, ήδη, σαν στάμπα, στα τοιχώματα της
ψυχής μου: «Άραγε, θα σας αναγνωρίσω;/Άραγε, εσείς θα με αναγνωρίσετε;/Κι αν δεν σας βρω;/Κι αν δεν μπορέσω/να σας πω εκείνο το «Ευχαριστώ»/που τόσα χρόνια σας  χρωστω; χρωστώ;/Εκείνο το «Ευχαριστώ»/που τόσα χρόνια το κρατώ, πατέρα/και το προσέχω από ήλιο και βροχή, μητέρα/από άνεμο και καταιγίδες, γονείς μου αγαπημένοι/αν δεν σας βρω;/Τώρα που φτάσαμε ως εδώ/να μην μπορέσω να το πω;/Αυτό το «Ευχαριστώ»/που τόσα χρόνια/σας χρωστώ!»
*Κυκλοφορεί από τις
εκδόσεις Literatura

et Artes. Σελίδες: 71



ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Όσοι ενδιαφέρονται για το βιβλίο μπορούν
να επικοινωνήσουν με τη ποιήτρια  στο email: roulastav@gmail.com Δεν διατίθεται στα βιβλιοπωλεία

Παρασκευή 2 Οκτωβρίου 2015

“Ονήσιλος” / Μηχανικός Παντελής



Δίπλα μου ήτανε ο Ονήσιλος

βγαλμένος απ’ την ιστορία και το θρύλο

ολοζώντανος.

 

Αρχιλεβέντης βασιλιάς αυτός

κρατούσε στο χέρι ό,τι του ΄χε απομείνει:

ένα καύκαλο

―το δικό του κρανίο―

γεμάτο μέλισσες.

 

Δέκα χρόνια έστελλε τις μέλισσές του ο Ονήσιλος

να μας κεντρίσουν

να μας ξυπνήσουν

να μας φέρουν ένα μήνυμα.

 

Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλος

κι όλες ψοφήσανε απάνω στο παχύ μας δέρμα

χωρίς τίποτα να νιώσουμε.

 

Κι όταν το ποδοβολητό των βαρβάρων

έφτασε στη Σαλαμίνα

φρύαξε ο Ονήσιλος.

Άλλο δεν άντεξε.

Άρπαξε το καύκαλό του

και το θρυμμάτισε απάνω στο κεφάλι μου.

 

Κ’ έγυρα νεκρός.

Άδοξος, άθλιος,

καταραμένος απ’ τον Ονήσιλο.
 

Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

Παραμάσχαλα....


Κίνησα για το μαχαλά των κολασμένων
ελπίδες να μοιράσω και κουράγια...
Μα ώ τι θεία αποκάλυψη εμπρός μου!
αλαφροϊσκιωτους λευτερωμένους
βρήκα να χορεύουν
την πίκρα άλικο κρασί να πίνουν
και να βλογάνε το καψαλισμένο ξεροκόμματο
στην πυρωμένη θράκα της ελπίδας
Έμεινα εκεί εκστατικός, δειλά να τους κοιτώ
και να φουντώνει μέσα μου ένα κύμα,
συγκίνηση, αγαλλίαση κατά πώς θέλεις πές το,
θωρώντας πώς ρουφούσαν τη ζωή,
τον κάματο πώς σφίγγανε στη φούχτα
στριφτό τσιγάρο να τον φτιάνουνε
και να το φτύνουν σαν φτηνό πικρό καπνό...
Κι όπως κανείς τους δεν με πρόσεξε
φεύγοντας πήρα παραμάσχαλα δυο τρία όνειρα
έτσι για να μου βρίσκονται....
Λευτέρης Ελευθερίου
Αθήνα Φεβράρης 2015

[Ξαπλωμένος σ’ ένα στρώμα από καλάμια...] / Λαμπής Γιάννος

Ξαπλωμένος σ’ ένα στρώμα από καλάμια. Πύρινες γλώσσες έχουν ζώσει το δωμάτιο. Ακούω τα δόντια της φωτιάς π’ ολοένα πλησιάζουν. Γέμισε καπνούς αλλά ούτε να βήξω δεν μπορώ αφού μια λωρίδα από δέρμα λευκής κατσίκας μου έχει σφραγίσει το στόμα. Κρυώνω. Φοβάμαι. Θέλω να τρέξω μακριά αλλά μου έχουν δέσει πόδια και χέρια με καλώδια και διάφανους σωλήνες πλαστικούς. Σε κάθε μου προσπάθεια να φωνάξω γεμίζουν τα στήθη μου καπνούς . Δεν είμαι σίγουρος αν τον καταπίνω ή με καταπίνει. Δεν έχει και καμιά σημασία. Αιωρούμαι για λίγο και συνουσιάζομαι μαζί του πάνω από το σώμα μου. Διαλύομαι μαζί του και ανεβαίνω νωχελικά μέχρι τα δοκάρια της οροφής. Ζεσταίνομαι. Η φωτιά έχει ζώσει το σάπιο κορμί μου. Γέμισε τρύπες. Μεγάλες και στρογγυλές που μπαινοβγαίνει ο βρώμικος καπνός. Συρρικνώνουμε και γίνομαι ένας κόκκος αιθάλης. Δεν πονώ πλέον. Έχουν φύγει από τη κάμαρα όλα τα τρωκτικά και από το κορμί μου οι κοριοί και τα σκουλήκια. Δεν μου έμεινε κανείς. Στην αυλή μου μαζεύτηκε κόσμος. Δεν κάνει να χάσουν τη στιγμή. Μιλούν χαμηλόφωνα και κουνούν τα κεφάλια. Μπαίνω στο καμένο μου κορμί και στέκομαι στο παραθύρι. Τους χαιρετώ και φεύγουν τρομαγμένοι, σκυθρωποί. Πάλι μόνος. Βγαίνω στο κήπο και ουρώ. Διώχνω τη δική τους οσμή. Γίνομαι σπόρος και βυθίζομαι στη γη.

Ρόγχος θανάτου / Μυριάνθη Παναγιώτου- Παπαονησιφόρου


Ρόγχος θανάτου στα μαλλιά σου
που κοιμούνται ολάσπρα στο ολάσπρο μαξιλάρι
στα μάτια σου που αργοσφαλνούν
ήλιος που πάει να δύσει το βλέμμα σου.
Ρογχος θανάτου στην ανάσα σου που αργοπαλεύει
ανάμεσα στα χείλη που κλείσαν το τραγούδι
που με νανούρισε.
Μάνα της σαρωτικής αγάπης
του πόνου μάνα, η όποια μάνα, μάνα μου.
Όπως η νύχτα πέφτει, πέφτεις και σε χάνω
και δεν μπορώ πια να σε φωνάζω μάνα
κι η λέξη μόνο σημείο αναφοράς μένει στο στόμα μου.
Παράπονο κρυφό της νύχτας που αργοπορεί
στα φώτα των αντίκρυ δρόμων
παράπονο τώρα που οι δυο μας μείναμε
εσύ πως να κοιμάσαι μοιάζεις ήσυχη
κι εγώ πως να γράφω μοιάζω στίχους.
Σιωπή θανάτου
στα φώτα που λογόστεψαν στους γύρω δρόμους
από μακρυά γαυγίσματα σκυλιών
να μαστιγώνουν τη σιωπή
κι ανάρια βουητά αυτοκινήτων που μακραίνουν
καθώς κι εσύ μακραίνεις και περνάς